Οποτε µίλησα για τον Ελληνισμό στη Μικρά Ασία συνάντησα τις αντιρρήσεις ατόμων που πίστευαν ότι οι Ελληνες που διώχτηκαν το 1922 βρίσκονταν εκεί από τους αρχαίους χρόνους. Εξήγησα ότι οι Πόντιοι είχαν τεκμήρια παρουσίας τουλάχιστον από το Βυζάντιο, αλλά σίγουρα όχι εκείνοι των δυτικών παραλιών που εποίκισαν συστηματικά τη Μικρά Ασία από τα τέλη του 17ου αιώνα. Η καλλιέργεια της Ελληνικής γλώσσας τότε αποτέλεσε εγγύηση διατήρησης μιας ταυτότητας, που όπως εξηγεί στο μνημειώδες έργο του «Η παρακμή του μεσαιωνικού Ελληνισμού στη Μικρά Ασία και η διαδικασία εξισλαμισμού (11ος-15ος αιώνας)» (Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1996) ο Σπύρος Βρυώνης, σε πολλές περιοχές οι Ελληνες είχαν υποστεί εξαφάνιση.
Ο Πανταλέων Σεβαστόπουλος, Βρετανός πολίτης, έθεσε την Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης το 1733 υπό την προστασία του βρετανικού προξενείου για να την προστατεύσει από αυθαιρεσίες της οθωμανικής διοίκησης. Το 1773 δόθηκαν τοπικά προνόμια στην κοινότητα Αϊβαλίου, ώστε οι Ελληνες εκεί να απολαμβάνουν αυτονομία. Είναι προφανές ότι οι Οθωμανοί εκτιμούσαν τότε την ανάπτυξη που έφερναν οι Ελληνες όπου είχαν εγκατασταθεί.
Το Αϊβαλί εποικίστηκε από κατοίκους της Πελοποννήσου και των νήσων του Αιγαίου και γνώρισε ακμή στο εμπόριο του λαδιού και του σαπουνιού. Ελληνες από το Λαύριο και τη Μυτιλήνη με γνώση στα ορυχεία πήγαν στην Πέργαμο και στην Μπάλια. Η χερσόνησος της Ερυθραίας εποικίστηκε από Χιώτες.
Στο Αϊδίνι πήγαν Ελληνες από τα Ζαγόρια, στην Απολλωνία από τη Μάνη και στην Κούλα από τη Σάμο. Πολλοί εργάστηκαν στους σιδηροδρόμους καθώς η γραμμή Σμύρνης – Αϊδινίου ήταν βρετανικών συμφερόντων με οθωμανική παραχώρηση του 1856. Οι γραμμές από τον Βόσπορο στην Αγκυρα, μέσω του Εσκί Σεχίρ, και Αφιόν Καραχισάρ – Ικονίου και από εκεί στα Αδανα, αποτελούσαν δίκτυο ελληνικών εμπορικών συμφερόντων που παρακολουθούσε τα σιδηροδρομικά δίκτυα.
Oι Ελληνες που εποίκισαν συστηματικά τα δυτικά παράλια είχαν τεκμήρια παρουσίας από τα τέλη του 17ου αιώνα.
Οι Ελληνες της Μικράς Ασίας διατηρούσαν τις ιδιοτυπίες τους από περιοχή σε περιοχή. Από τους αρχαίους οικισμούς του Πόντου έως το βιλαέτι του Ικονίου, η Ελληνοφωνία με τις διαλέκτους της μετατρεπόταν σε τουρκοφωνία με ελληνική γραφή – τα καραμανλίδικα. Ο ελληνικός, βέβαια, εθνικισμός προερχόταν από τα αστικά κέντρα και όχι από την τουρκόφωνη επαρχία της Ανατολής.
Η «γκιαούρ Σμύρνη», (η άπιστη) πρωτεύουσα κάθε ελληνικής δραστηριότητας, παρέμεινε το κέντρο του ελληνισμού έως την άλωση από τον τουρκικό στρατό τον Σεπτέμβριο του 1922.
* Ο κ. Θάνος Μ. Βερέμης είναι ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ.
Πηγή: kathimerini
Δεν υπάρχουν σχόλια: