Η νέα αρχαιολογική έκθεση στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης παρουσιάζει όλες τις διαφορετικές όψεις του νομίσματος, του διαχρονικού βασικού μέσου συναλλαγής των ανθρώπων.
Σε ένα γκρεμισμένο σπίτι στη Δήλο η ανασκαφή φέρνει στο φως νομίσματα από όλη την Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο. «Σίγουρα θα ήταν μια τράπεζα της αρχαιότητας» σκέφτεται ο ανυποψίαστος παρατηρητής. Κι όμως όχι, ήταν μια ταβέρνα του 1ου αιώνα π.Χ., όπως μαρτυρούν οι σωροί από κούπες όπου έπιναν άφθονο το κρασί οι πελάτες, με ένα δωμάτιο στον επάνω όροφο σε διαστάσεις επαρκείς για να χωρέσουν μόλις ένα μικροσκοπικό κρεβάτι. Ένα «καπηλειό» δηλαδή, αλλά και ένα «σπίτι» από τα άλλα, και τα δύο η ανθηρή ατομική επιχείρηση μιας δραστήριας πόρνης. «Φαγητό, ποτό, σεξ. Οι βασικές ανάγκες του ανθρώπου δεν μπορούν να ικανοποιηθούν χωρίς χρήμα» λέει ο κ. Νίκος Σταμπολίδης καθώς ξεναγεί στη νέα έκθεση του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης «Χρήμα. Σύμβολα απτά στην αρχαία Ελλάδα».
Τμήμα της έκθεσης «Χρήμα» στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Τα εκθέματα δεν περιορίζονται μόνο στα 85 νομίσματα αλλά και σε 159 άλλα αντικείμενα που σχετίζονται με την οικονομία, στην πλειονότητά τους δανεισμοί από 32 μουσεία της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Η διαχρονικότητα των ηθών ή οι απηχήσεις τους μέσα στους αιώνες είναι έκδηλες σε όλες τις ενότητες αυτής της πρωτότυπης έκθεσης η οποία πραγματοποιείται σε συνεργασία με τη Νομισματική Συλλογή της Alpha Bank και διαρθρώνεται σε οκτώ θεματικές ενότητες. Χρήμα και: συναλλαγές, εμπόριο, τέχνη, ιστορία, διακίνηση ιδεών, προπαγάνδα, κοινωνία, τράπεζες.
Από το κέρμα στο bitcoin
Αδύνατον να μη σταθείς, για παράδειγμα, στις πρώτες τράπεζες οι οποίες ήδη από τα αρχαϊκά χρόνια είναι τα ιερά, με πρώτο των πρώτων το ιερό του Απόλλωνα στη Δήλο, κάτι που καθιστά τους ιερείς ένα είδος πρώιμων τραπεζιτών. «Με τα χρήματα από το ιερό της Δήλου χτίστηκε ο Παρθενώνας και δημιούργησε ο Περικλής τον περίφημο στόλο του. Με χρήματα από το ταμείο της Αθηναϊκής Συμμαχίας συγκεντρωμένα στο ιερό του Απόλλωνα, ο οποίος τα προστάτευε και τα φύλαγε. Εξάλλου, στο δολάριο ακόμη και σήμερα δεν αναγράφεται η φράση "in god we trust";» θα πει ο κ. Σταμπολίδης. Αυτό θυμίζει και τα περίπου χίλια νομίσματα με περίοδο κυκλοφορίας από τον 4ο ως τα μέσα του 2ου αιώνα π.Χ. τα οποία βρέθηκαν στον αποθέτη του ιερού στην Άμφισσα. Κοινώς, ένα «παγκάρι» της αρχαιότητας. «Εδώ είναι το λεγόμενο: "σου δίνω, για να μου δίνεις". Ο Θεός προστατεύει άμα του ανάψεις το κερί σου και ρίξεις τον οβολό σου, επομένως η σχέση του χρήματος με τα ιερά και την κοινωνία είναι σε άμεση εξάρτηση».
Είναι πολλές οι ιστορίες που ξεπηδούν από αυτή την έκθεση, η οποία ξεκινάει από τα αρχαϊκά χρόνια και την εύρεση του νομίσματος ως κέρματος και φτάνει ως και τα ρωμαϊκά. «Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για το χρήμα και πιο μετά, να φτάσουμε ακόμα και μέχρι το bitcoin, όμως σε μια εποχή όπου το χρήμα είναι πλέον ηλεκτρονικό και αόρατο θελήσαμε να εστιάσουμε σε σύμβολα που είναι απτά, που μπορείς να τα αισθανθείς με την αφή» εξηγεί ο κ. Σταμπολίδης. Και να που πρόκειται για μια, κατά τόπους, συναρπαστική έκθεση.
Πρόκληση στην περιέργεια
Μπορεί να θεωρηθεί υπερβολή ο χαρακτηρισμός, γιατί, όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο κ. Σταμπολίδης, «μια έκθεση με νομίσματα, όσο όμορφη και αν είναι, είναι πληκτική για τον μέσο θεατή και τις νέες γενιές». Ωστόσο στην περίπτωση του «Χρήματος» στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης έχει ληφθεί ιδιαίτερη μέριμνα να διεγερθεί η περιέργεια του επισκέπτη.
Όποιος έχει δει έστω και μία από τις αρχαιολογικές εκθέσεις του Μουσείου καταλαβαίνει για τι είδους πολυπρισματική εμπειρία μιλάμε. «Αφού ολοκληρώσαμε την τριλογία των πανανθρώπινων θεμάτων, έρωτας, υγεία, θάνατος, περάσαμε σε ένα δεύτερο στάδιο όπου έννοιες όπως το χρήμα, ή και άλλες που δεν σας αποκαλύψω τώρα, θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια νέα σειρά» εξηγεί ο κ. Σταμπολίδης. Το σκεπτικό της έκθεσης ανήκει στον ίδιο και η υλοποίησή της βασίστηκε σε μια συνεργασία επί ίσοις όροις με την κυρία Δήμητρα Τσαγκάρη, την επιμελήτρια της Νομισματικής Συλλογής της Alpha Bank. Να σημειωθεί ότι την ευθύνη για τη μουσειογραφική μελέτη ανέλαβε ο επιμελητής του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης Γιώργος Τασούλας, ενώ ο καλλιτεχνικός σχεδιασμός πραγματοποιήθηκε από τον Σταμάτη Ζάννο.
Δανεισμοί από 32 μουσεία
Κατ' αρχάς, όπως ίσως έχει γίνει ήδη αντιληπτό, αυτή δεν είναι μια αμιγώς νομισματική έκθεση. Υπάρχουν βέβαια νομίσματα και είναι 85 τον αριθμό. Ορισμένα από αυτά είναι μεγεθυσμένα πάνω στις πλάτες των προθηκών, οι οποίες είναι μεταλλικές για να μοιάζουν με θυρίδες τραπέζης, ενώ ένα «coinorama» στο τέλος της έκθεσης επιτρέπει σε όσους το επιθυμούν να δουν τα νομίσματα με κάθε λεπτομέρεια πάνω σε στρογγυλές οθόνες. Παράλληλα, στην έκθεση παρουσιάζονται 159 αντικείμενα, στη συντριπτική πλειονότητά τους δανεισμοί από 32 μουσεία της Ελλάδας και του εξωτερικού, όπως εκείνα της Θήβας, της Θάσου ή της Ελεύθερνας, αλλά και του Λούβρου, του Βρετανικού ή τα Εθνικά Αρχαιολογικά της Νάπολι και του Τάραντα. Πρόκειται για αγγεία, ανάγλυφα, χάλκινα αντικείμενα, επιγραφές, καθώς και ένα υπέροχο ολόγραμμα της Αθηνάς της Βαρβακείου, του πιστότερου σωζόμενου αντιγράφου του χρυσελεφάντινου λατρευτικού αγάλματος της Αθηνάς Παρθένου, το οποίο δεν παραχωρήθηκε ποτέ από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Η παράθεσή τους αποσκοπεί να εμπλουτίσει την αφήγηση της ιστορίας του χρήματος στον ελλαδικό χώρο.
Αττικός ερυθρόμορφος αμφορέας που έχει αποδοθεί στον αγγειογράφο Μύσωνα. Εικονίζεται ο βασιλιάς Κροίσος ένθρονος πάνω σε ταφική πυρά καθώς κάνει σπονδή (500 – 490 π.Χ.)
Η έκθεση φέρ' ειπείν ξεκινάει με την ενότητα «Χρήμα και Συναλλαγές» και έναν αριστουργηματικό αττικό ερυθρόμορφο αμφορέα από το Μουσείο του Λούβρου στον οποία διασώζεται η μοναδική απεικόνιση της ταφικής πυράς του Κροίσου, του πασίγνωστου πάμπλουτου βασιλιά της Λυδίας, ο οποίος τη συγκεκριμένη στιγμή μάλλον συνειδητοποιούσε τι σήμαινε τελικά εκείνο το προφητικό «Μηδένα προ του τέλους μακάριζε» που του είχε απευθύνει ο Σόλωνας. Το αγγείο χρονολογείται γύρω στα 500 π.Χ., μερικές δηλαδή δεκαετίες αφότου είχε ζήσει ο βασιλιάς, και χρησιμοποιείται για να πλαισιώσει τα πρώτα (χρυσά) κέρματα τα οποία κόπηκαν γύρω στο 600 π.Χ. στη Λυδία.
Στο μεταξύ είχε διανυθεί μεγάλη απόσταση για να φτάσουμε στην έννοια του «νομίσματος». Είχε προηγηθεί ο αντιπραγματισμός «δίνω ένα αγγείο και παίρνω ένα τσουβάλι στάρι», το ζώο ως μονάδας μέτρησης και αξίας, «στον Όμηρο ξέρουμε ότι μια όμορφη γυναίκα, ακόμα και δούλα, μπορεί να άξιζε 20 πρόβατα, ενώ ένας αιχμάλωτος δεν άξιζε σχεδόν τίποτα», στα τάλαντα που μπορεί να ζύγιζαν και 25 κιλά και μπορούσες να κόψεις από αυτά τεμάχια για να φτιάξεις εργαλεία, αλλά και οι οβελοί. Εξι οβελοί δράττονταν σε μια χούφτα και δημιουργούσαν τη δραχμή, παρούσα ήδη από την προκερματική κοινωνία.
Χρυσός στατήρ Κροίσου με παράσταση αντιμέτωπων ημιτόμων λιονταριού και ταύρου (μετά το 550 π.Χ.)
Αργυρό τετράδραχμο Αθηνών με παράσταση γλαύκας (440–420 π.Χ.)
Αργυρός στατήρ Αίγινας με παράσταση θαλάσσιας χελώνας (470/465 – 445/440 π.Χ.)
Χρυσοί δαρεικοί για Εφιάλτες
Όπως μαθαίνουμε στην έκθεση, τα πρώτα νομίσματα επί μητροπολιτικού ελλαδικού εδάφους εντοπίζονται στην Αίγινα τον 6ο αιώνα π.Χ. Στη μία πλευρά φέρουν μια θαλάσσια χελώνα και στην άλλη το σήμα της Alpha Bank, το γνωστό έγκοιλο τετράγωνο, απ' όπου η τράπεζα προφανώς εμπνεύστηκε τον λογότυπό της. Μιλάμε για νομίσματα αργυρά, ώσπου να έρθει ο Φίλιππος Β' να οργανώσει τα μεταλλεία του Παγγαίου και να δημιουργήσει τον 4ο αιώνα π.Χ. τις πρώτες κοπές χρυσών νομισμάτων. Οι υπόλοιπες ελληνικές κοπές είναι ασημένιες. «Γι' αυτό θα πρέπει να ξέρετε ότι οι δαρεικοί, δηλαδή τα περσικά χρυσά νομίσματα, ήταν εκείνα που μπορούσαν να εξαγοράσουν συνειδήσεις και να δελεάσουν πολεμιστές να προδώσουν τη Σπάρτη ή την Αθήνα.
Ο Εφιάλτης που πρόδωσε τον Λεωνίδα και τους 300 είναι ένα πολύ γνωστό παράδειγμα». Υπήρχαν και οι αθηναϊκές γλαύκες, κραταιό σύμβολο της ισχυρής οικονομίας της πόλης, το οποίο διατηρούνταν απαράλλακτο με την Αθηνά στη μία πλευρά και τη γλαύκα στην άλλη ακόμα και για 200-300 χρόνια και χρησιμοποιούνταν και σε ευρύτερες περιοχές και όχι μόνο μέσα στη δικαιοδοσία της εκδότριας αρχής. «Είναι σαν να είχαν ισχύ δολαρίου», ένας ιδανικός τρόπος τελικά για να διατρανώνεις την αδιαμφισβήτητη κυριαρχία σου.
Πηγή: Μ. Αστραπέλλου, Το Βήμα
Δεν υπάρχουν σχόλια: