Φίλιππος ο Άραβας (~204 μ.Χ. – 249 μ.Χ.)

Ο Φίλιππος ο Άραβας (Λατινικά: Μάρκος Ιούλιος Φίλιππος Άραβας) ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 244 έως το 249. Γεννήθηκε στην Φιλιππούπολη της Αραβίας, που βρίσκεται στη σύγχρονη Συρία. Μετά το θάνατο του Γορδιανού ΙΙΙ τον Φεβρουάριο του 244, ο Φίλιππος ο οποίος ήταν έπαρχος Πραιτορίου, ανήλθε στην εξουσία. Διαπραγματεύτηκε ειρήνη με την Περσική Σασσανιδική Αυτοκρατορία και επέστρεψε στη Ρώμη για να επιβεβαιωθεί από τη Σύγκλητο. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, η Ρώμη γιόρτασε τη χιλιετία της.

Ο Φίλιππος προδόθηκε και σκοτώθηκε στη μάχη της Βερόνας τον Σεπτέμβριο του 249 μετά από εξέγερση του Γάιου Μέσσιου Κόιντου Δέκιου. Η 5ετής βασιλεία του Φιλίππου υπήρξε ασυνήθιστα σταθερή στην ταραγμένη περίοδο του 3ο αιώνα. Περί τα τέλη του 4ου αιώνα, ορισμένοι εκκλησιαστικοί θεωρούσαν ότι ο Φίλιππος ήταν ο πρώτος Χριστιανός αυτοκράτορας, όπως περιγράφεται στο πολύ γνωστό κατά τον Μεσαίωνα Χρονικό του Ιερώνυμου, στο δημοφιλές Ιστορία κατά ειδωλολατρών/Historia Adversus Paganos του Οροσίου και στο Εκκλησιαστική Ιστορία/Historia Ecclesiastica του Ευσέβιου Καισαρείας. Οι σύγχρονοι μελετητές διχάζονται ως προς το θέμα.

Βίος

Λίγα είναι γνωστά για την ζωή και την πολιτική καριέρα του Φίλιππου. Γεννήθηκε στη σημερινή Σάχμπα της Συρίας, περίπου 90 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Δαμασκού, στον Τραχωνίτη. Η γενέτειρά του, που αργότερα μετονομάστηκε σε Φιλιππούπολη, βρισκόταν στην Αυράντη, μια Αραβική περιοχή που αποτελούσε τμήμα της Ρωμαϊκής επαρχίας της Αραβίας και σύμφωνα με τους ιστορικούς ο Φίλιππος ήταν Άραβας. Ήταν γιος ενός ντόπιου, του Ιούλιου Μαρίνου, πιθανόν σημαίνοντα πολίτη. Οι ισχυρισμοί από μεταγενέστερες Ρωμαϊκές πηγές (Ιστόρια Αυγούστα/Historia Augusta και Επιτομή Καισάρων/Epitome de Caesaribus) ότι ο Φίλιππος είχε ταπεινή καταγωγή ή ότι ο πατέρας του ήταν λήσταρχος δεν γίνονται αποδεκτοί από τους σύγχρονους ιστορικούς.

Κεφαλή πιθανώς της αυτοκράτειρας Μαρκίας Οτασιλίας Σεβήρας, συζύγου του αυτοκράτορα Φιλίππου του Άραβα 250–300 μ.Χ. Mary Harrsch, CC BY-SA 4.0 , via Wikimedia Commons


Ενώ το όνομα της μητέρας του Φιλίππου είναι άγνωστο, είχε έναν αδερφό, τον Γάιο Ιούλιο Πρίσκο, μέλος της πραιτοριανής φρουράς υπό τον Γορδιανό ΙΙΙ (238–244). Το 234, ο Φίλιππος παντρεύτηκε τη Μαρκία Οτασιλία Σεβήρα, κόρη Ρωμαίου Κυβερνήτη. Απέκτησαν τρία παιδιά, τον Μάρκο Ιούλιο Φίλιππο Σεβήρο (Φίλιππος ΙΙ) γεννημένο το 238, την Ιουλία Σεβήρα ή Σεβηρίνα που είναι γνωστή από νομισματικά στοιχεία αλλά δεν αναφέρεται στις αρχαίες Ρωμαϊκές πηγές και τον Κόιντο Φίλιππο Σεβήρο γεννημένο το 247.

Η άνοδος στην εξουσία των Σεβήρων από την κοντινή Έμεσα θεωρείται ως κίνητρο στην άνοδο του ίδιου του Φίλιππου, λόγω της γεωγραφικής και εθνοτικής ομοιότητας μεταξύ του ίδιου και των βασιλέων της Έμεσας.

Άνοδος στο θρόνο

Η άνοδος του Φιλίππου άρχισε με την παρέμβαση του αδελφού του Πρίσκου, ο οποίος ήταν σημαντικός αξιωματούχος του αυτοκράτορα Γορδιανός ΙΙΙ. Η μεγάλη ευκαιρία ήρθε το 243, κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του εναντίον του Σαπώρη Ι της Περσίας, όταν ο Πραιτοριανός έπαρχος Τιμησίθεος πέθανε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες. Μετά από πρόταση του Πρίσκου, ο Φίλιππος ανέλαβε νέος έπαρχος, με πρόθεση τα δύο αδέρφια να ελέγχουν τον νεαρό αυτοκράτορα και να κυβερνούν τον Ρωμαϊκό κόσμο ως ανεπίσημοι αντιβασιλείς. Ο Γορδιανός ΙΙΙ πέθανε τον Φεβρουάριο του 244 μετά από ήττα, υπό αμφισβητούμενες συνθήκες. Ενώ ορισμένοι ισχυρίζονται ότι ο Φίλιππος συνωμότησε στη δολοφονία του, άλλες περιγραφές (συμπεριλαμβανομένης μιας προερχόμενης από την Περσική πλευρά) αναφέρουν ότι ο Γορδιανός πέθανε στη μάχη. Όποια και αν ήταν η αλήθεια, ο Φίλιππος στέφθηκε αυτοκράτορας μετά το θάνατό του.

Ανάγλυφο σε βράχο στο Naqsh-e Rustam του Shapur I (επί ίππου) με τον Φίλιππο τον Άραβα και τον αυτοκράτορα Βαλεριανό να γονατίζουν παραδομένοι στον Πέρση βασιλιά Ali Ganjei علی گنجه ای, Public domain, via Wikimedia Commons


Ο Φίλιππος δεν ήταν ήθελε να επαναλάβει τα λάθη των προηγούμενων διεκδικητών και γνώριζε ότι έπρεπε να επιστρέψει στη Ρώμη για να εξασφαλίσει τη θέση του στη σύγκλητο. Ωστόσο, πρώτη του προτεραιότητα ήταν να συνάψει συνθήκη ειρήνης με τον Σαπώρη και να αποσύρει τον στρατό από μια δυνητικά καταστροφική κατάσταση. Αν και κατηγορήθηκε ότι εγκατέλειψε την περιοχή, οι πραγματικοί όροι της ειρήνης δεν ήταν τόσο ταπεινωτικοί όσο θα μπορούσαν να είναι. Ο Φίλιππος διατήρησε την κατάκτηση της Οσροηνής και της Μεσοποταμίας από τον Τιμησίθεο, αλλά έπρεπε να συμφωνήσει ότι η Αρμενία βρισκόταν στη σφαίρα επιρροής της Περσίας. Έπρεπε επίσης να πληρώσει μια τεράστια αποζημίωση στους Πέρσες 500.000 δηναρίων. Ο Φίλιππος εξέδωσε αμέσως νομίσματα που διακήρυτταν ότι είχε συνάψει ειρήνη με τους Πέρσες (pax fundata cum Persis).

Οδηγώντας τον στρατό του πίσω στον Ευφράτη, νότια του Κιρκισίου, ο Φίλιππος έστησε ένα κενοτάφιο προς τιμήν του Γορδιανού ΙΙΙ, αλλά οι στάχτες του στάλθηκαν στη Ρώμη, όπου κανόνισε τη θεοποίηση του Γορδιανού. Ενώ βρισκόταν στην Αντιόχεια, άφησε τον αδελφό του Πρίσκο ως έκτακτο ηγεμόνα των Ανατολικών επαρχιών, με τον τίτλο του Κυβερνήτη Ανατολής/Rector Orientis. Προχωρώντας δυτικά, έδωσε στον κουνιάδο του Σεβεριανό τον έλεγχο των επαρχιών της Μοισίας και της Μακεδονίας. Τελικά έφτασε στη Ρώμη στα τέλη του καλοκαιριού του 244, όπου επιβεβαιώθηκε ως Αύγουστος. Πριν το τέλος του έτους, όρισε τον μικρό γιο του Καίσαρα και κληρονόμο, η σύζυγός του, Μαρκία Σεβήρα, ονομάστηκε Αυγούστα και θεοποίησε τον πατέρα του Μαρίνο, παρόλο που ο τελευταίος δεν ήταν αυτοκράτορας. Ενώ βρισκόταν στη Ρώμη, ο Φίλιππος απέκτησε επίσης τους τίτλους Παρθικός Αδιαβένικος/Parthicus Adiabenicus, Περσικός Μάξιμος/Persicus Maximus και Παρθικός Μάξιμος/Parthicus Maximus.

Προτομή του Φιλίππου του Άραβα στο Μουσείο Ερμιτάζ της Ρωσίας. περίπου στα μέσα του 3ου αιώνα.George Shuklin, CC BY-SA 3.0 via Wikimedia Commons


Βασιλεία

Σε μια προσπάθεια να στηρίξει το καθεστώς του, ο Φίλιππος κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια να διατηρήσει καλές σχέσεις με τη Σύγκλητο και από την αρχή της βασιλείας του επιβεβαίωσε τις παλιές Ρωμαϊκές αρετές και παραδόσεις. Ξεκίνησε ένα τεράστιο οικοδομικό πρόγραμμα στην πατρίδα του, μετονομάζοντάς την σε Φιλιππούπολη, στην οποία ανήγειρε αγάλματα του ίδιου και της οικογένειάς του. Εισήγαγε επίσης τους αγώνες Άκτια – Δουσάρια στη Βόστρα, πρωτεύουσα της Αραβίας, οι οποίοι συνδύαζαν τη λατρεία της Δουσάρα, κύριας θεότητας των Ναβαταίων, με τον εορτασμό της μάχης του Ακτίου, ως μέρος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορικής λατρείας.

Το κόστος της νέας πόλης της Φιλιππούπολης που προστέθηκε στον τεράστιο φόρο που οφείλονταν στους Πέρσες, καθώς και η απαραίτητη δωρεά στον στρατό για να εξασφαλίσει την αποδοχή του, εξάντλησαν τους οικονομικούς πόρους του Φιλίππου, με αποτέλεσμα να αυξήσει δραματικά τη φορολογία, ενώ ταυτόχρονα σταμάτησε να πληρώνει τις φυλές βόρεια του Δούναβη που ήταν ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της ειρήνης στα σύνορα. Αμφότερες οι αποφάσεις θα είχαν σημαντικές επιπτώσεις στην αυτοκρατορία και τη βασιλεία του.

Το 245, ο Φίλιππος αναγκάστηκε να αφήσει τη Ρώμη καθώς κλονίστηκε η σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή λόγω του θανάτου του Τιμησίθεου, της ήττας του Γορδιανού στα ανατολικά και της απόφασης του Φίλιππου να σταματήσει να πληρώνει τις φυλές. Οι Κάρποι κινήθηκαν μέσω της Δακίας, πέρασαν τον Δούναβη και έφτασαν στη Μοισία απειλώντας τα Βαλκάνια. Εγκαθιστώντας το αρχηγείο του στη Φιλιππούπολη της Θράκης, ο Φίλιππος τους απώθησε πέρα από τον Δούναβη και τους κυνήγησε πίσω στη Δακία, ώστε το καλοκαίρι του 246 μετά τη νίκη εναντίον τους, να αποκτήσει τον τίτλο Καρπικός Μάξιμος. Στο μεταξύ, οι Αρσακίδες της Αρμενίας αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν την εξουσία του Πέρση βασιλιά Σαπώρη Ι και το 245 ξέσπασε ξανά πόλεμος με την Περσία.

Ωστόσο, ο Φίλιππος επέστρεψε στη Ρώμη τον Αύγουστο του 247, όπου δαπάνησε πολλά χρήματα στο σημαντικότερο γεγονός της βασιλείας του – τους Κοσμικούς Αγώνες/Ludi Saeculares, οι οποίοι συνέπεσαν με τα 1000 χρόνια από την ίδρυση της Ρώμης. Έτσι, τον Απρίλιο του 248 μ.Χ., ο Φίλιππος είχε την τιμή να ηγηθεί των εορτασμών των χιλιοστών γενεθλίων της Ρώμης, που σύμφωνα με την παράδοση ιδρύθηκε στις 21 Απριλίου 753 π.Χ. από τον Ρωμύλο. Αναμνηστικά νομίσματα εκδόθηκαν σε μεγάλους αριθμούς και σύμφωνα με σύγχρονες μαρτυρίες, οι εορτασμοί ήταν μεγαλειώδεις και περιλάμβαναν θεαματικά αγωνίσματα και θεατρικές παρουσιάσεις σε όλη την πόλη. Στο Κολοσσαίο, που αρχικά είχε προετοιμαστεί για τον Ρωμαϊκό θρίαμβο του Γορδιανού ΙΙΙ επί των Περσών, σκοτώθηκαν περισσότεροι από 1.000 μονομάχοι μαζί με εκατοντάδες εξωτικά ζώα, όπως ιπποπόταμοι, λεοπαρδάλεις, λιοντάρια, καμηλοπαρδάλεις και ένας ρινόκερος. Τα γεγονότα γιορτάστηκαν επίσης στη λογοτεχνία, με αρκετές επετειακές εκδόσεις συμπεριλαμβανομένης της Ιστορίας των Χιλίων Χρόνων του Ασίνιου Κουαδράτου. Ταυτόχρονα, ο Φίλιππος προήγαγε τον γιο του σε συναυτοκράτορα.

Nόμισμα προς τιμήν της Ρωμαϊκής χιλιετίας. Επιγραφή: IMP. ΦΙΛΙΠΟΣ ΑΥΓ. / SAECVLARES AVGG Rraciti, Public domain, via Wikimedia Commons


Πτώση

Παρά το εορταστικό κλίμα, συνεχίστηκαν τα προβλήματα στις επαρχίες. Στα τέλη του 248, οι λεγεώνες της Παννονίας και της Μοισίας, δυσαρεστημένες με το αποτέλεσμα του πολέμου κατά των Κάρπων, στασίασαν και ανακήρυξαν αυτοκράτορα τον Τιβέριο Κλαύδιο Πακατιανό. Η αναταραχή ώθησε τους Κουάδους και άλλες Γερμανικές φυλές να περάσουν τα σύνορα και να επιτεθούν στην Παννονία. Ταυτόχρονα, οι Γότθοι εισέβαλαν στη Μοισία και τη Θράκη πέρα από τα σύνορα του Δούναβη και πολιόρκησαν τη Μαρκιανούπολη, ενώ οι Κάρποι, ενθαρρυμένοι από τις Γοτθικές επιδρομές, ανανέωσαν τις επιθέσεις τους στη Δακία και τη Μοισία. Εν τω μεταξύ, στην Ανατολή, ο Μάρκος Ιοταπιανός ηγήθηκε εξέγερσης ως απάντηση στην καταπιεστική κυριαρχία των Πρίσκων και την υπερβολική φορολογία των ανατολικών επαρχιών. Δύο άλλοι σφετεριστές, ο Μάρκος Σιλβάνακος και ο Σπονσιανός, αναφέρεται ότι ξεκίνησαν εξεγέρσεις χωρίς όμως μεγάλη επιτυχία.

Συντετριμμένος από τον αριθμό των εισβολών και των σφετεριστών, ο Φίλιππος προσφέρθηκε να παραιτηθεί, αλλά η Σύγκλητος αποφάσισε να τον υποστηρίξει, με τον Γάιο Μέσιο Κόιντο Δέκιο να είναι ο πλέον ένθερμος από όλους τους συγκλητικούς. Ο Φίλιππος εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από την υποστήριξή του που έστειλε τον Δέκιο στην περιοχή αναθέτοντας ειδική διοίκηση που περιλάμβανε όλες τις επαρχίες της Παννονίας και της Μοισίας. Αυτό είχε διττό σκοπό τόσο την καταστολή της εξέγερσης του Πακατιανού όσο και την αντιμετώπιση των βαρβαρικών επιδρομών.

Παρότι ο Δέκιος κατάφερε να καταπνίξει την εξέγερση, η δυσαρέσκεια στις λεγεώνες μεγάλωνε. Ο Δέκιος ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας από τα Παραδουνάβια στρατεύματα την άνοιξη του 249 και βάδισε αμέσως στη Ρώμη. Ωστόσο, ακόμη και πριν φύγει από την περιοχή, η κατάσταση για τον Φίλιππο είχε επιδεινωθεί. Οι οικονομικές δυσκολίες τον ανάγκασαν να υποτιμήσει τον αντωνινιανό (Ρωμαϊκό νόμισμα) καθώς άρχισαν να σημειώνονται ταραχές στην Αίγυπτο, γεγονός που προκάλεσε δυσκολίες στην προμήθεια σιταριού, πλήττοντας περαιτέρω την δημοφιλία του Φιλίππου στην πρωτεύουσα.

Αν και ο Δέκιος προσπάθησε να συμβιβαστεί με τον Φίλιππο, ο στρατός του Φιλίππου συνάντησε τον σφετεριστή κοντά στη σύγχρονη Βερόνα το καλοκαίρι. Ο Δέκιος κέρδισε εύκολα τη μάχη και ο Φίλιππος σκοτώθηκε κάποια στιγμή τον Σεπτέμβριο του 249, είτε στις μάχες είτε δολοφονημένος από τους δικούς του στρατιώτες που ήθελαν να ευχαριστήσουν τον νέο ηγεμόνα. Ο 11χρονος γιος και κληρονόμος του πιθανόν σκοτώθηκε μαζί με τον πατέρα του και ο Πρίσκος εξαφανίστηκε χωρίς ίχνη.

Χαρτονόμισμα 100 λιρών Συρίας με τον Φίλιππο τον Άραβα.


Θρησκευτικές πεποιθήσεις

Μερικές μεταγενέστερες παραδόσεις, που αναφέρθηκαν για πρώτη φορά από τον ιστορικό Ευσέβιο στην Εκκλησιαστική Ιστορία, υποστήριξαν ότι ο Φίλιππος ήταν ο πρώτος Χριστιανός Ρωμαίος αυτοκράτορας. Σύμφωνα με τον Ευσέβιο (Εκ. Ιστ. VI.34) ο Φίλιππος ήταν Χριστιανός, αλλά δεν του επετράπη να εισέλθει στις πασχαλινές εφημερίες μέχρι να εξομολογηθεί τις αμαρτίες του και του επιβλήθηκε να καθίσει στους μετανοούντες, κάτι που έκανε πρόθυμα. Μεταγενέστερες αναφορές εντόπισαν αυτό το γεγονός στην Αντιόχεια.

Ωστόσο, οι ιστορικοί προσδιορίζουν τον μετέπειτα αυτοκράτορα Κωνσταντίνο, ως τον πρώτο Χριστιανό αυτοκράτορα και γενικά περιγράφουν την προσκόλληση του Φιλίππου στον Χριστιανισμό ως αμφίβολη, επειδή οι μη Χριστιανοί ιστορικοί δεν αναφέρουν το γεγονός και καθ’ όλη τη διάρκεια της βασιλείας του, σε όλες τις εμφανίσεις (νομίσματα κ.λπ.) συνέχισε να ακολουθεί την κρατική θρησκεία. Οι κριτικοί αποδίδουν τον ισχυρισμό του Ευσέβιου στην ανοχή που επέδειξε ο Φίλιππος στους Χριστιανούς.

Πηγές – βιβλιογραφία

chilonas

https://en.wikipedia.org/wiki/Philip_the_Arab

Βίκτωρ Αυρήλιος, Epitome de Caesaribus Αρχειοθετήθηκε 2020-11-08 στο Wayback Machine.

Ιωάννης Ζωναράς, Compendium of History – extract: Zonaras: Alexander Severus to Diocletian: 222–284

Ζώσιμος, Historia Nova

Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, τόμος 59, σελίδες 314 & 315.

Michael L. Meckler, «Philip the Arab (244-249 A.D.)», De Imperatoribus Romanis (1999)

David Stone Potter, The Roman Empire at Bay, AD 180-395, Routledge, 2004

Alan K. Bowman, The Cambridge Ancient History: The Crisis of Empire, A.D. 193-337, Cambridge University Press, 2005

Φίλιππος ο Άραβας (~204 μ.Χ. – 249 μ.Χ.) Φίλιππος ο Άραβας (~204 μ.Χ. – 249 μ.Χ.) Reviewed by Αρχαία Ελληνικά on Πέμπτη, Ιουνίου 09, 2022 Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.