Από τις απαρχές της ανθρωπότητας, ανάμεσα στην ιστορία και στις κουλτούρες, έχουν υπάρξει ιστορίες για μυστικούς, μαγικούς τόπους χαμένους στον απέραντο ορίζοντα. Εμείς, σαν ανθρώπινα όντα, φαίνεται πως εκ φύσεως αγαπάμε αυτού του είδους την γνώση, την αντίληψη πως κάποιος χαμένος πολιτισμός ή φανταστική πολιτεία κρυμμένη από εμάς και πέρα από την τωρινή κατανόηση μας. Εκείνες οι ιστορίες εμφανίζονται στους πολιτισμικούς θρύλους με διαφορετική μορφή φυσικά ανά γεωγραφικές περιοχές. Μία εξ ’αυτών, η οποία έχει διατηρηθεί για χιλιετίες, αποτελεί η ύπαρξη μιας φανταστικής πόλης κρυμμένη μέσα στα βουνά των Ιμαλαΐων, ένας επίγειος παράδεισος ομορφιάς και μαγείας όπου λέγεται πως είναι απρόσιτη από όλους εκτός από τους πιο «άξιους».
Έχουν υπάρξει ιστορίες από αυτό το μυστηριώδες βασίλειο εν ονόματι «Σαμπάλα» οι οποίες είναι απροσδιόριστες χρονικά. Το συγκεκριμένο όνομα, προέρχεται από την σανσκριτική λέξη «Σάμβαλ» και μεταφράζεται σε «τόπος ειρήνης» ή «τόπος ησυχίας» αν και διαχρονικά του έχουν προσαφτεί πολλαπλά ψευδώνυμα όπως η «Απαγορευμένη Γη», «η Γη των Άσπρων Νερών», «η Χώρα των Θαυμάτων» και πολλά άλλα. Έχει αποτελέσει κομμάτι του φάσματος της τοπικής μυθολογίας των ορεινών «αγρίων» του Θιβέτ για χιλιάδες χρόνια. Η πόλη, που θεωρείται πως βρίσκεται ανάμεσα στα Ιμαλαΐα και την έρημο Γκόμπι, συνήθως περιγράφεται σαν ένας επίγειος παράδεισος, μια θαυμάσια τοποθεσία αιώνιας ειρήνης, αγάπης και ευτυχίας. Εκεί δεν επικρατούν ούτε πόλεμοι, ούτε φτώχια ή ανθρώπινα προβλήματα όπως αρρώστιες και πείνα, υπάρχει αέναη αρμονία και έλλειψη στεναχώριας, θυμού ή πόνου. Αντιθέτως, διακατέχεται από αφθονία και μεγαλειώδη ομορφιά, όπου όλοι απολαμβάνουν τα δώρα της αιώνιας νεότητας και της υγείας και όπου οι κάτοικοί της βρίσκονται σε μια αιώνια στάση μακαριότητας. Εάν έπρεπε να προσπαθήσουμε να συνοψίσουμε τις παραπάνω περιγραφές σε μια πρόταση, θα ήταν πως η «Σαμπάλα» αποτελεί την ενσάρκωση της γήινης τελειότητας του Θιβετιανού Βουδισμού.
Η συγκεκριμένη μυθική πόλη, φημίζεται πως είναι κρυμμένη σε ένα χαμένο μέρος, «την Κοιλάδα του Μπλέ Φεγγαριού» και η ακόλουθη περιγραφή προέρχεται από τον James Hilton και το βιβλίο του από το 1933 «Ο Χαμένος Ορίζοντας».
«Διότι η κοιλάδα δεν ήταν τίποτε λιγότερο από έναν εγκλεισμένο παράδεισο εκπληκτικής γονιμότητας στην οποία η κάθετη διαφορά μερικών χιλιάδων ποδιών, εκτέθηκε σε όλο τον κόλπο ανάμεσα σε κλίμα εύκρατο και τροπικό. Καλλιέργειες ασυνήθιστης ποικιλίας φύτρωσαν η μία δίπλα στην άλλη σε αφθονία χωρίς να υπάρχει καμία απόσταση μεταξύ τους. Ολόκληρη η καλλιεργημένη περιοχή εκτεινόταν πιθανόν για δώδεκα μίλια, με διαφορά στο πλάτος από το πρώτο μέχρι το πέμπτο και παρ΄όλη την στενότητά του, είχε την τύχη να απορροφά το φώς του ηλίου τις πιο ζεστές ώρες της ημέρας. Η ατμόσφαιρα όντως ήταν ευχάριστα θερμή ακόμα και εκτός του οπτικού πεδίου του ηλίου, αν και τα μικρά ρυάκια που πότιζαν το χώμα, ήταν παγωμένα από τα χιόνια. Ο Conway, ξανάνιωσε, ενώ ατένιζε το καταπληκτικό ορεινό «τοίχος», ότι υπήρχε ένας εκπληκτικός και ξεχωριστός κίνδυνος στη σκηνή. Ωστόσο, για ένα τυχαίο εμπόδιο, ολόκληρη η κοιλάδα θα μπορούσε να ήταν μια λίμνη, τρεφόμενη συνεχόμενα από τα παγετώδη ύψη που την καλύπτουν. Αντιθέτως, μερικά ρεύματα μετά βίας τα διέσχισαν για να γεμίσουν τις δεξαμενές και να ποτίσουν τα πεδία και τις φυτείες με μια πειθαρχημένη ευσυνειδησία άξια ενός υγειονομικού μηχανικού. Το όλο σχέδιο ήταν σχεδόν περιέργως καλότυχο, όσο η κατασκευή του πλαισίου, παρέμενε αμετακίνητη από σεισμό ή κατολίσθηση».
Επιπροσθέτως, υπάρχουν αρκετές προφητείες γραμμένες σε αρχαία κείμενα συνδεδεμένα με την «Σαμπάλα», συχνά αναφέροντάς την σαν την τοποθεσία όπου θα διεξαχθεί μια μέρα η τελική μάχη ανάμεσα σε σκοτάδι και φως, όπου οι δυνάμεις του φωτός θα επικρατήσουν και θα φέρουν μια χρυσή εποχή διαφώτισης και φιλανθρωπίας στον κόσμο. Μία εναλλακτική εκδοχή της ιστορίας είναι πως μια μέρα ο κόσμος θα καταστραφεί μέσω ενός κατακλυσμικού πολέμου και βίας με μοναδικό επιζώντα την «Σαμπάλα», ένα άσυλο ανάμεσα στην καταστροφή και μετά το πέρασμα των γεγονότων, θα υπάρξει ένας διαφωτισμένος βασιλιάς ο οποίος θα καταφέρει να «μεταλαμπαδεύσει το φως» στον κόσμο ξανά. Ένας ειδήμονας στην μελέτη της «Σαμπάλα» τη δεκαετία του 1920, ο ακαδημαϊκός Edwin Bernbaum, θα έλεγε το εξής:
« Για αιώνες, οι άνθρωποι του Θιβέτ και της Μογγολίας, έχουν πιστέψει στην ύπαρξη της Σαμπάλα όπου μια γραμμή από διαφωτισμένους βασιλείς, λέγεται πως φυλάει την υψηλότερη γνώση για τη στιγμή που όλες οι ηθικές αξίες στον κόσμο θα χαθούν στο μένος του πολέμου και της καταστροφής. Τότε, σύμφωνα με την προφητεία, ένας σπουδαίος βασιλιάς θα εξέλθει από το ιερό για να νικήσει τις δυνάμεις του κακού και να εδραιώσει μια χρυσή εποχή».
Όλες αυτές οι πληροφορίες, προσφέρουν μια αρκετά ειδυλλιακή εικόνα στη συγκεκριμένη μυθική τοποθεσία, ωστόσο ένας από τους κύριους θρύλους όσον αφορά την «Σαμπάλα», είναι πως δεν δίνεται πρόσβαση σε όλους όσους το επιθυμούν. Σύμφωνα με το θρύλο, η κοιλάδα και η πόλη της, είναι κρυμμένες από τον κόσμο των περισσότερων θνητών, απομονωμένη και αδύνατον να την πλησιάσει η ανθρωπότητα με υλικά μέσα. Όντως, φημολογείται πως βρίσκεται στον πλανήτη μας αλλά εκτός του φυσικού πεδίου και πέρα από την ανθρώπινη όραση, ανάμεσα στον δικό μας κόσμο και «τον επόμενο», μόνο προσβάσιμη μέσω εξαιρετικής αγνότητας της καρδιάς, διαλογισμού, πνευματικής εξέλιξης, εξαιρετικά καλού κάρμα ή διαφώτισης. Η έλλειψή τους, δεν επιτρέπει την είσοδο των ανθρώπων. Με άλλα λόγια, μόνο οι άξιοι μπορούν να εισέλθουν και ο θρύλος εξηγεί πως ένα ταξίδι με βάση μια υλική εμπειρία, θα ήταν άσκοπο και χωρίς αποτέλεσμα λόγω της προαναφερθείσας διαδικασίας η οποία δίνει έμφαση στην πνευματική αποστολή αντί της φυσικής προσπάθειας και μόνο τότε αποκαλύπτεται σαν ένα φυσικό τοπίο όπου οι επισκέπτες μπορούν να αγγίξουν και να παρατηρήσουν. Παρ’όλη την βαθιά πίστη για την αδυναμία της πρόσβασης στη «Σαμπάλα» με ανθρώπινα μέσα, δεν έχει αποθαρρύνει την πραγματοποίηση αρκετών προσπαθειών με μερικές από αυτές μάλιστα να θεωρείται πως είχαν επιτυχή κατάληξη. Ένα τέλειο παράδειγμα αποτελεί η ιστορία της ανθρωπολόγου Helen Valborg, από ένα κεφάλαιο του βιβλίου της «Σύμβολα του Αιώνιου Δόγματος: Από την Σαμπάλα μέχρι τον Παράδεισο», όπου περιγράφει μια συνάντηση με έναν κυνηγό που την ανακάλυψε τυχαία:
« Περιπλανόμενος σε μια μυστική κοιλάδα κάτω από τους καλυμμένους από το χιόνι, ώμους του ορεινού όγκου του Νταουλαγκίρι, ένας μοναχικός κυνηγός από την περιοχή του Ντόλπο, άκουσε την ηχώ των φωνών των λάμα και το χτύπημα τυμπάνων. Οι Θιβετιανοί, αφηγούνται την ιστορία του πώς αυτός ο απλός παροδικός επισκέπτης, ακολούθησε τον ήχο της μουσικής προς την πηγή του, ο οποίος τον έφερε σε μια είσοδο σε έναν μεγάλο γκρεμό. Περνώντας την, βρέθηκε σε μια απαράμιλλη κοιλάδα στολισμένη με χλοερά χωράφια ρυζιού, χωριά και ένα πανέμορφο μοναστήρι. Οι άνθρωποι που ζούσαν σε αυτή την κοιλάδα ήταν ειρηνικοί και χαρούμενοι και απηύθυναν στον κυνηγό, ένα ζεστό κάλεσμα, παροτρύνοντάς τον να μείνει. Αισθανόταν ευλογημένος με την ευτυχισμένη τους ύπαρξη αλλά σύντομα άρχισε να αγχώνεται για την επιστροφή στην οικογένειά του και την επιθυμία του να τους φέρει για να θαυμάσουν την όμορφη κοιλάδα. Οι κάτοικοι, τον προειδοποίησαν πως δεν θα μπορούσε να ξαναβρεί το δρόμο της επιστροφής προς την τοποθεσία τους αλλά εκείνος επέμενε να αναχωρήσει. Καθώς έφευγε μέσω της πόρτας του γκρεμού, σκέφτηκε σαν μέτρο προφύλαξης, να κρεμάσει το όπλο και τα παπούτσια του μπροστά από την είσοδο ως σημείο αναγνώρισης. Με αρκετή αυτοπεποίθηση, πήγε να πάρει την γυναίκα και τα παιδιά του αλλά όταν επέστρεψε στην κρυμμένη κοιλάδα, βρήκε το όπλο και τα παπούτσια του να κρέμονται στη μέση ενός κενού πέτρινου τοίχου.
Επιπλέον, εξερευνητές της Δύσης έχουν προσπαθήσει να φτάσουν στη συγκεκριμένη, παραμυθένια γη. Το 1833, ο Ούγγρος ακαδημαϊκός Σάντορ Κορόσι Τσόμα, υποστήριζε πως είχε ανακαλύψει μια μεγαλειώδη χώρα στο Βορρά « ανάμεσα στο 45ο και 50ο βόρειο γεωγραφικό πλάτος», πιθανότατα αναφερόμενος στην χαμένη πόλη. Στα τέλη του 19ου αιώνα, αποτέλεσε ένα σημαντικό στόχο του «Θεοσοφικού κινήματος», με το «μέντιουμ» και αρχηγό του κινήματος Helena Blavatsky, να υποστηρίζει ότι επισκέφτηκε την «Σαμπάλα» και μελετώντας τις εσωτερικές πεποιθήσεις, πως απέκτησε εξαιρετικές ικανότητες. Την δεκαετία του 1920, ο εξερευνητής Nicolas Roerich, ταξίδεψε μέσω του Θιβέτ και των Ιμαλαΐων, σε ένα ταξίδι πέντε χρόνων για την μελέτη της περιοχής, ωστόσο φημολογείται πως αποτελούσε πρόφαση για την εύρεση της μυθικής τοποθεσίας. Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του, ο Roerich θα ταξίδευε βαθύτερα από οποιονδήποτε άλλο εξερευνητή του δυτικού κόσμου εκείνη την εποχή, εισχωρόντας σε έναν κόσμο που ήταν απομακρυσμένος από τον υπόλοιπο πολιτισμό. Σε αυτό το παγωμένο, απόκρημνο βασίλειο, θεωρείται πως βρήκε μια σειρά από αρχαία βιβλία ή παπύρους σε απομονωμένα μοναστήρια τα οποία υποθετικά θα παρουσίαζαν τον δρόμο προς την μυστική πόλη και ακολούθησε κάθε στοιχείο που συσχετιζόταν με την «Σαμπάλα». Πίστευαν πως είχαν ανακαλύψει ότι το όρος Μπελούκα στην οροσειρά Αλτάϊ της Ρωσίας, αποτελούσε την είσοδό της, αλλά κανείς δεν μπορεί να επαληθεύσει εάν όντως την βρήκε ποτέ.
Ακόμη ένα αξιομνημόνευτο ταξίδι στην προσπάθεια της ανακάλυψης της «Σαμπάλα», πραγματοποιήθηκε τη δεκαετια του 1920 από τον Gleb Bokii, τον κύριο Μπολσεβίκο κρυπτογράφο και έναν από τα αφεντικά της Σοβιετικής μυστικής αστυνομίας, μαζί με τον συγγραφέα και φίλο του Alexander Barchenko, ο οποίος επιθυμούσε να ανακαλύψει την χαμένη πόλη για να «τελειοποιήσει τον κομμουνισμό». ‘Ηλπιζαν πως η αινιγματώδης σοφία της χαμένης πόλης θα τους επέτρεπε να βρουν το μυστικό «για να μετατραπούν στα τέλεια κομμουνιστικά όντα» αλλά η αποστολή δεν απέδωσε καρπούς και μια σχεδιασμένη επακόλουθη αποστολή δεν έλαβε μέρος, κάτι που κατέληξε στην αποτυχία της από την Σοβιετική Εξωτερική Επιτροπή το 1924.
Έχουν υπάρξει και περαιτέρω προσπάθειες για την εύρεση της «Σαμπάλα», κυρίως από τους Ναζί κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ωστόσο σύμφωνα με τις παρούσες γνώσεις μας, κανείς δεν έχει καταφέρει να την ανακαλύψει και ακόμη και εάν δεν αποτελεί απλά ένα μυθολογικό κατασκεύασμα, έχει διαφύγει της προσοχής όλων όσων δεν έχουν προσπαθήσει να αναχωρήσουν για το υποχρεωτικό πνευματικό ταξίδι. Παρ’όλoυς τους ισχυρισμούς για την ανακάλυψή της, κανένας δεν έχει καταφέρει να παρουσιάσει βάσιμες αποδείξεις για την ύπαρξή της, ούτε καν την ακριβή γεωγραφική της τοποθεσία. Μέχρι και τα αρχαία κείμενα έχουν αντιμετωπίσει προβλήματα και αντιθέσεις ανάμεσά τους για την κατάληξη σε ένα συμφωνημένο συμπέρασμα για την γήινη τοποθεσία της. Εν κατακλείδι, η χαμένη γη της «Σαμπάλα», παραμένει τόσο μυστηριώδης και απρόσιτη μέχρι και σήμερα και πιθανόν θα παραμείνει σε αυτή την κατάσταση παντοτινά.
Επιμέλεια και Μετάφραση: Νίκος Μπουχώρης
Δεν υπάρχουν σχόλια: