Ωκεανός και Τηθύς

Ράνια Τζεν

Ο Ωκεανός είναι η αρχαιότερη θαλάσσια θεότητα της Ελληνικής μυθολογίας. Στους Ορφικούς ύμνους εμφανίζεται ως αθάνατος πατέρας, αιώνιος, αρχή των αθανάτων θεών και θνητών ανθρώπων. Δεν αναφέρεται εκεί καμιά προέλευσή του και αυτό υποδηλώνει την επισήμανσή του ως αρχή αιωνίως υπάρχουσα.

Ο Όμηρος στην Ιλιάδα τον ονομάζει γεννήτορα των πάντων. Ξ 201, Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν

Ο Ωκεανός ήταν ποτάμιος θεός. Βέβαια δεν ήταν ένας συνηθισμένος ποταμός. Κυλούσε γύρω από τη γη με μια κυκλική κίνηση και επέστρεφε στον εαυτό του. Όλα τα υδάτινα ρεύματα πήγαζαν από αυτόν. Ουσιαστικά ήταν το όριο ανάμεσα στον αισθητό και τον υπεραισθητό κόσμο και αυτή είναι η φιλοσοφική θεώρηση της μυθολογικής αυτής μορφής. Στη μυθολογία, όλοι οι ποταμοί θεωρούντο γενάρχες πολλών αρχαίων φυλών. Όπως οι ποταμοί, έτσι κι ο Ωκεανός είχε μεγάλη γενετική ορμή. Ναι μεν ξεκίνησαν από αυτόν όλα, ήταν αναγκαία όμως και η γυναικεία παρουσία. Με αυτόν ενωμένη ήταν η θεά Τηθύς που την ονόμαζαν μητέρα. Ούτε της Τηθύος μας δίνεται εδώ γενεαλογία. Αναφέρεται απλώς γυναίκα του Ωκεανού και μητέρα των νεφών και των Νυμφών των πηγών.

Η Τηθύς από τον Ωκεανό γέννησε 3.000 ποτάμια καθώς κι ένα μεγάλο αριθμό όμορφων θυγατέρων, τις Ωκεανίδες.

Στον Ησίοδο, ο Ωκεανός και η Τηθύς είναι Τιτάνες γιοί του Ουρανού και της Γης. Ο Ωκεανός είναι ο ισχυρότερος των δώδεκα Τιτάνων και Τιτανίδων. Όλοι τον ζήλευαν για τη δύναμή του και μονομαχούσαν συχνά για την υπεροχή. Το ζευγάρι Ωκεανός και Τηθύς ήταν τόσο καρπεροί, που από την υπερβολική παραγωγή των υδάτινων στοιχείων της φύσης γίνονταν πλημμύρες. Μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα, αποσύρθηκαν τα ύδατα και όλοι οι ποταμοί, λίμνες, πηγές που αναδύθηκαν, θεωρήθηκαν τα παιδιά του Ωκεανού. Όσο για τις πηγές, πίστευαν ότι ο Ωκεανός ήταν εκείνος που με υπόγεια ρεύματα τροφοδοτούσε τους ποταμούς που συνέχιζαν την αέναη κίνησή τους γιαυτό και ονομαζόταν «αψόρρους».

Κάποια στιγμή ο Ωκεανός και η Τηθύς χώρισαν κι έτσι παγιώθηκε αυτή η δημιουργία. Ο Ωκεανός και η Τηθύς δεν αναμίχθηκαν στην Τιτανομαχία κατά του Δία, γιαυτό και ο Δίας τους άφησε ανενόχλητους να κυριαρχούν στο υγρό τους βασίλειο.

Ο Όμηρος μας λέει γιαυτούς ότι για πολύ καιρό δεν έρχονταν σε επαφή, αλλά βρίσκονταν σε απόσταση, μισούσαν ο ένας τον άλλον και δεν τεκνοποιούσαν ἤδη γὰρ δηρὸν χρόνον ἀλλήλων ἀπέχονται εὐνῆς καὶ φιλότητος, ἐπεὶ χόλος ἔμπεσε θυμῷ.

Όσο για την Τηθύ. ο Ησίοδος μας αναφέρει λίγα πράγματα. Απλά ότι γέννησε τα παιδιά του Ωκεανού. [Αυτές οι πιο μεγάλες κόρες γεννήθηκαν από τον Ωκεανό και την Τηθύν. Γιατί υπάρχουν ακόμη άλλες πολλές: τρεις φορές χίλιες είναι οι Ωκεανίδες με τα λυγερά τα πόδια, που διάσπαρτες παντού εξίσου διατρέχουν τη γη και τα βάθη της θάλασσας, λαμπρές κόρες θεαινών. Μα κι άλλοι τόσοι υπάρχουν ποταμοί που ρέουν βουερά, γιοι του Ωκεανού, που η μεγαλοπρεπής Τηθύς τούς γέννησε.

Τα ονόματα όλων είναι δύσκολο να πει άνθρωπος θνητός, μα τα γνωρίζουν όλοι εκείνοι που ολόγυρά τους κατοικούν.] Θεογονία (337).

Ο Ησίοδος στη Θεογονία απαριθμεί με το όνομά τους σαράντα μία. Αδμήτη, Ακάστη, Αμφιρώ, Ασία, Γαλαξαύρη, Διώνη, Δωρίς, Ευδώρη, Ευρυνόμη, Ευρώπη, Ζευξώ. Ηλέκτρα, Θόη, Ιάνειρα, Ιάνθη, Ιδυία, Ιππώ, Καλλιρόη, Καλυψώ, Κερκηίς, Κλυμένη, Κλυτίη, Μενεσθώ, Μήτις, Μηλόβοσις, Νεφέλη, Ξάνθη, Ουρανίη, Πεισιθόη, Πειθώ, Περσηίς, Πληξαύρη, Πλουτώ, Πολυδώρη, Πρυμνώ, Ρόδεια, Στυξ, Τελεστώ, Τύχη, Χρυσηίς, Ωκυρρόη.

Ο Όμηρος αναφέρει ονομαστικά δύο, την Ευρυνόμη και την Πέρση ή κατά τον Ησίοδο Περσηίδα. Άλλη γνωστή Ωκεανίδα ήταν η Λευκίππη. Αυτές οι όμορφες θαλασσινές κόρες είχαν τη δύναμη να ταράζουν, αλλά και να γαληνεύουν τα νερά. Τα ονόματά τους περιγράφουν εκφραστικά καταστάσεις και ιδιότητες της θάλασσας. Σε γενικές γραμμές θεωρούνταν προστάτιδες των υδάτων, ευνόητο εφόσον αυτά αποτελούσαν και την κατοικία τους.

Από τις περιγραφές των μυθικών παραδόσεων αντιλαμβανόμαστε ότι οι Ωκεανίδες ήταν ανθρωπόμορφες αναπαραστάσεις πηγών που τα ύδατά τους μεταφέρονταν μέσω των ποταμών στην ανοικτή θάλασσα, Ωκεανό (εξού κατά το ήμισυ ιχθύες) και κατέληγαν σε απλή εκβολή (πτερύγιο της ουράς) ή σε δέλτα (διπλό πτερύγιο ουράς)

Η σπουδαιότερη από τις Ωκεανίδες ήταν η Στύξ που το όνομά της σημαίνει μίσος. Είναι το ποτάμι που εννιά φορές περιρρέει τον Κάτω κόσμο και τον συγκρατεί. Άλλες Ωκεανίδες έχουν ονομασία που δηλώνει την κίνηση κι ευλυγισία του νερού, του αέρα, των κυμάτων, των βράχων, έχουν σχέση με σπηλιές, με πλοία.

Η Καλλιρόη και Αμφιρώ εκφράζουν τη ροή, η Πληξαύρα και Γαλαξαύρα την πνοή του αέρα και τη νηνεμία.

Η Θόη και Ωκυρρόη την ταχύτητα και κίνηση. Η Καλυψώ την κρυφή σπηλιά. Η Πρυμνώ την πρύμνη του πλοίου.

Η Δωρίς, η Ευδώρα, η Πολυδώρα και η Πλουτώ σχετίζονται με τα δώρα της θάλασσας.

Η Δωρίς είναι μητέρα της νεώτερης γενεάς των θεών της θάλασσας, των θυγατέρων του Νηρέως. Άλλες: η Πειθώ «θεά της πειθούς», η Αδμήτη «ακαταμάχητη», η Ιππώ και Ζευξώ που σχετίζονται με τα άλογα και το ζέψιμό τους.

Η Ιδυία είναι η θεά που «γνωρίζει», η Ξανθή, η ξανθομαλλούσα, η Τελεστώ είχε σχέση με τη μύηση, η Τύχη θεά του μοιραίου.

Εικόνα: ψηφιδωτό από την Πλωτινόπολη

Πηγή: The Mythologists

Ωκεανός και Τηθύς Ωκεανός και Τηθύς Reviewed by Αρχαία Ελληνικά on Δευτέρα, Νοεμβρίου 29, 2021 Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.