Επιβλητικά αρχαιολογικά ευρήματα στην Κέρο -Πυραμίδες, εργαστήρια μετάλλου, αποχετευτικό σύστημα [εικόνες]
Απρόσμενα αρχαιολογικά ευρήματα στην καρδιά του Αιγαίου. Oι νέες ανασκαφικές έρευνες στο απομακρυσμένο νησί της Κέρου εφεραν στην επιφάνεια πραγματικούς θησαυρούς.
Το νησί της Κέρου, που βρίσκεται στις Κυκλάδες νότια της Νάξου, ήταν γνωστό μέχρι πρόσφατα για τα μοναδικά τελετουργικά δρώμενα που λάμβαναν χώρα εκεί πριν 4.500 χρόνια, με κύριο χαρακτηριστικό την εναπόθεση σπασμένων μαρμάρινων ειδωλίων.
Ο προϊστορικός οικισμός του Δασκαλιού
Στο δυτικότερο ακρωτήρι της Κέρου (που πλέον αποτελεί ένα μικρό νησάκι λόγω της ανόδου της στάθμης της θάλασσας), ακριβώς δίπλα από το προϊστορικό ιερό, βρίσκεται ο προϊστορικός οικισμός του Δασκαλιού.
Εκεί, οι νέες ανασκαφές φέρνουν στο φως πλήθος επιβλητικών και πυκνά δομημένων κατασκευών, πολύ πιο εντυπωσιακών από ό, τι πιστεύαμε μέχρι σήμερα, αποδεικνύοντας πως πρόκειται για μια από τις πιο σημαντικές θέσεις στο Αιγαίο της πρώιμης Εποχής του Χαλκού (3η χιλιετία π.Χ.).
Όπως αναφέρει η ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού, τα νέα ευρήματα δείχνουν ότι το Δασκαλιό καλυπτόταν σχεδόν εξ ολοκλήρου με μοναδικά μνημειακά οικοδομήματα, χτισμένα με πέτρα φερμένη από τη Νάξο, παρά την απόσταση των περίπου 10 χιλιομέτρων που χωρίζει τα δύο νησιά.
Ο καθηγητής Colin Renfrew του Πανεπιστημίου του Cambridge, συν-διευθυντής της ανασκαφής, υποστηρίζει ότι το ακρωτήρι με την στενή δίοδο που το ένωνε με την Κέρο απέκτησε κεντρικό ρόλο καθώς αποτελούσε το καλύτερο φυσικό λιμάνι του νησιού, έχοντας εξαιρετική θέα στο βόρειο, νότιο και το δυτικό Αιγαίο.
Ο καθηγητής Colin Renfrew στην κορφή του Δασκαλιού
Το Δασκαλιό έχει φυσικό πυραμιδοειδές σχήμα που οι εξειδικευμένοι τεχνίτες της εποχής ανέδειξαν ακόμα περισσότερο κατασκευάζοντας επάλληλες σειρές από ογκώδεις αναλημματικούς τοίχους, κάνοντάς το να μοιάζει με βαθμιδωτή πυραμίδα. Στις επίπεδες αναβαθμίδες που σχηματίζονταν ανάμεσα στους τοίχους, οι κτίστες χρησιμοποίησαν τη ναξιώτικη πέτρα για να δημιουργήσουν εντυπωσιακές, λαμπρές κατασκευές.
Mέλη της ανασκαφικής ομάδας εν ώρα εργασίας
Η ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής αρχαιολόγους από το Πανεπιστήμιο του Cambridge, την Εφορεία Κυκλάδων και το Ινστιτούτο Κύπρου, υπολογίζει ότι εισήχθησαν περισσότεροι από 1.000 τόνοι πέτρας. Το νησί ήταν χτισμένο από άκρη σε άκρη, δίνοντας την εντύπωση ενός ενιαίου μεγαλειώδους μνημείου που αναδύεται από τη θάλασσα. Το οικιστικό αυτό συγκρότημα είναι έως σήμερα το μεγαλύτερο γνωστό στις Κυκλάδες την εποχή εκείνη.
Σκάβοντας μια εντυπωσιακή κλίμακα που ήρθε στο φως στα κατώτερα αναλήμματα, οι αρχαιολόγοι διαπίστωσαν την προηγμένη τεχνογνωσία και κατασκευαστική δεινότητα αυτού του πολιτισμού, 1.000 ολόκληρα χρόνια πριν από τα φημισμένα ανάκτορα των Μυκηναίων.
Κάτω από τα σκαλιά και ανάμεσα στους τοίχους ανακάλυψαν ένα εξελιγμένο σύστημα αποστραγγιστικών αγωγών, που υποδηλώνει μια πολυλειτουργική αρχιτεκτονική, προσεκτικά σχεδιασμένη εκ των προτέρων. Οι αναλύσεις που γίνονται σε υλικό από το εσωτερικό των αγωγών θα δείξουν εάν αυτοί ήταν αποχετευτικοί ή εξυπηρετούσαν τη μεταφορά καθαρού νερού.
Μικροσκοπικό μαρμάρινο ειδώλιο
Πώς εξηγείται ένα τόσο σύνθετο κατασκευαστικό πρόγραμμα στη συγκεκριμένη θέση; Τα τελετουργικά δρώμενα που πραγματοποιούνταν στο γειτονικό ιερό μαρτυρούν πως ήδη η θέση είχε ιδιαίτερη σημασία για τους Κυκλαδίτες. Μια άλλη πτυχή της ανάπτυξης του Δασκαλιού εντοπίζεται στη χρήση νέων γεωργικών πρακτικών, για την καλλιέργεια της ελιάς και του σταφυλιού.
Πίθοι εγκιβωτισμένοι στο δάπεδο για αποθήκευση λαδιού ή σιτηρών
Το χώμα της ανασκαφής εξετάζεται εξονυχιστικά καθώς μικροσκοπικά στοιχεία, όπως καμένοι σπόροι, φυτόλιθοι (ανόργανα φυτικά κατάλοιπα με σύσταση πυριτίου), καμένο ξύλο, οστά ζώων και ψαριών, δίνουν πλούσιες πληροφορίες.
H ανάλυση λιπιδίων και αμύλου σε κεραμικά αγγεία και λίθινα εργαλεία δίνει επίσης στοιχεία για την παραγωγή και την κατανάλωση τροφίμων. Τα απανθρακωμένα φυτικά κατάλοιπα προέρχονται κυρίως από όσπρια και καρπούς, όπως το σταφύλι, οι ελιές, τα σύκα και τα αμύγδαλα, αλλά και δημητριακά, όπως το δίκοκκο σιτάρι και το κριθάρι. Από τα στοιχεία αυτά επισημαίνεται ότι η Κέρος δεν ήταν αυτοσυντηρούμενη, δηλαδή μεγάλο μέρος των τροφίμων εισαγόταν από αλλού και βάσει αυτών των νέων στοιχείων, πρέπει να αναθεωρηθούν οι γνώσεις μας για τα δίκτυα ανταλλαγών της εποχής του Χαλκού, προκειμένου να συμπεριλάβουμε σ’ αυτά και την ανταλλαγή τροφίμων.
Οι κάτοικοι του Δασκαλιού ήταν έμπειροι μεταλλουργοί
Η μεταλλουργία, η πιο σημαντική τεχνολογία της 3ης χιλιετίας π.Χ., έπαιξε επίσης σημαντικό ρόλο. Οι κάτοικοι του Δασκαλιού ήταν έμπειροι μεταλλουργοί, όπως δείχνουν σαφείς ενδείξεις που εντοπίζονται παντού στη θέση. Κοιτάσματα χαλκού δεν υπάρχουν στην Κέρο, οπότε είναι βέβαιο πως όλες οι πρώτες ύλες εισάγονταν από αλλού (από άλλα νησιά του Αιγαίου όπως η Σέριφος ή η Κύθνος, ή από την ηπειρωτική Ελλάδα).
Η εκκαμίνευση μετάλλου από τα εισηγμένα μεταλλεύματα γινόταν βόρεια ακριβώς του ιερού, εκεί όπου οι άνεμοι ήταν ισχυρότεροι, ώστε να μπορούν να επιτευχθούν οι πολύ υψηλές θερμοκρασίες που απαιτούνται για τη διαδικασία αυτή. Δραστηριότητες όπως η τήξη των μετάλλων και η χύτευση αντικειμένων ήταν πολύ συνηθισμένες μέσα στα κτίρια του Δασκαλιού.
Οι νέες ανασκαφές έφεραν στο φως δύο εργαστήρια μεταλλοτεχνίας, με χαρακτηριστικά κατάλοιπα κατεργασίας καθώς και συναφή αντικείμενα. Σε ένα από αυτά τα δωμάτια βρέθηκαν ένας μολύβδινος πέλεκυς, μια μήτρα για την κατασκευή χάλκινων μαχαιριών, καθώς και δεκάδες κεραμικά θραύσματα καλυμμένα με υπολείμματα χαλκού (όπως tuyères, τα κεραμικά άκρα φυσερών που χρησιμοποιούνται για να διοχετεύουν αέρα στη φωτιά και να αυξάνεται η θερμοκρασία).
Σε ένα άλλο δωμάτιο, που εντοπίστηκε στο τέλος της φετινής ανασκαφικής περιόδου, βρέθηκε το ανώτερο τμήμα ενός άθικτου πήλινου φούρνου, ο οποίος υποδηλώνει έναν ακόμα χώρο μεταλλουργικής δραστηριότητας που θα ανασκαφεί πλήρως την επόμενη χρονιά.
Ο Δρ. Michael Boyd από το Πανεπιστήμιο του Cambridge, συν-διευθυντής της ανασκαφής, επισημαίνει ότι σε μια εποχή όπου η τεχνογνωσία και η πρόσβαση σε πρώτες ύλες ήταν περιορισμένες, φαίνεται πως το Δασκαλιό αποτελούσε κέντρο μεταλλουργικής εξειδίκευσης.
Και συμπληρώνει ότι ουσιαστικά, παρατηρούνται οι αρχές της αστικοποίησης:
α) συγκεντρωτισμός, δηλαδή η συμμετοχή απομακρυσμένων κοινοτήτων σε δίκτυα με έδρα αυτή τη θέση,
β) εντατικοποίηση της βιοτεχνίας και της γεωργικής παραγωγής,
γ) επιβλητικότητα στην αρχιτεκτονική, και
δ) σταδιακή υπαγωγή των τελετουργικών πτυχών του ιερού στο ευρύτερο πλαίσιο λειτουργίας της θέσης. Όλα αυτά μαρτυρούν διεργασίες κοινωνικών αλλαγών, από την παλαιότερη περίοδο όπου οι δραστηριότητες επικεντρώνονταν σε τελετουργικές πρακτικές στην Κέρο μέχρι την αυξανόμενη ισχύ του Δασκαλιού στα επόμενα χρόνια.
Οστέινο σφραγιστικό δαχτυλίδι
Στην ανασκαφή της Κέρου εφαρμόζονται πρωτοποριακές για την αιγαιακή αρχαιολογία μέθοδοι καταγραφής.
Όλα τα δεδομένα καταγράφονται ψηφιακά, μέσω μιας νέας εφαρμογής για τεχνολογία iOS που ονομάζεται iDig. Για πρώτη φορά, ανασκαφικά δεδομένα και αποτελέσματα εργαστηριακής μελέτης καταγράφονται ταυτόχρονα στο ίδιο σύστημα, έτσι ώστε κάθε μέλος της ανασκαφικής ομάδας να έχει άμεση πρόσβαση σε όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο.
Τρισδιάστατα μοντέλα των ανασκαφικών τομών δημιουργούνται σε όλα τα στάδια της έρευνας με τη χρήση φωτογραμμετρίας, ενώ στο πέρας της ανασκαφικής περιόδου ο χώρος αποτυπώνεται λεπτομερώς με σαρωτή λέιζερ από την εξειδικευμένη ομάδα του Ινστιτούτου Κύπρου.
Κατά τη διάρκεια της φετινής ανασκαφικής περιόδου, το Ινστιτούτο Κύπρου και το Πανεπιστήμιο του Cambridge συνδιοργάνωσαν για δεύτερη φορά ένα υψηλών προδιαγραφών εκπαιδευτικό πρόγραμμα πρακτικής εξάσκησης στο πεδίο. Φοιτητές από την Ελλάδα, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, τις ΗΠΑ, τον Καναδά και το Ηνωμένο Βασίλειο συμμετείχαν στην ανασκαφή, αποκομίζοντας πολύτιμη εμπειρία σε σύγχρονες ανασκαφικές μεθόδους και καινοτόμες επιστημονικές τεχνικές. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα προάγει τις αρχές της αρχαιολογικής επιστήμης, χάρη στον συνδυασμό διδασκαλίας και έρευνας κατά τη διάρκεια της ανασκαφικής διαδικασίας.
Οι ανασκαφές Κέρου αποτελούν ερευνητικό πρόγραμμα της Βρετανικής Σχολής Αθηνών και διεξάγονται κατόπιν άδειας του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. Το πρόγραμμα διευθύνεται από τους Καθ. Colin Renfrew και Δρ. Michael Boyd (McDonald Institute for Archaeological Research, Πανεπιστήμιο του Cambridge). Το πρόγραμμα υλοποιήθηκε με την οικονομική υποστήριξη των: Ινστιτούτο Αιγαιακής Προϊστορίας (INSTAP), Ινστιτούτο Κύπρου (the Cyprus Institute), the McDonald Institute for Archaeological Research, the British Academy, the Society of Antiquaries of London, the Gerda Henkel Stiftung, National Geographic Society, Cosmote, Blue Star Lines, EZ-dot και ιδιωτικών χορηγιών.
Πηγή: iefimerida.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια: