Αρχαία Ελληνική Κιθάρα (Κιθάρα του Απόλλωνα ή Κιθαρίς) - Ανακατασκευή
Είναι έγχορδο όργανο, πιο τελειοποιημένο και πιο επεξεργασμένο από τη λύρα, αν και, για τους αρχαίους ήταν συνώνυμη με αυτή, όπως και τη φόρμιγγα.
Διέφερε όμως ως προς το ηχείο, το μέγεθος και την ηχητικότητα. Οι δύο βραχίονες ήταν δυνατοί και συμπαγείς. Το μέγεθος ήταν μεγαλύτερο και ο τόνος πιο πλατύς και ηχηρός. Στο σύνολό της η κιθάρα ήταν πιο βαριά και πιο γεροδεμένη΄ ο εκτελεστής, που συνήθως ήταν καθήμενος, κρατούσε όρθια, σε μια σχεδόν κάθετη θέση, με κάποια κλίση προς τα μέσα, ενώ η λύρα, που ήταν κατά πολύ ελαφρότερη, κρατιόταν λοξά, (προς τα έξω συνήθως).
Εκτός από τις χαρακτηριστικές αυτές διαφορές, η κιθάρα είχε στενή συγγένεια με τη λύρα και από άλλη άποψη αληθινά, θα μπορούσε να λεχθεί πως ήταν ένας πιο τελειοποιημένος τύπος λύρας, αλλά ενώ η λύρα παρέμεινε στους ερασιτέχνες, η κιθάρα όργανον τεχνικόν, επαγγελματικό: ούτε γαρ αυλούς εις παιδείαν ακτέον, ούτ’ άλλο τεχνικόν όργανον, οίον κιθάρα (ούτε οι αυλοί, ούτε άλλο [τεχνικό] επαγγελματικό όργανο (που χρειάζεται επαγγελματική δεξιότητα ).
Ενώ δε η λύρα ενέπνεε μεγάλο σεβασμό ως εθνικό κυρίως όργανο και χρησιμοποιούνταν για την εκπαίδευση των νέων, η κιθάρα ήταν σε μεγάλη τιμή στους Ολυμπιακούς αγώνες (Ολυμπία, Πύθια, Νεμέα, Ίσθμια κ.τ.λ.) και σε διάφορους καλλιτεχνικούς και μουσικούς διαγωνισμούς.
Αυτά τα αρχαιότατα έπη του Ομήρου συνοδεύονταν από την φόρμιγγα ή την κιθάρα . Γι’ αυτό τόσο η κιθαρωδία , όσο και η κιθαριστική τέχνη εφαρμόστηκαν, αναπτύχθηκαν και δοξάστηκαν από φημισμένους αρχαίους μουσικούς.
Στους προκλασσικούς χρόνους η κιθάρα είχε από τρεις έως επτά χορδές η επτάχορδη κιθάρα ήταν μια καινοτομία του Τέρπανδρου ( 7ος αι. π.χ.). Στον 6ο αι. προστέθηκε 8η χορδή και στον 5ο αι. χρησιμοποιήθηκαν κιθάρες με 9, 10, 11 και 12 χορδές. Για την ετυμολογία της λέξεως δεν κάνουμε καθόλου λόγω εδώ, γιατί είναι συγκεχυμένη.
Δεν υπάρχουν σχόλια: