Θεσσαλονίκη: Στον σταθμό Σιντριβάνι του μετρό το αρχαιότερο ψηφιδωτό δάπεδο με παράσταση φοίνικα στην Ευρώπη
Η μοναδική παράσταση του φοίνικα σε κληματίδα εντοπίστηκε στην τρίκλιτη παλαιοχριστιανική βασιλική που ανασκάφηκε μπροστά από το κτήριο της Θεολογικής Σχολής.
Ένα κλαδί από άμπελο, με πλούσια διακόσμηση, με τσαμπιά από σταφύλια κι ανάμεσά τους σπουργίτια που τσιμπολογούν τους καρπούς ή παίζουν με τα φύλλα και στο κέντρο να δεσπόζει το μυθικό πουλί φοίνικας, με φωτοστέφανο και 13 ακτίνες που εκφεύγουν απευθείας από το κεφάλι. Η παράσταση αυτή κοσμεί ψηφιδωτό δάπεδο ενός μονόχωρου κοιμητηριακού ναού, του 5ου μ.Χ. αιώνα, του αρχαιότερου μέχρι σήμερα στη Θεσσαλονίκη και αποτελεί τη μοναδική με απεικόνιση φοίνικα σε δάπεδο στον ευρωπαϊκό χώρο.
Το ψηφιδωτό δάπεδο ήταν κάτω από το ιερό του μικρού ναού των αρχών του 5ου αιώνα μ.Χ., πάνω στον οποίον οικοδομήθηκε περίπου στα μέσα του ίδιου αιώνα η τρίκλιτη βασιλική, η οποία εντοπίστηκε μπροστά από το κτήριο της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., στη διάρκεια των ανασκαφών στον σταθμό Σιντριβάνι του μετρό.
Η ανασκαφέας της βασιλικής, καθηγήτρια Βυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης στο ΑΠΘ, Μελίνα Παϊσίδου, λέει στη Voria.gr πως «ο φοίνικας ως κεντρικό και κυρίαρχο θέμα μέσα σε ένζωδη (σ.σ. περιστοιχισμένη από ζώα) κληματίδα δεν έχει άλλο γνωστό μας παράλληλο στον ευρωπαϊκό χώρο σε ψηφιδωτό δάπεδο».
Η πολύχρονη έρευνα της κ. Παϊσίδου έδειξε ότι επιδαπέδια ψηφιδωτά με παράσταση φοίνικα έχουν βρεθεί στον ναό των Αγίων Μαρτύρων στη Χαμά (Επιφάνεια) της Συρίας (442 μ.Χ.), στον ναό του Umm Jerar στη Γάζα (6ος μ.Χ. αιώνας), στην ιουστινιάνεια βασιλική της Σαβάθρας στην Τριπολίτιδα (Λιβύη), ενώ αντίστοιχα ψηφιδωτά έχουν βρεθεί στην αψίδα του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό, καθώς και σε σαρκοφάγους του 3ου και κυρίως του τέλους του 4ου μ.Χ. αιώνα από τη νεκρόπολη του Βατικανού.
Παράσταση φοίνικα υπάρχει και στον τρούλο της Ροτόντας, στη δοξαστική παράσταση του Χριστού, σε μια σύνθεση με ομόκεντρους κύκλους που γεμίζουν με φυτά και καρπούς, ουράνιο τόξο και έναστρο ουρανό και περιβάλλουν τη μορφή του Χριστού ως αλληγορία του παραδείσου. Από την παράσταση στη Ροτόντα σώζεται μόνο το κεφάλι του φοίνικα με το φωτοστέφανο που αριθμεί 9 ακτίνες, καθώς και η αρχή του λαιμού του. Αυτή αναφερόταν μέχρι τώρα ως η μοναδική γνωστή απεικόνιση φοίνικα στον ελλαδικό χώρο. Αλλά η παράσταση του ψηφιδωτού στο δάπεδο από την τρίκλιτη βασιλική στο Σιντριβάνι, αλλάζει τα δεδομένα.
«Ο φοίνικας που συμβολίζει την αθανασία, την αφθαρσία και την αναγέννηση, με το φωτοστέφανο στο κεφάλι συμβολίζει τον Χριστό και συνδιαλέγεται στο ψηφιδωτό δάπεδο με το σωτηριολογικό και ευχαριστιακό περιεχόμενο της αμπέλου που λειτουργεί ως προϋπόθεση για την αθανασία μέσω της Θείας Ευχαριστίας. Ο παράδεισος αποδίδεται με την απεικόνιση πουλιών, ανάμεσα στα φύλλα, ενώ το ράμφισμα των σταφυλιών αποτελεί συμμετοχή στη Θεία Ευχαριστία», αναφέρει η κ. Παϊσίδου. Σύμφωνα μάλιστα με την ίδια, έχουν βρεθεί 7 σπουργίτια, εκτιμά ωστόσο ότι ήταν συνολικά 12, όσοι και οι Απόστολοι.
Επιπλέον, όπως αναφέρει, «η αναγεννησιακή δύναμη του φοίνικα, ο οποίος ξαναγεννιέται από τις στάχτες του, και η μοναδικότητα της υπόστασής του οδήγησαν στην αναγωγή του σε σύμβολο της αιώνιας δύναμης των Ρωμαίων αυτοκρατόρων. Για αυτό και εικονίζεται σε ρωμαϊκά νομίσματα, με αρχαιότερα εκείνα της εποχής των Αντωνίνων, αλλά και σε νομίσματα των πρώτων Βυζαντινών αυτοκρατόρων του 4ου αιώνα, όπως του Κωνσταντίνου, του Κωνστάντιου Β΄, του Βαλεντινιανού Β΄ και του Θεοδόσιου Α΄».
Ο μύθος του φοίνικα εμπεριέχει κοινά στοιχεία με τη γέννηση, τον θάνατο και την ανάσταση του Ιησού, ενώ η τελευταία εμφάνιση του πτηνού στη γη, όπως σημειώνεται σε κοπτικό κείμενο του α΄ μισού του 6ου αιώνα, συμπίπτει με την εποχή της γέννησης του Χριστού. Ο φοίνικας με το ακτινοβόλο φωτοστέφανο που απεικονίζεται σε νεκρικούς χώρους των πρώτων χριστιανικών αιώνων συμβολίζει τη νίκη της ζωής έναντι του θανάτου και την ευδαιμονία της παραδείσιας ζωής.
Το ξίφος του Γότθου πολεμιστή
Το ψηφιδωτό δάπεδο, βρέθηκε στο ιερό βήμα του κοιμητηριακού μονόχωρου ναού, εντός της οποίας ανασκάφτηκαν 7 τάφοι, μεταξύ αυτών και εκείνος του Γότθου πολεμιστή, ο οποίος θάφτηκε με όλο τον οπλισμό του, καθώς βρέθηκαν τμήμα της ασπίδας, η αιχμή του δόρατος και το ξίφος του διπλωμένο στα δύο, αφού δεν θα το χρησιμοποιούσε πλέον. Η πρακτική με το διπλωμένο (όχι σπασμένο) ξίφος είναι γνωστή στη δυτική Ευρώπη, αλλά συναντάται για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη και στη Μακεδονία γενικότερα, όπως αναφέρουν η κ. Παϊσίδου και ο συνεργάτης της, Ερρίκος Μανιώτης.
Αναφορικά με το ερώτημα «τι γυρεύει ένας Γότθος πολεμιστής στη Θεσσαλονίκη;», την απάντηση δίνουν οι πηγές, σύμφωνα με τις οποίες, την εποχή του Θεοδοσίου Β΄, στα μέσα του 5ου αιώνα -όπως ακριβώς έχει τοποθετηθεί χρονολογικά ο τάφος, μεταξύ 430-450 μ.Χ.- Γότθοι μισθοφόροι είχαν εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη και στον ευρύτερο χώρο της Βαλκανικής για να προστατεύουν τα σύνορα της αυτοκρατορίας από εχθρικές επιδρομές. Μάλιστα, ειδικά για τη Θεσσαλονίκη, οι Γότθοι συνδέονται με το αιματοκύλισμα και τη μεγάλη σφαγή 7.000 Χριστιανών στον Ιππόδρομο το 390 μ.Χ.
Στα έγκατα του μετρό η τρίκλιτη βασιλική
Ο μονόχωρος κοιμητηριακός ναός των αρχών του 5ου αιώνα καταστράφηκε και στα θεμέλιά του οικοδομήθηκε στα μέσα του ίδιου αιώνα η τρίκλιτη βασιλική, με ορατό μήκος 13,50 μέτρα και συνολικό πλάτος 16 μέτρα, συγκαταλέγεται δηλαδή στις μικρές βασιλικές. Το εντυπωσιακό ψηφιδωτό διατηρήθηκε στη βάση του ιερού, αφού κρίθηκε ως σπουδαίο έργο τέχνης. Στο πέρασμα των χρόνων ο ναός γνώρισε δύο ανακαινίσεις, ενώ καταστράφηκε τον 7ο αιώνα, είτε λόγω αραβοσλαβικών επιδρομών είτε -πιθανότατα- από σεισμό, και εγκαταλείφθηκε οριστικά κάπου στον 8ο-9ο αιώνα, σύμφωνα με την ανασκαφική τεκμηρίωση.
«Η θέση του ναού, η πρωιμότητά του, η διάρκεια στον χρόνο και οι επάλληλες ανακαινίσεις του, τον εντάσσουν στα κορυφαία εκκλησιαστικά ιδρύματα της Θεσσαλονίκης της πρώτης χιλιετίας. Είναι πιθανόν η ίδρυσή του να συνδέεται με κάποιον από τους επιφανείς Θεσσαλονικείς μάρτυρες του διωγμού επί Μαξιμιανού και Διοκλητιανού. Η σταδιακή εξέλιξη του κτίσματος και οι μεγάλοι βοηθητικοί χώροι θα μπορούσαν να τον συσχετίσουν και με μοναστικό ίδρυμα της πρωτοβυζαντινής Θεσσαλονίκης», αναφέρει η κ. Παϊσίδου.
Σε ποιον ήταν αφιερωμένος ο ναός αυτός; Η έρευνα δεν έχει δώσει αποτέλεσμα ακόμη σε τούτο το ερώτημα. Αρκετά σοβαρή θεωρείται η μαρτυρία του Γάλλου περιηγητή, Paul Lucas, όταν το 1714 σε περίπατο που έκανε έξω από την Κασσανδρεωτική πύλη και ανάμεσα στα μνήματα είδε τη θέση τού άλλοτε ωραίου ναού του Αγίου Γεωργίου από τον οποίο σώζονταν μόνο 10 ή 12 κίονες. Η αρχαιολογική σκαπάνη αποκάλυψε σήμερα μόνο τις βάσεις των κιόνων και, σύμφωνα με την κ. Παϊσίδου, αυτή είναι «μια γοητευτική υπόθεση εργασίας».
Οι αρχαιολόγοι ανέσκαψαν, φωτογράφησαν και αποτύπωσαν την τρίκλιτη βασιλική για την οποία το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο είχε αποφασίσει αρχικά να μεταφερθεί μέσα στο campus του ΑΠΘ, αλλά μεταγενέστερη απόφασή του έδωσε το πράσινο φως για την κατάχωση τόσο του ναού όσο και των 7 τάφων.
Όλα τα κινητά ευρήματα ωστόσο αποξηλώθηκαν, συντηρήθηκαν και θα εκτεθούν σε κάποιο από τα μουσεία που κατασκευάζονται για τις αρχαιότητες του μετρό. Μεταξύ αυτών είναι και το ψηφιδωτό δάπεδο με τη μοναδική παράσταση του φοίνικα, που θα ξαναγεννηθεί και θα βγει στο φως.
* Οι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από την κ. Μελίνα Παϊσίδου
Πηγή: Μ. Ριτζαλέου, Voria
Δεν υπάρχουν σχόλια: