Γράφει ο Χείλων
Οι Αργυράσπιδες ήσαν επίλεκτο στρατιωτικό τμήμα των Διαδόχων οι οποίοι προέκυψαν πιθανόν από μετονομασία των Υπασπιστών, αλλά αρκετοί ιστορικοί τους εντάσσουν στην στρατιά του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Αποτελούντο από τρείς χιλιάδες (3.000) σκληροτράχηλους βετεράνους οι οποίοι διοικούνταν από τους Αντιγένη και Τεύταμο. Ο Robert Lock το 1977 διατυπώνει την άποψη ότι το εν λόγω τμήμα συστάθηκε αρχικά το 320 π.Χ. με την Συμφωνία του Τριπαραδείσου όταν τους ανατέθηκε η μεταφορά των θησαυρών από τα Σούσα στην Κιλικία υπό την διοίκηση του Αντιγένη, αλλά ο εν λόγω ισχυρισμός διαψεύδεται από άλλους ιστορικούς όπως ο Heckel (1982, 1992: 309-10) σύμφωνα με τον οποίο είναι ξεκάθαρο ότι Αργυράσπιδες είναι οι πρώην Υπασπιστές του Αλεξάνδρου και οιαδήποτε άλλη εκτίμηση είναι λανθασμένη.
Διόδωρος Σικελιώτης
Οι Διόδωρος Σικελιώτης (17.57.2) και Κόιντος Κούρτιος Ρούφος (4.13.27) αναφέρουν αναχρονιστικά τους Υπασπιστές στα Γαυγάμηλα ως Αργυράσπιδες, γεγονός που καταδεικνύει ότι γνώριζαν την μεταγενέστερη ιστορία τους. Εξάλλου τα παραπάνω αποδεικνύονται από τα κοινά στοιχεία που διέπαν τις εν λόγω μονάδες, αφού η αριθμητική δύναμη των Αργυράσπιδων ήταν ίδια με εκείνη των Υπασπιστών (3.000 άνδρες) αμφότερες έλαβαν την ονομασία από τις ασπίδες (Αργυράσπιδες=άργυρος+ασπίς – Υπασπιστής=υπό+ασπίζω) και ο Αντιγένης εκτός από επικεφαλής Αργυράσπιδων διετέλεσε επικεφαλής Υπασπιστών. Τέλος τα στρατεύματα του Αντιγένη ήταν μεταξύ εκείνων που επέστρεψαν με τον Κρατερό, πρώτα από την Ινδία (Αρριανός Ανάβαση 6.17.3, όπου συναντούμε μεγάλο αριθμό απομάχων) και στη συνέχεια από την Όπιδα μαζί με τους απόστρατους βετεράνους (Ιουστίνος 12.12.8).
Είναι άγνωστη η χρονική περίοδος που οι Υπασπιστές άρχισαν να κοσμούν την πανοπλία τους με ασήμι και έλαβαν την ονομασία Αργυράσπιδες. Γνωρίζουμε ότι η μετονομασία συνέβη κατά την Ινδική εκστρατεία, η οποία άρχισε την άνοιξη του 327 π.Χ. Ο Κούρτιος (8.5.4) αναφέρει ότι παραμονή της εκστρατείας, ο Αλέξανδρος «πρόσθεσε άργυρο στις ασπίδες των στρατιωτών του, έδωσε στα άλογά τους χρυσά χαλινάρια και διακοσμούσαν τους θώρακες τους είτε με χρυσό είτε με ασήμι, επειδή οι Ινδοί στρατιώτες άστραφταν από τον χρυσό και το ελεφαντόδοντο κι εκείνος δεν ήθελε να υστερεί η στρατιά του». Αυτή η παρατήρηση αναπαράγεται από τον Ιουστίνο (12.7.5) ο οποίος λέγει ότι ο όλος ο στρατός ονομάζεται Αργυράσπιδες (exercitumque suum ab argenteis clipeis Argyraspidas appellavit) κάτι το οποίο δεν στέκει αφού δεν έχει νόημα να ονομάζεται μια μονάδα Αργυράσπιδες, όταν όλοι οι στρατιώτες έφεραν ασπίδες με ασήμι. Επιπλέον, είναι αξιοσημείωτο ότι μέσα σε 18 μήνες, αυτός ο υπέροχος στρατός θα βρεθεί στον Ύφαση ποταμό σε ένδεια και ο Κοίνος ο Μακεδών, θα ισχυριστεί: «Τα όπλα μας είναι ήδη φθαρμένα, η πανοπλία μας είναι ξεθωριασμένη» (Κούρτιος 9.3.10). Μπορεί ωστόσο η αναφορά στην νέα θωράκιση να είναι αναχρονιστική. Λέγεται ότι μετά την εξέγερση στον Ύφαση, ο στρατός επέστρεψε στον Υδάσπη, όπου υπήρχαν 25.000 νέες πανοπλίες που είχαν μεταφερθεί από δυτικά (Κούρτιος 9.3.21, Διόδωρος 17.95.4).
Απόσπασμα χειρογράφου από το έργο «Ιστορία του Μεγ. Αλέξάνδρου» του Κούρτιου βιβλιοθήκη της Φλωρεντίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά την δημιουργία των Αργυράσπιδων, οι ιστορικοί του Αλεξάνδρου εξακολουθούν να αναφέρουν τους Υπασπιστές στον στρατό του βασιλέα, κάτι το οποίο είναι αναμενόμενο, αλλά είναι σαφές ότι αυτοί ήταν οι στρατιώτες που αντικατέστησαν τους βετεράνους του Φιλίππου με αυτήν την ιδιότητα. Όταν ο Αλέξανδρος οδήγησε τον στρατό μέσα από την έρημο της Γεδρωσίας, είχε τους Υπασπιστές, αν και ο Αντιγένης (πιθανόν οδηγούσε τους Αργυράσπιδες) συνόδευε τον Κρατερό στην Δραγγιανή. Ως εκ τούτου, διαπιστώνουμε ότι μετά την αποδέσμευση των Αργυράσπιδων από την Όπιδα το 324 π.Χ., το επόμενο έτος ένα πλήρες τμήμα Υπασπιστών παρέμεινε με τον Αλέξανδρο κατά την περίοδο του θανάτου του και συνέχισε να υπηρετεί στον βασιλικό Στρατό υπό τον Περδίκκα.
Διοίκηση – οργάνωση
Η διοίκηση της μονάδας ανήκε, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, στους αρχι-Υπασπιστές (Νικάνωρ, γιος του Παρμενίωνα από 334 έως 330 π.Χ & Νεοπτόλεμος από 330 έως 323 π.Χ.). Αλλά ο Κούρτιος (5.2.3-5) ομιλεί το 331 π.Χ., για αναδιοργάνωση της διοίκησης στην Σιττακινή, υποστηρίζοντας ότι οι νέοι διοικητές των χιλιαρχιών επιλέχθηκαν με κριτήριο την ανδρεία, βάσει προφορικών καταθέσεων συμπολεμιστών. Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφέρουμε πλήρως τα λεγόμενα του Κούρτιου:
«Εκείνοι που θα κριθούν ως ανδρειότεροι, θα κερδίσουν την στρατιωτική διοίκηση χιλίων ανδρών και θα ονομαστούν «χιλίαρχοι». Αυτή ήταν η πρώτη φορά που τα Μακεδονικά στρατεύματα χωρίζονταν αριθμητικά, αφού προηγουμένως υπήρχαν τμήματα των 500 ανδρών και η διοίκηση τους δεν αποτελούσε βραβείο ανδρείας. Ένα τεράστιο πλήθος στρατιωτών είχε συγκεντρωθεί προκειμένου να συμμετάσχει σε αυτόν τον εντυπωσιακό διαγωνισμό, τόσο για να καταθέσει την μαρτυρία του για κάθε υποψήφιο, όσο και να δώσει την ετυμηγορία του στους κριτές – διότι έπρεπε να γνωρίζουν αν η τιμή που αποδόθηκε σε κάθε άνδρα ήταν δικαιολογημένη ή όχι. Το πρώτο βραβείο δόθηκε στον Αταρρχία για την ανδρεία του, αφού ήταν αυτός που είχε αγωνισθεί ηρωικά για να κερδηθεί η μάχη στην Αλικαρνασσό, όταν νεότεροι άνδρες είχαν εγκαταλείψει τον αγώνα. Δεύτερος αναδείχθηκε ο Αντιγένης, τρίτος ο Φιλώτας ο Αιγαίος και τέταρτος ο Αμύντας. Ακολουθούσαν ο Αντίγονος, ο Αμύντας ο Λυγκηστής, ο Θεόδοτος και τελευταίος ο Ελλάνικος». (Κούρτιος 5.2.3-5)
Πιθανότατα ο Κούρτιος σφάλλει αποδίδοντας στους εννέα νικητές τον βαθμό του Χιλίαρχου και οι μεταρρυθμίσεις δεν αφορούσαν στα τμήματα των Πεζέταιρων. Αρχικά, είναι σαφές ότι οι εν λόγω αξιωματικοί έχουν ταπεινή καταγωγή. Από τα οκτώ ονόματα που έχουν διασωθεί μόνο ένα επιβεβαιώνεται αλλού με πατρώνυμο, ο Αταρρχίας, γιος του Δεινομένη (Πλούταρχος Ηθικά 339β). Όλοι οι συμμετέχοντες σχετίζονται με τους Υπασπιστές, μια μονάδα που είχε οργανωθεί σε χιλιαρχίες από την αρχή της Ασιατικής εκστρατείας, αν όχι νωρίτερα και ήταν η ίδια η μονάδα που προσλήφθηκε με βάση την σωματική διάπλαση, τις στρατιωτικές ικανότητες και την αξία. Η τοποθέτηση ανδρών κατώτερης κοινωνικής τάξης σε ηγετικές θέσεις τμημάτων οι στρατιώτες των οποίων είχαν συνηθίσει να υπηρετούν διοικητές με αριστοκρατική καταγωγή, θα ήταν ανήκουστο και απαράδεκτο για τα ίδια τα στρατεύματα. Ως εκ τούτου, ο Κούρτιος μάλλον δεν κατανόησε την φύση αυτής της αναδιοργάνωσης, αφού ο Αλέξανδρος αντί να προάγει αξιωματικούς για να διοικούν διευρυμένους σχηματισμούς, επέλεγε χιλίαρχους και πεντακοσίαρχους με βάση την αξία τους.
Στην πραγματικότητα, οι τρεις χιλιαρχίες των Υπασπιστών, εκάστη αποτελούμενη από δύο πεντακοσιαρχίες, απαιτούσαν ακριβώς εννέα αξιωματικούς σε αυτά τα δύο επίπεδα (τρείς ως επικεφαλής χιλιαρχιών και έξι επικεφαλής πεντακοσιαρχιών). Ως εκ τούτου, συμπεραίνουμε ότι οι Αταρρχίας, Αντιγένης και Φιλώτας ο Αιγαίος ορίστηκαν Χιλίαρχοι. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι το επόμενο έτος, το σημαντικότερο πρόσωπο που συνδέεται με τους Υπασπιστές δεν είναι άλλος από τον Αταρρχία, ενώ ο Αντιγένης που διακρίθηκε στην Ινδία, ήταν ο διοικητής των Αργυράσπιδων, Σχετικά με τον Φιλώτα δεν γνωρίζουμε περισσότερα στοιχεία, αλλά είναι απίθανο να ταυτίζεται με τον διάσημο διοικητή πεζικού, ο οποίος αργότερα διετέλεσε σατράπης της Κιλικίας. Οι υπόλοιποι έξι λειτουργούσαν ως πεντακοσίαρχοι κάτω από τους αντίστοιχους χιλίαρχους.
Απεικόνιση Αργυράσπιδα
Οπλισμός & τακτικές μάχης
Σε αντίθεση με τους Πεζέταιρους (στρατιώτες που προέρχονταν από το παλαιό βασίλειο και αποτελούσαν τα μέλη της βασιλικής φρουράς) και Ασθέταιρους (στρατολογημένοι από τις νέες πόλεις τις δυτικής Μακεδονίας) οι Υπασπιστές (αργότερα Αργυράσπιδες) δεν έφεραν την σάρισα, διότι το μέγεθός της (περίπου 6 μέτρα) δυσκόλευε τους ελιγμούς. Τουναντίον, τα όπλα και οι πανοπλίες τους ήταν παρόμοια με εκείνα του Έλληνα οπλίτη. Το κράνος ήταν Φρυγικού τύπου, με προστατευτικά τμήματα στα μάγουλα και κωνική απόληξη στην κορυφή για να εξοστρακίζει τα χτυπήματα από πάνω. Ο λινοθώρακας παρείχε πλήρη προστασία επιτρέποντας ταυτόχρονα άνεση στις κινήσεις, ενώ στο κάτω μέρος στο ύψος της μέσης υπήρχαν πτερύγια, τα οποία προστάτευαν την βουβωνική χώρα και τον ανώτερο μηρό, αλλά παράλληλα έδιδαν στους Υπασπιστές την ευελιξία να ιππεύουν με άνεση.
Έγχρωμη ανακατασκευή πλευράς της Σαρκοφάγου του Μεγ. Αλεξάνδρου.
Οι Υπασπιστές έφεραν μεγάλη ασπίδα (όπλον) (περίπου 1,5 μέτρα διάμετρο, σε σύγκριση με τη μικρότερη ασπίδα των Πεζέταιρων) κανονικό δόρυ (όπως οι οπλίτες) και ξίφος αντί της κοπίδας του ιππικού. Οι περικνημίδες χρησιμοποιούνταν σε μάχες και πολιορκίες, αλλά όχι σε ορεινές επιχειρήσεις. Θεωρείται βέβαιο ότι οι πεζικάριοι που απεικονίζονται μαζί με τους ιππείς στην Σαρκοφάγο του Αλεξάνδρου είναι οι Υπασπιστές του βασιλέα. Αργότερα, στην Παραιτακηνή, οι Αργυράσπιδες πολεμούν εναντίον των μισθοφόρων του στρατού του Αντιγόνου.
Με αυτόν τον εξοπλισμό, οι Υπασπιστές μπορούσαν να μάχονται σε κανονικό σχηματισμό οπλίτη, να διασκορπίζονται μέσα στο ιππικό χρησιμεύοντας ως Χάμιπποι (επίκουρο πεζικό που κινείτο μαζί με το ιππικό) να ελίσσονται σε δυσπρόσιτα εδάφη και να αναρριχώνται στα τείχη υπό την προστασία των ασπίδων τους.
Ιστορικά στοιχεία
Στη μάχη της Γαβιηνής (Πόλεμοι διαδόχων, 316 π.Χ. μεταξύ Ευμένη και Αντιγόνου) οι Αργυράσπιδες διαπραγματεύτηκαν με τον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο όταν αυτός κατόρθωσε να κατάσχει τα λάφυρα μαζί με τις οικογένειές τους και σε αντάλλαγμα παρέδωσαν σε αυτόν τον στρατηγό Ευμένη (316 π.Χ.).
Ο Αντίγονος σύντομα διέλυσε το σώμα, θεωρώντας ότι δύσκολο να διοικηθεί, εκτελώντας τον Αντιγένη ο οποίος ήταν διοικητής τους και κατόπιν τους παρέδωσε στον Σιβύρτιο τον Μακεδόνα σατράπη της Αραχωσίας, για να τους χρησιμοποιεί σε επικίνδυνες αποστολές, με σκοπό την σταδιακή εξόντωσή τους. Ορισμένοι όμως είχαν ήδη αποσυρθεί για να ζήσουν σε Μακεδονικούς οικισμούς στην Ασία.
Οι Σελευκίδες βασιλείς της Συρίας διέθεταν σώμα φαλαγγιτών με το ίδιο όνομα. Στην μάχη της Ραφίας το 217 π.Χ. οι Αργυράσπιδες παρατάχθηκαν κατά της Πτολεμαϊκής φάλαγγας, όπου ο Πολύβιος τους περιγράφει ως «στρατιώτες οπλισμένους με τον Μακεδονικό τρόπο» (Πολύβιος 5.79.4, 82.2). Η θέση τους δίπλα στον βασιλέα στη μάχη της Μαγνησίας δείχνει ότι ήταν η επίλεκτη μονάδα πεζικού στο στρατό των Σελευκιδών. Ήσαν στρατιώτες που προέρχονταν από ολόκληρο το βασίλειο (Πολύβιος 5.79.4) και στην Ραφία συγκροτούσαν σώμα 10.000 ανδρών. Στην Παρέλαση της Δάφνης που διοργάνωσε ο Αντίοχος Δ’ ο Επιφάνης το 166 π.Χ., οι Αργυράσπιδες αριθμούσαν 5.000 άνδρες.
Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αλέξανδρος Σεβήρος, μεταξύ των μεθόδων που χρησιμοποιούσε μιμούμενος τον Μεγάλο Αλέξανδρο, είχε στο στρατό του μονάδες που ονομάζονταν Αργυράσπιδες και Χρυσάσπιδες. Ο Λίβιος αναφέρει σώμα ιππικού με την ονομασία Αργυράσπιδες ως βασιλική κοόρτη στον στρατό του Αντιόχου Γ’ του Μεγάλου στην Μαγνησία.
Πηγή: chilonas
Δεν υπάρχουν σχόλια: