Το νεοελληνικό παράδοξο

Αν παρατηρήσει κανείς εμάς τους νεοέλληνες θα εντοπίσει μια πολύ ιδιαίτερη πτυχή στην ψυχοσύνθεσή μας, δύο οπτικές για τους εαυτούς μας, τόσο αντίθετες, που θα μπορούσε να μας χαρακτηρίσει κανείς, έως και διπολικούς. Μιλώ φυσικά για την εθνική μας υπερηφάνεια η οποία συνδυάζεται στην καθημερινότητά μας με τη μεμψιμοιρία και το αίσθημα της παρακμής που μας χαρακτηρίζει. Από τη μία είμαστε <<οι απόγονοι των σπουδαίων αρχαίων προγόνων μας και από την άλλη, την ίδια στιγμή, είμαστε οι κακομοίρηδες που ζούμε σε μια χώρα τριτοκοσμική, δίχως καμία προοπτική για το μέλλον.

Για να εξηγήσουμε αυτό το άξιο απορίας φαινόμενο, θα πρέπει να μελετήσουμε τη σχέση που έχουμε αναπτύξει στη συνείδηση μας, αφενός με την αρχαιότητα κι αφετέρου με την Ευρώπη.

Από τη δημιουργία του το ελληνικό κράτος προσπάθησε να ταυτιστεί με το ένδοξο αρχαιοελληνικό παρελθόν, προκειμένου να αποκτήσει ένα ιδεολογικό έρεισμα για την ύπαρξη του έναντι των ευρωπαϊκών δυνάμεων, των οποίων την στήριξη επιζητούσε. Πάνω σε αυτή τη ρητορική της συνέχειας της αρχαίας ελληνικής παράδοσης (παραβλέποντας για πολύ καιρό την αντίστοιχη Βυζαντινή), γαλουχήθηκε η συνείδηση του έθνους μας.

Ο Νεοέλληνας, μεγάλωσε και εκπαιδεύτηκε να αγαπά την κλασική αρχαιότητα με τρόπο προγονολατρικό, χωρίς να ενδιαφέρεται να τη γνωρίσει πραγματικά και σε βάθος. Έμαθε να την επικαλείται όταν οι ξένοι του υποδείκνυαν τα στρεβλά στοιχεία του χαρακτήρα του, υπενθμίζοντας τους πως αυτός κατάγεται από σπουδαίους ανθρώπους κι ότι εκείνοι θα πρέπει να τον σέβονται. Έτσι, η αρχαιότητα, για την οποία στην καθημερινότητα του αδιαφορεί, έγινε το μέσο για να ξορκίζει κάθε αρνητική κριτική κι επικρίση, το μέσο για να αισθάνεται ισάξιος με τους υπόλοιπους ευρωπαίους.

Αυτή μας όμως η σχέση με το ιστορικό μας παρελθόν οδήγησε αναπόφευκτα και στη σύγκριση, στη σύγκριση του τότε με το τώρα. Ο τρόπος με τον οποίο ο Νεοέλληνας εξύψωσε την αρχαιότητα στη σφαίρα του ιδανικού προκειμένου να μπορεί να την επικαλείται στα δύσκολα, έκανε τη σύγκριση αυτή αναπάντεχη. Υπό τη σκιά των αρχαίων του προγόνων έμοιαζαν ξαφνικά όλα τα κατορθώματα του αμελητέα. <<Ποια η αξία η δική μας μπροστά σε αυτή του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη που αποτέλεσαν τα θεμέλια της δυτικής σκέψης>> διερωτήθηκε, και η απάντηση που έδωσε στον εαυτό του τον καταρράκωσε.

Ύστερα κοίταξε προς την Ευρώπη. Όχι τους Βαλκάνιους γείτονές του, αλλά τους πιο ισχύρους, Γερμανία, Γαλλία, Αγγλία κτλ. Κι αυτή η σύγκριση υπήρξε αποκαρδιωτική. Η μικρή Ελλαδίτσα απέναντι στα μεγαθήρια. Μπορεί όταν μας κουνάνε το δάχτυλο οι Ευρωπαίοι να επικαλούμαστε την προ αμνημονεύτων χρόνων σπουδαιότητά μας, εντούτοις μέσα μας ξέρουμε πως, όλους εκείνους τους αιώνες που εμείς υπήρξαμε υπόδουλοι, εκείνοι προοδεύσανε χωρίς εμάς. Στρέφοντας, λοιπόν, τα μάτια μας στην <<φωτισμένη Ευρώπη>> είναι λογικό ακόλουθο να φαντάζει η χώρα μας υπανάπτυκτη, τριτοκοσμική.

Παρατηρούμε επομένως, πως οι Νεοέλληνες αναπτύσουμε μιαν λανθασμένη εθνική υπερηφάνεια, στην προσπάθεια μας να καταπολεμήσουμε το αίσθημα κατωτερότητας που αισθανόμαστε όταν συγκρινόμαστε τόσο με τους αρχαίους προγόνους μας, όσο και με τους Ευρωπαίους. Είναι αυτή μας η αντίληψη που μας κάνει να είμαστε περήφανοι και μίζεροι την ίδια στιγμή.

Η λύση στο πρόβλημα αυτό είναι απλή. Μία βασική αρχή των Μαθηματικών ορίζει πως δεν μπορούμε να συγκρίνουμε ανόμοια πράγματα. Θα πρέπει λοιπόν, προκειμένου να αντιληφθούμε την πρόοδο που έχουμε σημειώσει ως έθνος και ως κράτος να κοιτάξουμε το σύγχρονο παρελθόν μας, αυτό που ξεκίνησε το 1830.

Εάν εξετάσουμε τα πράγματα σε αυτό το χρονικό πλαίσιο θα δούμε πως δεν έχουμε λόγο να είμαστε τόσο απαισιόδοξοι. Σαφώς έχουμε γνωρίσει πολλές συμφορές και κακοτοπιές, όμως σε λιγότερο από διακόσια χρόνια καταφέραμε να πολλαπλασιάσουμε τα εδάφη μας, τον πληθυσμό μας, να οργανώσουμε δομές και θεσμούς από το μηδέν και να φτάσουμε σήμερα να είμαστε, έστω και θεωρητικά, μια ανεπτυγμένη χώρα.

Σαφώς υπάρχουν πολλά που πρέπει ακόμη να γίνουν, σαφώς δεν είμαστε κάποια παγκόσμια υπερδύναμη ή μήτρα του σύγχρονου πολιτισμού,όμως παρόλ’αυτά τα τελευταία διακόσια περίπου χρόνια που υπάρχουμε ως ανεξάρτητο κράτος στο χάρτη, έχουμε σημειώσει αξιόλογη πρόοδο· γι αυτό μπορούμε να ατενίζουμε το μέλλον, ακόμη και σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς, με λίγη περισσότερη αισιοδοξία.

Θανάσης Κοτσιβός

Το νεοελληνικό παράδοξο Το νεοελληνικό παράδοξο Reviewed by Αρχαία Ελληνικά on Τετάρτη, Νοεμβρίου 22, 2017 Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.