Παρά την ταχεία και αναίμακτη διευθέτηση του ζητήματος της διαδοχής του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ήταν προφανές ότι οι φιλοδοξίες των διαφόρων εταίρων δεν θα αργούσαν πολύ να οδηγήσουν στην πρώτη ένοπλη σύγκρουση.
Όσοι Έλληνες είχαν λοιπόν λόγους και την απαραίτητη στρατιωτική ισχύ, έσπευσαν να κινηθούν στρατιωτικά πιστεύοντας ότι θα εξασφάλιζαν συμμάχους ανάμεσα στους εταίρους και ότι θα βελτίωναν τη στρατηγική τους θέση στις διαφαινόμενες αλλαγές. Οι Ρόδιοι, οι τελευταίοι Έλληνες που συμμάχησαν με τον Αλέξανδρο, έγιναν οι πρώτοι που έδιωξαν τη μακεδονική φρουρά απ’ το νησί τους και ακύρωσαν τη συμμαχία. Οι Αθηναίοι, που δεν άντεχαν το κόστος της νομιμότητας, βρήκαν την ευκαιρία να διεκδικήσουν την Ηγεμονία της Ελλάδος και τη συνυφασμένη μ’ αυτήν λύση του οικονομικού τους προβλήματος. Λίγο μετά και το διάταγμα του Αλεξάνδρου για τους εξόριστους είχαν στείλει τον Λεωσθένη στο ακρωτήριο Ταίναρο με διαταγές να στρατολογήσει μισθοφόρους δήθεν για ιδιωτικούς σκοπούς, ώστε να μην αντιληφθεί τις κινήσεις τους ο Αντίπατρος. Αμέσως μόλις οι Αθηναίοι βεβαιώθηκαν ότι ο Αλέξανδρος ήταν νεκρός, έστειλαν στον Λεωσθένη μέρος των δωρεών του Άρπαλου, πολλές πανοπλίες και τον διέταξαν να πάψει την προσποίηση και να προχωρήσει ανοιχτά σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες για την εδραίωση των κρατικών συμφερόντων τους.
Εκείνος προσέλαβε αμέσως και τους 8.000 μισθοφόρους και συνέπραξε με τους Αιτωλούς, που πολύ πρόθυμα του έδωσαν 7.000 στρατιώτες. Η εκκλησία των Αθηναίων αποφάσισε «να αναλάβει αγώνα υπέρ της ελευθερίας των Ελλήνων» όπως είχε κάνει και στο παρελθόν, για να κερδίσει την Ηγεμονία της Ελλάδος. Προχώρησε σε γενική επιστράτευση όλων των Αθηναίων ηλικίας κάτω των 40 ετών και από τις 10 φυλές………..ενεργοποίησαν πλοία από τους νεώσοικους (κλειστοί χώροι στάθμευσης ναυπηγηθέντων πλοίων) και εξοπλισμό από τις οπλοθήκες και αφού επάνδρωσαν μέρος του ανενεργού στόλου, έστειλαν πρέσβεις ανά την Ελλάδα, για να πείσουν έθνη και πόλεις σε συστράτευση. Επίσης ενίσχυσαν τις δυνάμεις του Λεωσθένη με 5.000 πεζούς και 500 ιππείς από επιστρατευμένους Αθηναίους, καθώς επίσης και 2.000 μισθοφόρους.
Μεγ. Αλέξανδρος και Κρατερός σε κυνήγι λέοντα_ψηφιδωτό_μουσείο Πέλλας
Αμέσως μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου ο Αντίπατρος είχε ζητήσει ενισχύσεις από τον Κρατερό, που παρέμενε στην Κιλικία με τους 10.000 παλαίμαχους Μακεδόνες και από τον Λεοννάτο, τον σατράπη της Ελλησποντικής Φρυγίας. Μόλις οι Αθηναίοι συγκέντρωσαν φανερά 22.000 πεζούς, 500 ιππείς, επάνδρωσαν 40 τετριήρεις και 200 τριήρεις και το ένα μετά το άλλο τα Ελληνικά κράτη και οι ενώσεις κρατών άρχισαν να συστρατεύονται στις ηγεμονικές επιδιώξεις των Αθηναίων…….ο Αντίπατρος υποχρεώθηκε να αντιδράσει. Άφησε το στρατηγό Σίππα στη Μακεδονία με διαταγές να στρατολογήσει όσους περισσότερους γινόταν, αν και δεν περίμενε σπουδαία αποτελέσματα, διότι οι πολυετείς επιχειρήσεις του Αλεξάνδρου στην Ασία είχαν προκαλέσει λειψανδρία στη Μακεδονία. Έτσι, προέλασε νότια επικεφαλής μόλις 13.000 πεζών, 600 ιππέων και 110 τριήρων, βασιζόμενος κυρίως στον αριθμό και στην ποιότητα του θεσσαλικού ιππικού. Όμως οι Θεσσαλοί βρήκαν τις αθηναϊκές προσφορές δελεαστικότερες από τις μακεδονικές και εγκατέλειψαν τον Αντίπατρο την τελευταία στιγμή. Οι μακεδονικές δυνάμεις ηττήθηκαν στο πεδίο της μάχης κοντά στην Ηράκλεια και μη δυνάμενες να διασχίσουν την εχθρική πλέον Θεσσαλία για να υποχωρήσουν στη Μακεδονία, κατέφυγαν στη Λαμία.
Η κατάληψη της Λαμίας αποδείχθηκε εξαιρετικά δύσκολη και ο Λεωσθένης επέβαλε αποκλεισμό, προκειμένου να λυγίσει τις δυνάμεις του Αντίπατρου με την πείνα, αλλά σε κάποια φάση της πολιορκίας οι Αιτωλοί επέστρεψαν στην πατρίδα τους και οι Μακεδόνες βρήκαν την ευκαιρία να κάνουν έξοδο. Στη σύγκρουση εκείνη σκοτώθηκε ο Λεωσθένης και εν συνεχεία χαλάρωσε ο αποκλεισμός της Λαμίας. Ο Λεωσθένης κηδεύθηκε με τιμές ήρωα και η εκκλησία των Αθηναίων ανέθεσε στον Υπερείδη, τον δεινότερο και πλέον αντιμακεδόνα ρήτορα, να εκφωνήσει τον επικήδειο. Ο Δημοσθένης είχε χάσει την ευκαιρία να πρωτοστατήσει στα πράγματα, διότι ήταν ακόμη δραπέτης, καταζητούμενος από την αθηναϊκή δικαιοσύνη.
Χάρτης Λαμιακού πολέμου_πηγή alexanderofmakedon
Χρειάσθηκε να φτάσουν ενισχύσεις από τον Κρατερό και τον Λεοννάτο και να σκοτωθεί ο ίδιος ο Λεοννάτος, πριν καμφθούν οι δυνάμεις της αθηναϊκής συμμαχίας. Τότε, για να διασπάσουν το Κοινό των Θεσσαλών που τους είχε φερθεί εχθρικά, ο Αντίπατρος κι ο Κρατερός άρχισαν να πολιορκούν τις θεσσαλικές πόλεις υποχρεώνοντας τις να στέλνουν πρέσβεις η κάθε μία ξεχωριστά. Όσες πόλεις παραδόθηκαν, δεν υπέστησαν κυρώσεις και έτσι πείστηκαν όλοι οι εξεγερμένοι ότι η ειρήνη δεν κόστιζε περισσότερο από τον πόλεμο. Πολύ σύντομα η αντιμακεδονική συμμαχία περιορίστηκε στους Αθηναίους και στους Αιτωλούς, τους μόνους που έβλαπτε οικονομικά η επάνοδος των εξορίστων. Ο Αντίπατρος μπόρεσε πλέον να προελάσει με όλες του τις δυνάμεις εναντίον της Αθήνας και οι Αθηναίοι τρομοκρατημένοι ζήτησαν από το ρήτορα Δημάδη να πάει ως πρέσβης στον Αντίπατρο και να διαπραγματευθεί ειρήνη. Για τον Δημάδη η αγωνία των Αθηναίων αποτέλεσε την ευκαιρία να λύσει ένα προσωπικό πρόβλημα: είχε παρανομήσει τρεις φορές κι η Εκκλησία του είχε επιβάλει στέρηση πολιτικών και συμβουλευτικών δικαιωμάτων. Αν και σ’ όλη του τη ζωή παρίστανε τον υπερπατριώτη και αντιμακεδόνα, σ’ αυτήν την κρίσιμη στιγμή αρνήθηκε να προσφέρει στην πατρίδα του υπηρεσίες άνευ όρων και οι πανικόβλητοι Αθηναίοι υπέκυψαν στις απαιτήσεις του. Ανακάλεσαν τις καταδικαστικές αποφάσεις, τον αποκατέστησαν στα πολιτικά του δικαιώματα και αμέσως τον έστειλαν μαζί με άλλους ως πρέσβυ.
Ο Αντίπατρος τους άκουσε προσεκτικά και τους έδωσε την ίδια ακριβώς απάντηση, που είχαν δώσει οι Αθηναίοι στους δικούς του πρέσβεις, όταν βρισκόταν πολιορκούμενος στη Λαμία και ζητούσε τερματισμό των εχθροπραξιών. Εκείνος είχε αρνηθεί τότε τους ταπεινωτικούς όρους, αλλά οι Αθηναίοι τώρα τους δέχθηκαν, ίσως μετανιώνοντας για την ιδέα που του είχαν δώσει. Η ποινή που τους επεβλήθη ήταν να καταργήσουν τη δημοκρατία και να δεχθούν τιμοκρατικό πολίτευμα, όπου πολιτικά δικαιώματα θα διατηρούσαν μόνο όσοι είχαν περιουσία άνω των 2.000 δραχμών. Όλοι οι άλλοι θεωρήθηκε ότι λόγω χαμηλού εισοδήματος ήταν επιρρεπείς σε ταραχές και τους αφαιρέθηκαν τα πολιτικά δικαιώματα. Επειδή αυτή η λύση αναπόφευκτα θα όξυνε τη συμπεριφορά όσων θα έχαναν τα πολιτικά τους δικαιωμάτων, ο Αντίπατρος πρότεινε την εθελοντική εγκατάστασή τους σε κάποια περιοχή της Θράκης. Περί τις 12.000 ή 22.000 Αθηναίοι πολίτες χωρίς πολιτικά δικαιώματα και αξιόλογη περιουσία δέχθηκαν να αποκτήσουν περιουσία εκτός Αττικής κι έφυγαν απ’ την Αθήνα. Στη Θράκη θα αποκτούσαν γη, θα αύξαναν την περιουσία τους κι έτσι, αν κάποτε επέστρεφαν στην Αθήνα, θα ήταν περισσότερο προσεκτικοί στις πολιτικές τους επιλογές. Για την επιβολή των συμφωνημένων όρων εγκαταστάθηκε στην Αθήνα μακεδονική φρουρά υπό τον Μένυλλο, ενώ η διοίκηση της Αθήνας παραδόθηκε στους πολίτες, που διέθεταν την απαιτούμενη περιουσία για να διοικήσουν με βάση την παλιά νομοθεσία του Σόλωνα.
Ο Περδίκκας στην σαρκοφάγο του Μεγ. Αλεξάνδρου_μουσείο Κωνπολης
Η κατοχή και νομή της Σάμου από τους Αθηναίους, η οποία πρακτικά είχε πυροδοτήσει το Λαμιακό πόλεμο, παραπέμφθηκε «στους βασιλείς» και ο Περδίκκας αποφάσισε οριστικά την αποκατάσταση των Σαμίων, που ανέκτησαν την ελευθερία και τις περιουσίες τους μετά από 43 ολόκληρα χρόνια. Οι Αθηναίοι προκάλεσαν το Λαμιακό πόλεμο, διότι δεν εννοούσαν να σταματήσουν τη στυγνή αποικιοκρατική εκμετάλλευση ενός ελληνικού νησιού, και τελικά έχασαν τη Σάμο, την ελευθερία, το πολίτευμα και την υπερηφάνειά τους. Τους επετράπη μόνο να διατηρήσουν τις περιουσίες τους και να δραστηριοποιούνται στον τεράστιο οικονομικό χώρο, που δημιούργησε ο Αλέξανδρος. Οι ηγεμονικές φιλοδοξίες της Αθήνας ενταφιάσθηκαν οριστικά με την ήττα της στο Λαμιακό πόλεμο. Η απώλεια της Ηγεμονίας της Ελλάδος δεν της επέτρεπε να απομυζά πόρους από τα ελληνικά κράτη, που «απελευθέρωνε», και την υποχρέωνε να περιοριστεί στον ταπεινό ρόλο, που προσδιόριζαν οι ανεπαρκείς πόροι της Αττικής. Η ήττα στο Λαμιακό πόλεμο μπορεί να θεωρηθεί ως η επίσημη έναρξη της πολιτισμικής και στρατηγικής έκπτωσης της Αθήνας, η οποία έληξε μόλις το 1834 μ.Χ. με τον ορισμό της ως πρωτεύουσας του σημερινού ελληνικού κράτους.
Φυσικά ο συσχετισμός των δυνάμεων ήταν τέτοιος, που δεν μπορούμε να πιστέψουμε ότι οι Αθηναίοι πράγματι ήλπιζαν να κατακτήσουν την Ηγεμονία της Ελλάδος. Απλώς, αν συνεχίζονταν οι αρχικές επιτυχίες επί του Αντιπάτρου, θα αποκτούσαν το απαραίτητο διαπραγματευτικό έρεισμα, ώστε να μην επιστρέψουν τη Σάμο στους Σαμίους και ίσως να εξασφαλίσουν πρόσθετα προνόμια. Όπως περιγράφεται ο Λαμιακός πόλεμος, βγαίνει το συμπέρασμα ότι για την ήττα φταίει το επιστρατευτικό σύστημα των αρχαίων ελληνικών κρατών. Από τους 22.000 πεζούς οι 7.000 ήταν επιστρατευμένοι Αιτωλοί πολίτες, οι οποίοι εγκατέλειψαν τις επιχειρήσεις και επέστρεψαν στην πατρίδα τους, για να φροντίσουν «κάποιες εθνικές ανάγκες». Μετά την αποχώρησή τους χαλάρωσε η πίεση προς τους πολιορκούμενους Μακεδόνες τόσο ώστε να κάνουν έξοδο, που αρχικά κόστισε τη ζωή στο Λεωσθένη και τελικά κατέστησε ατελέσφορο τον αποκλεισμό της Λαμίας. Αυτή η εγγενής αδυναμία των στρατευμάτων από επιστρατευμένους πολίτες να πραγματοποιούν παρατεταμένες χρονικά επιθετικές επιχειρήσεις, ήταν ασφαλώς ένας από τους λόγους, για τους οποίους ο Αντίπατρος απέρριψε τους ταπεινωτικούς όρους ειρήνης των Αθηναίων. Προτίμησε να διακινδυνεύσει μία παράταση του αποκλεισμού του και την αρνητική γι’ αυτόν ψυχολογική επίδρασή της στους συμμάχους του, καιροφυλακτώντας την ευκαιρία που αναπόδραστα θα του προσέφερε το επιστρατευτικό σύστημα των πόλεων-κρατών.
Τον χειμώνα του 323-322 π.Χ, αφού εξουδετέρωσαν τους Αθηναίους, ο Αντίπατρος κι ο Κρατερός εισέβαλαν στην Αιτωλία. Οι Αιτωλοί ήταν πολεμοχαρές έθνος και αποσύρθηκαν στα πιο δυσπρόσιτα μέρη της χώρας τους, αφήνοντας τον δριμύ χειμώνα να καταβάλει τους Μακεδόνες. Αλλά ο Αντίπατρος κι ο Κρατερός κατασκεύασαν στεγανά καταλύματα, για να προστατέψουν τα στρατεύματά τους από τη βαρυχειμωνιά, κι εγκλώβισαν τους Αιτωλούς στα ορεινά, αφήνοντάς τους εκτεθειμένους στις καιρικές συνθήκες και την έλλειψη εφοδίων. Η μοίρα των Αιτωλών θα ήταν εξαιρετικά σκληρή, αν οι Μακεδόνες δεν υποχρεώνονταν από τις ζυμώσεις στην Ασία να τερματίσουν τις εχθροπραξίες στην Αιτωλία αιφνιδίως.
Ο Αντίγονος, που πρόσφατα είχε γίνει στόχος του Περδίκκα, κατόρθωσε να φτάσει με ασφάλεια στο μακεδονικό στρατόπεδο στην Αιτωλία και να πληροφορήσει τον Αντίπατρο και τον Κρατερό για τα σχέδια του Περδίκκα ο οποίος είχε παντρευτεί την από καιρού μνηστή του και κόρη του Αντίπατρου, Νίκαια, αλλά το έκανε αποκλειστικά και μόνο για να μη γίνουν αντιληπτές οι μηχανορραφίες του. Προκειμένου να εξουδετερώσει τους ισχυρούς εταίρους και να γίνει ο ίδιος Μέγας Βασιλεύς, αφού ανέλαβε «τὴν τῶν ὅλων ἡγεμονίαν» και πριν παντρευτεί την ήδη μνηστή του, είχε προτείνει στην γνήσια αδελφή του Αλεξάνδρου και χήρα πλέον του Αλεξάνδρου των Μολοσσών να τον παντρευτεί. Η Κλεοπάτρα (αδελφή του Μεγ. Αλεξάνδρου) είχε φτάσει στην Ασία σχεδόν ταυτόχρονα με την Νίκαια και αν ο Περδίκκας προλάβαινε να την παντρευτεί, ως Μέγας Βασιλεύς θα αποσπούσε τη Μακεδονία από τον Αντίπατρο ως εξ αγχιστείας μέλος του Οίκου των Αργεαδών.
Οι τρεις Μακεδόνες εταίροι (Αντίπατρος, Κρατερός και Αντίγονος) γνώριζαν ότι οι Αιτωλοί ήταν λαός ημι ληστρικός, αναξιόπιστος πολιτικά και ότι σύντομα θα μετατρέπονταν σε επικίνδυνους συμμάχους του Περδίκκα. Γι’ αυτό συναποφάσισαν, μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες, να εξορίσουν ολόκληρο το Αιτωλικό έθνος στην πιο απομακρυσμένη και φτωχή χώρα της Ασίας. Εν συνεχεία πρότειναν σύμπραξη στον Πτολεμαίο, που ήταν φίλος δικός τους και εχθρός του Περδίκκα. Στο άλλο στρατόπεδο ο Περδίκκας αποφάσισε πρώτα να αφαιρέσει την Αίγυπτο από τον Πτολεμαίο και μετά την Μακεδονία απ’ τον Αντίπατρο. Προκειμένου δε να εμποδίσει τις Μακεδονικές δυνάμεις να αποβιβασθούν στην Ασία, έστειλε τον Ευμένη, για λογαριασμό του οποίου είχε προηγουμένως υποτάξει την Καππαδοκία του Αριαράθη, να επιτηρεί τον Ελλήσποντο με αξιόλογες δυνάμεις.
Πηγή: chilonas
Δεν υπάρχουν σχόλια: