Στην εποχή του Κατακλυσμού: Όταν άλλαζε η Γη και μαζί και οι άνθρωποι

Στον απόηχο γεγονότων στην περιοχή του Αιγαίου, της Προποντίδας και του Εύξεινου Πόντου

Σήμερα φιλοξενούμε ένα ακόμη κείμενο του εξαίρετου φίλου και συνεργάτη, δικηγόρου Θεόδωρου Δημοσθ. Λυμπεράκη, άοκνου σκαπανέα της τοπικής ιστορίας, ο οποίος τολμάει και εμβαθύνει σε γεγονότα που βρίσκονται πριν ξεκινήσει να ξετυλίγεται το νήμα της ιστορίας. Γεγονότα που έχουν φτάσει μέχρι εμάς ως στοιχεία των μύθων και αποκτούν επιστημονική οντότητα με νεώτερες μελέτες άλλων επιστημών, όπως η γεωλογία και η γεωδυναμική.

Στην ιστορία της γης, έχουμε μεγάλες περιόδους με γεωλογικές μεταβολές που άλλαξαν πολλές φορές της εικόνα της, αφού τμήματα στεριάς καταποντίστηκαν ή αναδύθηκαν μέσα από τη θάλασσα. Το ίδιο συνέβη και στην περιοχή του Αιγαίου. Κάποτε η περιοχή που είναι σήμερα η Καβάλα ήταν πολύ μακριά από την θαλάσσια ακτογραμμή και το κλίμα ήταν πολύ διαφορετικό, ενώ και η έκταση της θάλασσας ήταν πολύ μικρότερη. Το Αιγαίο πέλαγος ουσιαστικά ήταν μια μικρή θαλάσσια περιοχή που δεν επικοινωνούσε με τις περιοχές ανατολικά της προποντίδας.

Γύρω στο 10.000 π.Χ. η θερμοκρασία στην ατμόσφαιρα της γης άρχισε να ανεβαίνει και έλιωσαν οι τελευταίοι παγετώνες. Κανείς δεν γνωρίζει γιατί συνέβη αυτό, σίγουρα δεν ήταν ανθρωπογενείς οι αιτίες καθώς δεν είχαμε εκείνη την περίοδο βιομηχανική δραστηριότητα. Βλέποντας την γεωλογική ιστορία της γης, ανάλογα γεγονότα είχαν ξανασυμβεί στο παρελθόν. Ακόμη και σήμερα που έχουμε υπερθέρμανση του πλανήτη, δεν υπάρχει κοινός επιστημονικός τόπος για τις αιτίες που την προκαλούν.

Ο Πλάτωνας στο έργο του ΤΙΜΑΙΟΣ (Περί φύσης) προβληματίζεται για αυτές τις γεωλογικές και κλιματικές αλλαγές της γης και εκφράζει την άποψη ότι οφείλονται στο γεγονός ότι «η μεταβολή της κίνησης των ουρανίων σωμάτων γύρω από τη γη και η καταστροφή όλων όσων βρίσκονται στην επιφάνεια της, από τεράστιες φωτιές ανάμεσα σε μεγάλα χρονικά διαστήματα» (22 d).

Παραθέτουμε σήμερα τα γεγονότα που οδήγησαν στην ενοποίηση των δυο θαλασσών του Αιγαίου και του Εύξεινου Πόντου, έτσι όπως τα μεταφέρει η μελέτη των γεωλογικών δομών, αλλά και οι ιστορικές πηγές.

Με αυτή την ενοποίηση προέκυψε ένας ενιαίος χώρος που μερικές χιλιάδες μετά, θα γραφτούν έπη για την κατάκτηση του, όπως η Ιλιάδα και η Αργοναυτική Εκστρατεία. Είναι ένας χώρος που η γεωστρατηγική του αξία παραμένει αναλλοίωτη μέχρι σήμερα και βλέποντας το σημείο όπως είναι τοποθετημένο επάνω στην υδρόγειο είναι σαν να πρόκειται για τον ομφαλό της γης, από τον οποίο ξεκίνησαν και συνεχίζουν, μεγάλα κοσμοϊστορικά γεγονότα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι στο σημείο συνάντησης των δυο θαλασσών συναντιούνται και δυο ήπειροι, η Ευρώπη και η Ασία και ότι για σχεδόν δυο χιλιετίες άκμασε μια από τις πιο σημαντικές πόλεις του κόσμου.

Θεόδωρος Αν. Σπανέλης

Η ΒΙΑΙΗ ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΠΡΟΠΟΝΤΙΔΑΣ (ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΤΟΥ ΜΑΡΜΑΡΑ) ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΥΞΕΙΝΟΥ ΠΟΝΤΟΥ ΣΕ ΤΜΗΜΑ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΓΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΣΜΟΪΣΤΟΡΙΚΟ ΑΥΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ.

Στην έκδοση του Εθνικού ιδρύματος Ερευνών, με τίτλο «ΘΡΑΚΗ – ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ», υπάρχει κεφάλαιο, με τίτλο «γεωμορφολογία και Προϊστορική κατοίκηση στη Θράκη», που συνέγραψε ο κ. Ιωάννης Ασλάνης, Διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Ελληνικής και Ρωμαϊκής Αρχαιότητας, του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΚΕΡΑ-Ε.Ι.Ε. Παράρτημα Βέροιας). Στο εξαιρετικό αυτό πόνημά του, (το οποίο αξίζει να διαβάσετε, ολόκληρο, στο διαδίκτυο), ο κ. Ασλάνης αναφέρει, μεταξύ άλλων, τα εξής, εξόχως ενδιαφέροντα:

«Πριν περίπου 7,5 χιλιάδες χρόνια από σήμερα, δηλαδή περίπου στα 5.500 χρόνια π.Χ., όταν η θαλάσσια στάθμη έφθασε τα 30 μ. χαμηλότερα από τη σημερινή, έγινε η σύνδεση του Αιγαίου πελάγους και του Ευξείνου Πόντου μέσω του Βοσπόρου. Λόγω της διαφοράς ύψους στη στάθμη των δύο θαλασσών η σύνδεση θα πρέπει να έγινε με πραγματικά εντυπωσιακό τρόπο. Το φαινόμενο αυτό μελέτησαν δύο αμερικανοί γεωλόγοι, ο W. Ryan & ο W. Pitman, οι οποίοι μάλιστα υποστηρίζουν, ότι εντόπισαν τον χώρο, όπου συνέβη ο κατακλυσμός του Νώε. Περιγράφουν πολύ παραστατικά τον τρόπο εισροής των υδάτων από το Αιγαίο μέσω της Προποντίδας και του Βοσπόρου στον Εύξεινο Πόντο. Σύμφωνα μάλιστα με τους υπολογισμούς τους (πλάτος και βάθος του Βοσπόρου, διαφορά στάθμης των δύο θαλασσών) υπολόγισαν, ότι μετά τη διάβρωση του πυθμένα του Βοσπόρου δημιουργήθηκε ένας τεράστιος καταρράκτης που μετέφερε τεράστιες ποσότητες αλμυρού νερού στον κλειστό μέχρι τότε Εύξεινο προκαλώντας άνοδο της στάθμης του περίπου 16 εκ. την ημέρα.

Η διάρκεια αυτού του φαινομένου ήταν, κατά την άποψή τους, σύντομη, αλλά είχε τρομακτικές επιπτώσεις τόσο στον οικολογικό τομέα, με την εισαγωγή αλμυρού νερού στο υφάλμυρο του Ευξείνου Πόντου, όσο και στον οικιστικό τομέα, με τη μετακίνηση προς κάθε κατεύθυνση μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων που ζούσαν στα παράλια. Στα νότια μετακινήθηκαν προς την ανατολική Τουρκία και από εκεί πέρασαν στη Μεσοποταμία, όπου η ανάμνηση αυτού του φαινομένου καταγράφηκε 2500 με 3000 χρόνια αργότερα στο έπος του Γκιλγκαμές και από εκεί μεταφέρθηκε πιθανότατα στην εβραϊκή θρησκεία και καταγράφηκε στην Παλαιά Διαθήκη».

Σύμφωνα με τον κ. Ασλάνη, η άποψη των δύο προαναφερθέντων επιστημόνων αμφισβητείται και σήμερα γίνονται ευρύτερα αποδεκτά τα εξής, που επίσης μας παραθέτει στο πόνημά του:

«Αρχίζοντας από το Αιγαίο διαπιστώνει κανείς ότι η στάθμη της θάλασσας, στη διάρκεια της 6ης χιλιετίας, σύμφωνα με γεωλογικές έρευνες στην περιοχή της Τροίας στην είσοδο των Δαρδανελίων, βρισκόταν περίπου 30 μ. χαμηλότερα από τη σημερινή με τάση ανόδου. Η άνοδος αυτή φαίνεται να διακόπτεται περίπου στο μέσον της χιλιετίας για να ακολουθήσει αμέσως μετά νέα ανοδική πορεία. Αν η στασιμότητα της θαλάσσιας στάθμης στο Αιγαίο οφείλεται στην εισροή υδάτων στον Εύξεινο Πόντο, τότε ίσως έχουμε μια πρώτη ένδειξη του συμβάντος.

Με την στάθμη της θάλασσας στην Προποντίδα να βρίσκεται και αυτή στα -30 μ. ο Βόσπορος την περίοδο αυτήν εμφάνιζε την εικόνα ενός στενού ξηράς, το μεγαλύτερο τμήμα του οποίου διέρρεε ένας μικρός ποταμός που άρχιζε περίπου από τον σημερινό Κεράτιο κόλπο και χυνόταν στον Εύξεινο Πόντο. Ουσιαστικά δηλαδή, η πραγματική ξηρά που υπήρχε μεταξύ Προποντίδας και Ευξείνου Πόντου ήταν μια λεπτή ζώνη στο νότιο τμήμα του Βοσπόρου (ακριβώς εμπρός από το ναό της Αγίας Σοφίας) πλάτους λιγότερο των 3 χλμ. Επομένως εδώ θα πρέπει να συνέβη η σύνδεση, όταν ο στενός ισθμός καλύφθηκε από τα νερά της Προποντίδας. Στο υπόλοιπο τμήμα του Βοσπόρου η παρουσία του ποταμού διευκόλυνε τη σύνδεση. Με τη στάθμη της Προποντίδας ελαφρά υψηλότερη από εκείνη του ποταμού που έρρεε στον Εύξεινο Πόντο, θα μπορούσε κανείς να επανεξετάσει την ποσότητα υδάτων που εισέρεε σ’ αυτόν λαμβάνοντας βέβαια υπόψη του και την διάβρωση που ακολούθησε την σύνδεση.

Την ίδια περίοδο (6η χιλιετία π.Χ.) η στάθμη του Εύξεινου Πόντου βρισκόταν, κατά τους Ryan και Pitman, περίπου 110-120 μ. χαμηλότερα από τη σημερινή με αποτέλεσμα ο καταρράκτης που δημιουργήθηκε από τον Βόσπορο να έχει ύψος 100 μ. περίπου. Ωστόσο, σύμφωνα με το διάγραμμα της εικόνας, θα πρέπει να αφαιρεθούν 30 μ. και όχι μόνο 15 μ. Αν μάλιστα δεχθούμε την άποψη των Τούρκων γεωλόγων που προκύπτει από έρευνες στα νότια παράλια του Πόντου, ότι η επιφάνεια των υδάτων του Πόντου ήταν μόνο 40 μ. περίπου χαμηλότερα από τη σημερινή , τότε η εικόνα ενός καταρράκτη ύψους περίπου 100 μ. και εκατοντάδες φορές μεγαλύτερου από τον Νιαγάρα, όπως τον παρουσιάζουν οι Ryan και Pitman, αλλάζει ριζικά και μετατρέπεται σε έναν πολύ μικρότερο. Αυτές οι διαπιστώσεις μας οδηγούν ασφαλώς σε διαφορετικούς υπολογισμούς από εκείνους των αμερικανών γεωλόγων σχετικά με την ποσότητα εισροής των υδάτων και τη χρονική διάρκεια της εξομοίωσης της στάθμης των δύο θαλασσών. Δεν αλλάζει όμως αυτό το ίδιο το γεγονός.

Έτσι φθάνουμε στο κρισιμότερο ερώτημα, στο οποίο πραγματικά αξίζει να αναζητηθεί μια απάντηση: πόση έκταση ξηράς κάλυψε η άνοδος της θαλάσσιας στάθμης στον Εύξεινο Πόντο μετά από την ένωση του με το Αιγαίο Πέλαγος; Σύμφωνα με τους Ryan και Pitman καλύφθηκε η ξηρά από το ισοβαθές των -100 μ. μέχρι αυτό των -15 μ. περίπου, καθώς, σύμφωνα με τις έρευνές τους, αυτά ήταν τα βάθη του Ευξείνου και της Προποντίδας αντίστοιχα. Ωστόσο, σύμφωνα με μετρήσεις σε κοντινότερη περιοχή προς τον Πόντο, την Τρωάδα, η στάθμη του Αιγαίου βρισκόταν στα -30 μ. και με την εισροή υδάτων από τον Βόσπορο η στάθμη στον Εύξεινο Πόντο ανέβηκε μόνο μέχρις αυτό το ισοβαθές, με συνέπεια, οι αλλαγές που υπέστησαν τα νότια και ανατολικά παράλια του Ευξείνου Πόντου, να είναι -λόγω του ορεινού εδάφους- ελάχιστες.

Στα βόρεια η Αζοφική θάλασσα, το βάθος της οποίας δεν υπερβαίνει τα 6-7 μ. δεν είχε δημιουργηθεί. Δυτικότερα, στα παράλια της Ουκρανίας, ένα πολύ μεγάλο τμήμα πάνω από το ισοβαθές των -30 μ. εξακολουθούσε να είναι ξηρά. Στην περιοχή των εκβολών του Δούναβη η εικόνα είναι ασαφής λόγω των προσχώσεων και στα δυτικά παράλια, στη Βουλγαρία, η ζώνη ξηράς που καλύφθηκε έχει μικρό πλάτος. Ουσιαστικά δηλαδή, η μεγαλύτερη έκταση που καλύφθηκε είναι μια πεδινή ζώνη στα βορειοδυτικά (περιοχή Ουκρανίας και Βουλγαρίας). Η διαφορά από τα σημερινά παράλια ή ακόμη και από το ισοβαθές των 15 μ. των Ryan και Pitman είναι πολύ μεγάλη».

Μετά τις παραπάνω επισημάνσεις, ο κ. Ασλάνης οδηγείται στο συμπέρασμα «ότι η σύνδεση Αιγαίου και Ευξείνου συνέβη περίπου στο μέσον της 6ης χιλιετίας, όπως προκύπτει από τρεις διαφορετικές μετρήσεις. Αναμφίβολα πρόκειται για ένα σημαντικό φαινόμενο, χωρίς, ωστόσο, εκείνες τις επιπτώσεις στους ανθρώπους που αναφέρουν οι Ryan και Pitman. Επομένως είναι μάλλον δύσκολο να δεχθεί κανείς αβασάνιστα την άποψη τους, ότι ο κατακλυσμός που υπάρχει στις μυθολογίες των λαών όλου του κόσμου, αναφέρεται στο τοπικό φαινόμενο της σύνδεσης Αιγαίου και Ευξείνου Πόντου στο μέσον της 6ης χιλιετίας π.Χ.»

Συνεχίζει, όμως, ο κ. Ασλάνης, με τα εξής, επίσης ενδιαφέροντα: «Αναζητώντας μια απάντηση στο ερώτημα, εάν και πότε έγιναν κάποιες σημαντικές μεταβολές που να επηρέασαν πραγματικά τους προϊστορικούς ανθρώπους στην περιοχή, πρέπει να εξετάσουμε τι συνέβη μετά τη σύνδεση Αιγαίου και Ευξείνου Πόντου. Έχει διαπιστωθεί ότι η θαλάσσια στάθμη συνέχισε να ανεβαίνει με αυξανόμενη ταχύτητα. Στη διάρκεια μάλιστα της 5ης χιλιετίας έγινε ραγδαία και σε διάστημα λιγότερο της χιλιετίας (5000-4200 π.Χ.) ανυψώθηκε ταχύτατα κατά 20 μ. ή 2 μ. ανά αιώνα. Ανάλογη ραγδαία άνοδο θα πρέπει να υπολογίζει κανείς και στον Εύξεινο Πόντο. Στην διάρκεια της 5ης χιλιετίας θα πρέπει να καλύφθηκε μεγάλο τμήμα της περιοχής της Ουκρανίας. Περίπου στη μέση της ίδιας χιλιετίας άρχισε να δημιουργείται η Αζοφική θ ά λ α σ σ α , ό τ α ν το ύψος των υδάτων έφθασε στα 6-7 μ. Στα ανατολικά και νότια παράλια του Ευξείνου το ορεινό του εδάφους δεν επέτρεπε πυκνή κατοίκηση. Μέχρι το τέλος της χιλιετίας (περίπου 4200-4000 π.Χ.) δημιουργήθηκε η σημερινή ακτογραμμή στις περιοχές αυτές.

Με τη στάθμη της θάλασσας να ανεβαίνει ταχύτατα σε σύντομο χρονικό διάστημα, δεν επλήγησαν μόνον τα παράλια του Ευξείνου αλλά και του Αιγαίου με αποτέλεσμα να διαπιστώνονται φαινόμενα ασυνέχειας και αλλαγών στην ανθρώπινη παρουσία. Έτσι, στην αρχή της 5ης χιλιετίας παρατηρείται στη Μ. Ασία ένα διάστημα εξαιρετικά περιορισμένης κατοίκησης και στη συνέχεια αναπτύχθηκε ο πολιτισμός του Beycesultan με χαρακτήρα εντελώς διαφορετικό από τον προηγούμενο στον ίδιο χώρο πολιτισμό του Hacilar. Στον ελλαδικό χώρο μετά από μια περίοδο αναζήτησης, αναπτύχθηκε ο πολιτισμός του Διμηνίου που διαφέρει σημαντικά από τον προηγούμενο πολιτισμό του Σέσκλου και διακόπηκε σχεδόν απότομα ακολουθούμενος από τον επίσης διαφορετικό πολιτισμό του Ραχμανίου.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαπίστωση, ότι στα παράλια της αιγαιακής Θράκης απουσιάζουν οικισμοί παλαιότεροι από το δεύτερο μισό 6ης χιλιετίας π.Χ. Εν μέρει η απουσία αυτή θα πρέπει να αποδοθεί στην κάλυψη τους από τη θάλασσα….».

Μετά από όσα παρέθεσα προηγούμενα, σχετικά με τις σημερινές, επιστημονικές απόψεις, για την μετατροπή της Προποντίδας και του Εύξεινου Πόντου σε τμήματα της Μεσογείου, οι οποίες (απόψεις), ανεξάρτητα από το αν απέχουν μεταξύ τους, όλες έχουν ως κοινό παρονομαστή το γεγονός ότι επρόκειτο για ένα ισχυρό, έντονο και, οπωσδήποτε, εντυπωσιακό, γεωλογικό φαινόμενο, που προέκυψε από το λιώσιμο των παγετώνων, που μέχρι την 6η χιλιετηρίδα π.Χ. κάλυπταν μεγάλο μέρος του πλανήτη μας, έρχομαι τώρα να εξετάσω, με τη σειρά μου, το ερώτημα, αν οι αρχαίοι πρόγονοί μας είχαν ανάμνηση ενός τόσο σημαντικού, γεωλογικού φαινομένου και αν αυτό πέρασε στο συλλογικό υποσυνείδητό τους και έφθασε στην μνήμη των απογόνων τους, που έζησαν κατά τους ιστορικούς χρόνους.

Αντί άλλης απαντήσεως, στο πιο πάνω ερώτημα, σας παραθέτω τα εξής, εξόχως ενδιαφέροντα, τα οποία ο Διόδωρος Σικελιώτης, (που έζησε από το 80 π.Χ. έως το 20 μ.Χ.), αναφέρει στα κεφάλαια 47 και 48 του 5ου βιβλίου της «Ιστορικής Βιβλιοθήκης» του. (Σας παραθέτω πρώτα το αρχαίο κείμενο και στη συνέχεια την μετάφρασή του):

«…περὶ δὲ τῶν κατὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὸ Αἰγαῖον πέλαγος κειμένων νῦν διέξιμεν, τὴν ἀρχὴν ἀπὸ τῆς Σαμοθρᾴκης ποιησάμενοι. Tαύτην γὰρ τὴν νῆσον ἔνιοι μέν φασι τo παλιὸν Σάμον ὀνομασθῆναι, τῆς δὲ νῦν Σάμου κτισθείσης διὰ τὴν ὁμωνυμίαν ἀπὸ τῆς παρακειμένης τῇ παλαιᾷ Σάμῳ Θρᾴκης Σαμοθρᾴκην ὀνομασθῆναι, [2] ᾤκησαν δ᾽ αὐτὴν αὐτόχθονες ἄνθρωποι: διὸ καὶ περὶ τῶν πρώτων γενομένων παρ᾽ αὐτοῖς ἀνθρώπων καὶ ἡγεμόνων οὐδεὶς παραδέδοται λόγος. ἔνιοι δέ φασι τὸ παλαιὸν Σαόννησον καλουμένην διὰ τοὺς ἀποικισθέντας ἔκ τε Σάμου καὶ Θρᾴκης Σαμοθρᾴκην ὀνομασθῆναι. [3] ἐσχήκασι δὲ παλαιὰν ἰδίαν διάλεκτον οἱ αὐτόχθονες, ἧς πολλὰ ἐν ταῖς θυσίαις μέχρι τοῦ νῦν τηρεῖται. οἱ δὲ Σαμόθρᾳκες ἱστοροῦσι πρὸ τῶν παρὰ τοῖς ἄλλοις γενομένων κατακλυσμῶν ἕτερον ἐκεῖ μέγαν γενέσθαι, τὸ μὲν πρῶτον τοῦ περὶ τὰς Κυανέας στόματος ῥαγέντος, μετὰ δὲ ταῦτα τοῦ Ἑλλησπόντου.

[4] τὸ γὰρ ἐν τῷ Πόντῳ πέλαγος λίμνης ἔχον τάξιν μέχρι τοσούτου πεπληρῶσθαι διὰ τῶν εἰσρεόντων ποταμῶν, μέχρι ὅτου διὰ τὸ πλῆθος παρεκχυθὲν τὸ ῥεῦμα λάβρως ἐξέπεσεν εἰς τὸν Ἑλλήσποντον καὶ πολλὴν μὲν τῆς Ἀσίας τῆς παρὰ θάλατταν ἐπέκλυσεν, οὐκ ὀλίγην δὲ καὶ τῆς ἐπιπέδου γῆς ἐν τῇ Σαμοθρᾴκῃ θάλατταν ἐποίησε: καὶ διὰ τοῦτ᾽ ἐν τοῖς μεταγενεστέροις καιροῖς ἐνίους τῶν ἁλιέων ἀνεσπακέναι τοῖς δικτύοις λίθινα κιονόκρανα

5] ὡς καὶ πόλεων κατακεκλυσμένων. τοὺς δὲ περιληφθέντας προσαναδραμεῖν εἰς τοὺς ὑψηλοτέρους τῆς νήσου τόπους: τῆς δὲ θαλάττης ἀναβα

«Τώρα θ’ ασχοληθούμε μ’ αυτά που υπάρχουν στην Ελλάδα και στο Αιγαίο πέλαγος, κάνοντας την αρχή από την Σαμοθράκη. Διότι, σ’ αυτό νησί, κατοίκησαν άνθρωποι αυτόχθονες και γι’ αυτό δεν μας έχει παραδοθεί τίποτε, για τους πρώτους ανθρώπους και ηγεμόνες τους. Άλλοι, πάλι, λένε πως παλιά λεγόταν «Σαόννησος» και πως πήρε το όνομα «Σαμοθράκη», από τους αποίκους που πήγαν εκεί, από τη Σάμο και τη Θράκη. Οι αυτόχθονες είχαν δική τους, αρχαία γλώσσα, πολλές λέξεις της οποίας διατηρούνται μέχρι σήμερα, στις θυσίες. Οι Σαμόθρακες. επίσης, αφηγούνται μια ιστορία, σύμφωνα με την οποία, πριν γίνουν οι κατακλυσμοί στους υπόλοιπους λαούς, έγινε εκεί μέγας κατα κλυσμός, κατά τον οποίον πρώτο άνοιξε το στόμιο γύρω από τις Κυανές πέτρες και στη συνέχεια το στόμιο του Ελλησπόντου. Διότι η θάλασσα του Πόντου, που μέχρι τότε ήταν λίμνη, φούσκωσε τόσο, από τα νερά ποταμών που χύνονταν σ’ αυτήν, ώστε, από την ποσότητα του νερού που έπεσε μέσα της, καθώς ξεχύθηκε με ορμή στον Ελλήσποντο, πλημμύρισε μεγάλη, παραθαλάσσια περιοχή της Ασίας κι έκανε θάλασσα ουκ ολίγο από το επίπεδο μέρος της Σαμοθράκης και γι’ αυτό. στα κατοπινά χρόνια, μερικοί ψαράδες ανέβαζαν στα δίχτυα τους πέτρινα κιονόκρα να, καθώς είχαν κατακλυστεί και πόλεις.

Ενώ οι κάτοικοι, που πιάστηκαν στον κατακλυσμό, συνεχίζει η αφήγηση, έτρεξαν να σωθούν στα ψηλότερα σημεία του νησιού και καθώς η θάλασσα συνέχιζε ν’ ανεβαίνει όλο και περισσότερο, προσευχήθηκαν στους θεούς και σώθηκαν και, σε ανάμνηση της σωτηρίας τους, οριοθέτησαν με πέτρες ολόγυρα το νησί και ίδρυσαν βωμούς, στους οποίους κάνουν θυσίες μέχρι σήμερα. Είναι φανερό, λοιπόν, πως κατοικού σαν στη Σαμοθράκη πριν από τον κατακλυσμό….»

Θεόδωρος Δημοσθένους Λυμπεράκης

Δικηγόρος – Φιλίστωρ

Πηγή: xronometro

Στην εποχή του Κατακλυσμού: Όταν άλλαζε η Γη και μαζί και οι άνθρωποι Στην εποχή του Κατακλυσμού: Όταν άλλαζε η Γη και μαζί και οι άνθρωποι Reviewed by Αρχαία Ελληνικά on Τετάρτη, Οκτωβρίου 27, 2021 Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.