Ο Λάζαρος Σώχος (1862-1911) ήταν διακεκριμένος Έλληνας γλύπτης του 19ου αιώνα.
Γεννήθηκε το 1862 στην Τήνο. Οι γονείς του ήταν άποροι γεωργοί. Σε ηλικία εννέα χρονών εγκατέλειψε την πατρίδα του ζητώντας πόρους ζωής. Πήγε στην Κωνσταντινούπολη σε κάποιον θείο του, λιθοξόο το επάγγελμα. Μπήκε στην τέχνη και με ζήλο, εκτός από την λιθοξοΐα έμαθε και τα βασικά στοιχεία της γλυπτικής, ενώ πήγαινε και στο σχολείο για να μάθει γράμματα.
Ζήτησε επίμονα και πήγε στην καλλιτεχνική σχολή του Γάλλου Guillemet στο Σταυροδρόμι. Εκεί κατέκτησε αμέσως τον θαυμασμό και την εκτίμηση των δασκάλων του. Στην σχολή αυτή γνωρίστηκε με την συμμαθήτριά του Θηρεσία Γ. Ζαρίφη.
Όταν ο Guillemet πέθανε και η σχολή του έκλεισε, ο Σώχος, με μόνο εφόδιο μια συστατική επιστολή, κατέφυγε στην Αθήνα και στον Δρόση. Εκεί δούλεψε στο εργαστήριο του καλλιτέχνη επί μικρού πενιχρού μισθού, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα γλυπτικής στο Πολυτεχνείο και ζωγραφικής στον Λύτρα. Τελικά αποφοίτησε με άριστα σε όλες τις τάξεις γλυπτικής και ζωγραφικής.
Μαθητής ακόμα φιλοτέχνησε τα δύο αγάλματα που κοσμούν τα ανάκτορα, τον «Περσέα φέροντα την κεφαλή της Μέδουσας» και τον «Οδυσσέα αναγνωριζόμενο υπό του Άργους». Το πρώτο τιμήθηκε το 1884 με το Θωμαΐδειο βραβείο.
Στο Πανεπιστήμιο ξανασυνάντησε την παλιά συμμαθήτριά του, η οποία τώρα ήταν κυρία Α. Βλαστού, και συγκινημένη από την αφοσίωση του σεμνού μαθητή, του προσέφερε μηνιαίο χρηματικό βοήθημα για να αποπερατώσει τις σπουδές του. Αυτή τον έστειλε και στο Παρίσι για να συνεχίσει και να εμβαθύνει τις καλλιτεχνικές του σπουδές. Στο Παρίσι διακρίθηκε και κέρδισε σε διάφορους διαγωνισμούς συνολικά δεκαεπτά αργυρά και χάλκινα μετάλλια προόδου.
Έγινε καθηγητής στην Σχολή των Καλών Τεχνών. Έργο του ήταν η αναστήλωση του Λέοντα της Χαιρώνειας. Φιλοτέχνησε επίσης πολλά έργα, τα οποία όλα σχεδόν κατά καιρούς βραβεύτηκαν.
Απεβίωσε στην Αθήνα από μηνιγγίτιδα το 1911.
Σημαντικότερα έργα του
Από τα έργα του γνωστότερα είναι η προτομή του Κοραή στο Παρισινό κοιμητήριο Montparnasse, και ο έφιππος ανδριάντας του Κολοκοτρώνη, έργο βραβευμένο από το Ελληνικό τμήμα της Διεθνής Παρισινής έκθεσης του 1900 και την Ακαδημία της Ρώμης. Η χύτευση του ανδριάντα του Κολοκοτρώνη έγινε, σε δύο αντίτυπα, στο Παρίσι.
Το υλικό προερχόταν από κανόνια της Επανάστασης που υπήρχαν στο Κάστρο του Παλαμηδίου. Από τα δύο αντίτυπα, το ένα τοποθετήθηκε στο Ναύπλιο το 1901 και βρίσκεται σήμερα στον λεγόμενο "Βοτανικό Κήπο" του Ναυπλίου ή "Πάρκο Κολοκοτρώνη", και το δεύτερο στην Αθήνα το 1904, και σήμερα βρίσκετα δίπλα από την Παλαιά Βουλή. Ως καλύτερα των έργων του θεωρούνται τα δύο ανάγλυφα που βρίσκονται στην βάση του Ανδριάντα του Κολοκοτρώνη.
Στο Παρισινό Σαλόνι του 1830 βραβεύτηκε, επίσης, το έργο του "Μούσα επιστρέφουσα εις την Ακρόπολιν", το οποίο πήρε ευμενείς κριτικές στο «Revue des Beaux Arts». Σε διαγωνισμό βραβεύτηκε και το μνημείο του Βύρωνα, το οποίο, όμως, δεν αποπεράτωσε. Φιλοτέχνησε, επίσης, τα δύο μνημεία του Ζαρίφη και του Συγγρού, του οποίου μίκρυνση είχε στείλει στην έκθεση της Ρώμης
ΑΘΗΝΑ, 1950. Μεταφορά του αγάλματος του Κολοκοτρώνη στη νέα θέση του στον περίβολο της Παλαιάς Βουλής. Αρχικά, το 1904, είχε τοποθετηθεί στην διασταύρωση της οδού Κολοκοτρώνη με την οδό Σταδίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια: