Πάντα ρει, αλλά πώς;

«Ποταμώ ουκ έστιν εμβήναι δις τω αυτώ». Δηλαδή δεν μπαίνεις δύο φορές στο ίδιο ποτάμι κατά τον Ηράκλειτο, ο οποίος ήδη 500 χρόνια π.Χ. πίστευε επίσης ότι ο κόσμος δεν είναι αποτέλεσμα δημιουργίας ή γένεσης αλλά προϋπάρχει προαιώνια.

Και πολλές από τις έρευνες που έχουν γίνει ως σήμερα τείνουν να τον δικαιώσουν. Από τα μεγαλύτερα ως και τα πιο καθημερινά. Διότι μπαίνουμε κι εμείς κάθε ημέρα στο δικό μας ποτάμι. Είμαστε σε καθημερινή κίνηση, ατομική, τοπική αλλά και συμπαντική. Σε μια διαρκή ροή με άλλα λόγια, που μέσα σε αυτή ζούμε βγάζοντας και κάποια δικά μας συμπεράσματα. Μόνο που δεν είμαστε όλοι... Ηράκλειτοι.

Το δίλημμα της κυλιόμενης σκάλας

Είσαι μπροστά στις κυλιόμενες σκάλες, που πολλαπλασιάστηκαν με την έλευση των υπόγειων σιδηροδρομικών γραμμών αλλά και των πολυκαταστημάτων. Ποιος είναι ο σωστός τρόπος συμπεριφοράς; Δυο-δυο σε κάθε σκαλοπάτι αλλά ακίνητοι μέχρι να φθάσουμε μαζί στο τέρμα ή δεξιά οι ακίνητοι, αριστερά όσοι ταυτόχρονα με τη σκάλα θέλουν να κινούνται κάνοντας και λίγο... διάδρομο; Ε, ναι λοιπόν, έγιναν έρευνες, εθελοντές έκαναν τεχνητές ουρές και χρονομετρήθηκαν, μπήκαν σε λειτουργία υπολογιστές, για να μελετηθούν προσομοιώσεις σχετικά με το φαινομενικά απλό αυτό θέμα.

Τα αποτελέσματα, τα οποία δημοσιεύθηκαν αυτόν τον Απρίλιο και στους «New York Times» (21.4.2017, σελ. 2), διαψεύδουν κατά κάποιον τρόπο τη λογική που έχει επικρατήσει. Διότι όποιος κινείται στην αριστερή πλευρά, που μένει κενή, ατομικά καταφέρνει να φθάσει πιο γρήγορα στο τελευταίο σκαλοπάτι. Ωστόσο, αν λάβουμε υπόψη τη μετακίνηση ενός συνόλου ανθρώπων που συνωστίζονται στην αρχή της σκάλας, η έρευνα έδειξε ότι όλοι μαζί μετακινούνται πιο γρήγορα αν «επιβιβάζονται» όσοι χωρούν στο κάθε σκαλοπάτι και μένουν εκεί ακίνητοι ως το τέλος. Επιπλέον, μια μεγάλη εταιρεία ανελκυστήρων, η οποία δραστηριοποιείται και εδώ στην Ελλάδα, απάντησε στην έρευνα ότι συνιστά αυτόν τον τρόπο, διότι θεωρεί πως έτσι προκύπτουν και λιγότερα ατυχήματα.

Ορθοπεταλιές

«Στον σοσιαλισμό φθάνεις μόνο με το ποδήλατο» ήταν ο εντυπωσιακός τίτλος ενός παλιού βιβλίου που είχε γράψει ο κροάτης-αυστριακός φιλόσοφος Ιβάν Ιλιτς (1926-2002). Προφανώς όμως, για να φθάσεις, πρέπει να ξέρεις ποδήλατο. Με το παράδοξο να είναι ότι μαθαίνει ο κόσμος ποδήλατο χωρίς να έχει καταλάβει μερικές φορές τι είναι αυτό που τον κρατάει σε ισορροπία επάνω στις δύο ρόδες. Νομίζει ότι είναι η όσο γίνεται μεγαλύτερη ταχύτητα ή τα λάστιχα που έρχονται σε επαφή με τον δρόμο (αν και έχουν γίνει δοκιμές και σε πάγο). Εχουν γραφτεί εκατοντάδες σελίδες γύρω από το θέμα.

Σήμερα πάντως, χάρη στην προσπάθεια και του περιοδικού «New Scientist» (βλ. π.χ. «Do polar bears get lonely?», σελ. 182-186), γίνεται μια προσπάθεια να πεισθούν και οι πιο αμετανόητοι πως δεν χρειάζεται να έχεις σπουδάσει Μηχανική σε ανώτερη σχολή και να έχεις εμπεδώσει τη θεωρία των γυροσκοπίων για να καταλάβεις τι είναι αυτό που σε κρατάει σε ισορροπία καθώς «ρέεις» μέσα στην κυκλοφορία ή κυλάς αμέριμνα σε έναν εξοχικό δρόμο. Είσαι εσύ και μόνον εσύ. Αρκεί να κινείς σωστά το τιμόνι και το σώμα σου να κρατάει το κέντρο βάρους μέσα στο ισχνό, είναι η αλήθεια, επίπεδο στήριξης που δημιουργεί ο σχεδόν δύο διαστάσεων σκελετός.

Όταν το ποδήλατο είναι ακίνητο, είναι πολύ πιο δύσκολο να κρατήσεις ισορροπία, χρειάζονται πολύ πιο γρήγορες κινήσεις στο τιμόνι και συντονισμός με το σώμα. Αλλά η μεγαλύτερη ταχύτητα δεν λύνει πάντα τα προβλήματα. Διότι τότε θα έπρεπε σε έναν μεγάλο κατήφορο να μην κινδυνεύεις καθόλου, κάτι που όμως δεν συμβαίνει. Βέβαια, υπάρχει και η περίπτωση όπου κάνεις ποδήλατο χωρίς χέρια. Εκεί μοιράζεις πιο σωστά το βάρος του σώματος, κατευθύνεις με τα πόδια, ενώ βοήθεια στην ισορροπία, επιτρέποντας χρόνο αντίδρασης, δίνει και η απόσταση που δημιουργείται ανάμεσα στο σημείο επαφής της ρόδας με τον δρόμο και στο σημείο που, νοητά, συναντά το μπροστινό πιρούνι το έδαφος (trail). Είναι συνήθως 5 ως 6 εκατοστά, ενώ στις μοτοσικλέτες για καλύτερη ισορροπία, για να πιάνουν τις μεγάλες ταχύτητες, φθάνει και τα 8 εκατοστά (δίνοντας αδράνεια στις χαμηλές ταχύτητες).

Με προσπερνούν, με προσπερνούν...

Πόσο ζεν τύπος πρέπει να είσαι για να μην αντιδράσεις; Οταν μαγκωμένος στην κίνηση, κατεβαίνοντας δίπλα στον Κηφισό ή στην περιφερειακή της Θεσσαλονίκης, βλέπεις τους δίπλα να περνούν ενώ σου φαίνεται πως οι δικές σου ρόδες έχουν κολλήσει στην άσφαλτο με... ούχου. Κι όμως, μπορεί να έχεις δίκιο εσύ, που δεν αρπάζεις το τιμόνι να το στρίψεις προς τα εκεί όπου φαίνεται πως η ροή είναι γρηγορότερη. Από το 1999 δύο ερευνητές στον Καναδά, οι Ρεντελμέιερ και Τιμπσιρανί, με εργασία τους που δημοσιεύθηκε στο γνωστό επιστημονικό περιοδικό «Nature» (401, 35) προσπάθησαν να πείσουν τους οδηγούς ότι η αλλαγή λωρίδας κυκλοφορίας ίσως και να μην είναι η πιο έξυπνη κίνηση (people.brandeis.edu/~moshep/Projects/DoTheyReallyMove Faster/133.redelmeier.pdf).

Στην αρχή δούλεψαν με παραδοχές και προσομοιώσεις στον υπολογιστή (με S-PLUS στατιστική), μετά κάνοντας λήψεις βίντεο σε δρόμους μεγάλης και πυκνής κυκλοφορίας, τέλος με ερωτήσεις σε φοιτητές που είχαν δίπλωμα οδήγησης. Το συμπέρασμα ήταν πως τις πιο πολλές φορές (πέρα από περιπτώσεις όπου αντικειμενικά σε μια λωρίδα κάτι απρόοπτο συμβαίνει, όπως σύγκρουση, είμαστε πίσω από ένα βαρύ και αργοκίνητο όχημα, βγαίνουμε σε άλλον μεγαλύτερο δρόμο κ.λπ.) μας φαίνεται ότι οι άλλοι έχουν πάρει «καλύτερη» λωρίδα. Συνήθως ο χρόνος όπου προσπερνούμε τους άλλους είναι μικρότερος από τον χρόνο όπου οι άλλοι μάς προσπερνούν.

Αν όμως είχαμε μια γενικότερη αντίληψη της κυκλοφορίας σε ολόκληρο τον δρόμο, θα διαπιστώναμε ότι κινούμαστε περίπου με τον ίδιο ρυθμό όλοι. Και εδώ υπάρχει η ίδια διαπίστωση, όπως και με τις κυλιόμενες σκάλες. Σκεπτόμενοι όλοι την κοινή πορεία, αποδεικνύεται πως κατά μέσον όρο θα κινηθούμε γρηγορότερα αν δεν αλλάζουμε λωρίδα. Μαζί βέβαια και με το ότι οι συγκρούσεις θα είναι λιγότερες. Κάτι που δεν χρειαζόταν βέβαια η έρευνα αυτή για να το καταλάβουμε (ναι, για τη ΛΕΑ - λωρίδα έκτακτης ανάγκης - δεν αναφέρθηκε κάτι στην έρευνα. Σίγουρα από εκεί θα πας πιο γρήγορα, αν και θα σκεφθούν να κάνουν το ίδιο και χιλιάδες άλλοι συν-Ελληνες).

Υπάρχει η άκρη του κόσμου;

Και αν το μυαλό πετάξει πιο ψηλά από τον πλανήτη Γη, έρχεται το αναπόφευκτο ερώτημα: Τελειώνει κάπου το Σύμπαν; Αρκετοί άνθρωποι πιστεύουν πως, δεν μπορεί, κάπου θα υπάρχει ένα τέλος και για το Σύμπαν (ίσως και να πέφτεις στο κενό μετά από εκεί!). Τα πράγματα όμως δεν είναι καθόλου έτσι. Αλλά πρέπει να αλλάξουμε εντελώς τρόπο σκέψης για να το καταλάβουμε:

-Το Σύμπαν δεν είναι μια μπάλα που έχει κέντρο και όσο της βάζεις αέρα αυξάνεται σε όγκο. Δεν έχει κέντρο και το παράδειγμα της μπάλας δίνει λανθασμένη εικόνα.

-Μπορεί τα υλικά σώματα κοντά και γύρω από αυτά να προκαλούν μια καμπύλωση του χώρου. Ωστόσο έχει διαπιστωθεί ότι σε μεγάλες εκτάσεις όταν θεωρείται το Σύμπαν είναι ισοτροπικό, άρα εκεί δεν έχουμε καμπύλωση του χώρου, άρα δεν μπορεί να είναι μια σφαίρα που διογκώνεται στο κενό (άσε που το κενό όπως το ξέρουμε και το δημιουργούμε εδώ στη Γη είναι γεμάτο από σωματίδια, τα οποία όμως αλληλεπιδρούν και γενικά αλληλοεξουδετερώνονται).

-Πιο σωστό είναι να σκεπτόμαστε ότι καθώς το Σύμπαν διαστέλλεται απλώς μικραίνει η πυκνότητά του, αλλά δεν υπάρχει άκρη σε αυτό. Είναι άπειρο προς όλες τις κατευθύνσεις.

-Και το περιβόητο Μπιγκ Μπανγκ δεν ήταν η έκρηξη μιας σφαίρας που γέμισε έναν κενό χώρο ξαφνικά με θραύσματα ύλης. Και εδώ, από την αρχή είχαμε ένα συμβάν που εκτεινόταν παντού, αυτό το αποδεικνύει και το ότι η μικροκυματική ακτινοβολία από την «εποχή» εκείνη μετρήθηκε και βρέθηκε ότι ήταν και είναι ομοιόμορφα κατανεμημένη. Θα λέγαμε, πιο σωστά, ότι «το Σύμπαν ήταν άπειρο και έγινε ακόμη πιο άπειρο».

-Αυτά βέβαια μας οδηγούν και στο ότι κάτι υπήρχε και πριν από την ισοπεδωτική έννοια του Μπιγκ Μπανγκ.

Και έτσι, ψηλαφώντας ως και την... άκρη του Σύμπαντος, φαίνεται να καταλήγεις ξανά στην αρχική διαπίστωση του Ηράκλειτου, ότι ο κόσμος προϋπάρχει αιώνια. Μα ξανά στον Ηράκλειτο; Πώς έγινε αυτό; Μήπως μπήκα ξανά στον ίδιο ποταμό;

tovima.gr

Πάντα ρει, αλλά πώς; Πάντα ρει, αλλά πώς; Reviewed by Αρχαία Ελληνικά on Τρίτη, Ιουνίου 20, 2017 Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.