Ορφικός Ύμνος του Αιθέρος, της πεμπτουσίας του Διός, που ελίσσει και εμπεριέχει τα θεία σώματα

Της Μαρίας Αν. Βέργου

Αἰθήρ: το ανώτατο και καθαρώτατο στρώμα του αέρος. Βρίσκεται στα ύψη, πάνω από τον αέρα και καίγεται από τον ήλιο. Ο ουρανός, το κατοικητήριο των Θεών.

Ο αιθήρ είναι το καθαρώτατον μέρος του αέρος (Πλάτων, Τίμαιος βλ. κατωτέρω).

Ο αιθήρ εμπεριέχει τα θεία σώματα και την τάξη της κινήσεως (Aριστοτέλης, περί Κόσμου βλ. κατωτέρω).

Ο αιθήρ ελίσσει (> εξελίσσει), περιστρέφει το κοινό φως (Αισχύλος, Προμηθεύς Δεσμώτης βλ. κατωτέρω).

Ο αιθήρ είναι το ανώτατο μέρος του Κόσμου, όπου βρίσκεται η ουσία της φρονήσεως. Ο αιθήρ και το καθαρόν πυρ είναι ο Ζευς (Lucius Annaeus CORNUTUS, De natura deorum βλ. κατωτέρω).

Στοιχείο το οποίο ταυτίζεται με την αθανασία.

Μερικά Αποσπάσματα:

- Τα Χρυσά Έπη των Πυθαγορείων καταλήγουν στους εξής στίχους:

ἥν δ' ἀπολείψας σῶμα ἐς αἰθέρ' ἐλεύθερον ἔλθηις, ἔσσεαι ἀθάνατος, θεός ἄμβροτος, οὐκέτι θνητός.

Απόδ.: Αν αφού εγκαταλείψεις το σώμα, εισέλθεις στον ελεύθερο αιθέρα, θα είσαι αθάνατος, θεός άμβροτος, όχι πια θνητός.

Η είσοδος της ψυχής στον χώρο του ελεύθερου αιθέρος σηματοδοτεί την αθανασία, την τελείωση, ήτοι την προς τον Θεόν ομοίωση. Τούτο δεν σημαίνει ότι ο Άνθρωπος, ο οποίος εισέρχεται στον ελεύθερο αιθέρα και ομοιούται προς το θείον, παύει να ανήκει στο τρίτο γένος [πρώτο Γένος: Αθάνατοι Θεοί, δεύτερο Γένος: Ήρωες Αγαυοί, τρίτο Γένος: Άνθρωποι, καταχθόνιοι Δαίμονες], αλλά ότι εξομοιούται προς το πρώτο. Η διαφορά συνίσταται στο ότι η τελειότης και η προς τον Θεόν ομοίωσις ευρίσκεται πάντοτε στους ουρανίους η ίδια. Στους αιθερίους ευρίσκεται πάντοτε η ίδια, εφ’ όσον παραμένουν μόνιμοι και σταθεροί στην κατάσταση του αιθέρος. Δεν ευρίσκεται πάντοτε και η ίδια στους αιθερίους, οι οποίοι υπόκεινται σε κάθοδο και εγκατάσταση επί της Γης. Σκοπός μας είναι να αποκτήσουμε εκείνη την ομοίωση προς το Θείον, για την οποία είμαστε ικανοί εκ της φύσεώς μας, και τότε δρέπουμε τους καρπούς της αρετής, γνωρίζοντας το μέτρο της ουσίας μας. Αυτό συμβαίνει ακολουθώντας τα παραγγέλματα των Χρυσών Επών, τα οποία συνοψίζουν την πρακτική και θεωρητική φιλοσοφία των Πυθαγορείων, με την άσκηση της οποίας ο Άνθρωπος οδηγείται στην Αρετή, την Ευδαιμονία και την θεώ ομοίωση (βλ. Ιεροκλέους, σχόλια εις τα Χρυσά Έπη των Πυθαγορείων).

Ο αιθέρας είναι άυλο και αΐδιο σώμα και καλείται ελεύθερος, διότι είναι απαλλαγμένος από τα υλικά πάθη.

Ο συγγραφέας των ΧΡΥΣΩΝ ΕΠΩΝ, ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ ο Σάμιος, σε χαρακτικό έκδοσης του Διογένους Λαερτίου, εκδ. Officina Wetsteniana, Ολλανδία, 1692.

Οι Πυθαγόρειοι ονόμαζαν ελεύθερο αιθέρα την χώρα που βρίσκεται ακριβώς κάτω από τη σελήνη, επειδή βρίσκεται υπεράνω των γήινων και φθαρτών σωμάτων και κάτω από ουράνια σώματα (Ιεροκλέους, σχόλια εις τα Χρυσά Έπη των Πυθαγορείων).

- ὡς δ’ ὅτ’ ἐν οὐρανῶι ἄστρα φαεινὴν ἀμφὶ σελήνην φαίνετ’ ἀριπρεπέα, ὅτε τ’ ἔπλετο νήνεμος αἰθήρ, {ἔκ τ’ ἔφανεν πᾶσαι σκοπιαὶ καὶ πρώονες ἄκροι καὶ νάπαι, οὐρανόθεν δ’ ἄρ’ ὑπερράγη ἄσπετος αἰθήρ,} πάντα δὲ εἴδεται ἄστρα, γέγηθε δέ τε φρένα ποιμήν, τόσσα μεσηγὺ νεῶν ἠδὲ Ξάνθοιο ῥοάων Τρώων καιόντων πυρὰ φαίνετο Ἰλιόθι πρό. (Όμηρος, Ιλιάς, Θ, 555-559)

- οὐρανόθεν δ’ ἄρ’ ὑπερράγη ἄσπετος αἰθήρ, ὣς Δαναοὶ νηῶν μὲν ἀπωσάμενοι δήιον πῦρ τυτθὸν ἀνέπνευσαν· (Όμηρος, Ιλιάς, Π,300-302)

- Ὦ μέγας αἰθήρ, ὦ Ζεῦ (Σοφοκλής, Οιδίπους επί Κολωνώ, 1472)

- ὦ δῖος αἰθὴρ καὶ ταχύπτεροι πνοαί (Αισχύλος, Προμηθεύς Δεσμώτης, 88)

- ὦ πάντων αἰθὴρ κοινὸν φάος εἱλίσσων (Αισχύλος, Προμηθεύς Δεσμώτης, 1092)

- κατὰ ταὐτὰ δὲ ἀέρος, τὸ μὲν εὐαγέστατον ἐπίκλην αἰθὴρ καλούμενος, ὁ δὲ θολερώτατος ὁμίχλη τε καὶ σκότος (Πλάτων, Τίμαιος, 58d).

- εἶτα ὁ ἡλίου (εν. κύκλος), καὶ τελευταῖος ὁ τῆς σελήνης, μέχρις ἧς ὁρίζεται ὁ αἰθήρ, τά τε θεῖα ἐμπεριέχων σώματα καὶ τὴν τῆς κινήσεως τάξιν (Αριστοτέλης, Περί Κόσμου, 392 a, 28-31)

- καὶ διὰ τοῦτο ἡ μὲν γῆ ἐν τῷ ὕδατι, τοῦτο δ’ ἐν τῷ ἀέρι, οὗτος δ’ ἐν τῷ αἰθέρι, ὁ δ’ αἰθὴρ ἐν τῷ οὐρανῷ, ὁ δ’ οὐρανὸς οὐκέτι ἐν ἄλλῳ (Αριστοτέλης, Φυσικά, 212b, 20-22).

- ἐπεὶ τοῦ μὲν ἀνθρώπου τὸ ἀνωτάτω μέρος τοῦ σώματος ἡ κεφαλή ἐστι, τοῦ δὲ κόσμου ὁ αἰθήρ, ὅπου τὸ ἡγεμονικὸν αὐτοῦ ἐστι καὶ ἡ τῆς φρονήσεως οὐσία· ‘κορυφὴ δὲ θεῶν’ κατὰ τὸν Εὐριπίδην ‘ὁ περὶ χθόν’ ἔχων φαεννὸς αἰθήρ’. (Lucius Annaeus CORNUTUS, De natura deorum 35,15)

- αἰθὴρ ἐκλήθη τὸ ἐξωτάτω μέρος τοῦ κόσμου, (Lucius Annaeus CORNUTUS, De natura deorum 2,12) λέγεται δὲ ὑπό τινων καὶ τῶν τεχνῶν εὑρετὴς γενέσθαι ὁ Προμηθεὺς δι’ οὐδὲν ἄλλο ἢ ὅτι συνέσεως καὶ προμηθείας δεῖ πρὸς τὴν εὕρεσιν αὐτῶν. Οἱ πλείους μέντοι τῇ Ἀθηνᾷ καὶ τῷ Ἡφαίστῳ αὐτὰς ἀνατιθέασι, τῇ μὲν Ἀθηνᾷ, ἐπειδὴ φρόνησις καὶ ἀγχίνοια εἶναι δοκεῖ, τῷ δὲ Ἡφαίστῳ διὰ τὸ τὰς πλείστας τῶν τεχνῶν διὰ πυρὸς τὰ ἑαυτῶν ἔργα ἀποδιδόναι. ὁ μὲν γὰρ αἰθὴρ καὶ τὸ διαυγὲς καὶ καθαρὸν πῦρ Ζεύς ἐστι, τὸ δ’ ἐν χρήσει καὶ ἀερομιγὲς Ἥφαιστος, ἀπὸ τοῦ ἧφθαι ὠνομασμένος, ὅθεν καὶ ἐκ Διὸς καὶ Ἥρας ἔφασαν αὐτὸν γενέσθαι, τινὲς δὲ μόνης τῆς Ἥρας (*) (Lucius Annaeus CORNUTUS, De natura deorum 33, 6-16).

(*) Όντως κατά μίαν παράδοση, ο Ήφαιστος είναι μονογενής και απάτωρ.

ΟΡΦΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ 5: Αἰθέρος

θυμίαμα κρόκον

Ὦ Διὸς ὑѱιμέλαθρον ἔχων κράτος αἰὲν ἀτειρές,

ἄστρων ἠελίου τε σεληναίης τε μέρισμα,

πανδαμάτωρ, πυρίπνου, πᾶσι ζωοῖσιν ἔναυσμα,

ὑѱιφανὴς Αἰθήρ, κόσμου στοιχεῖον ἄριστον,

ἀγλαὸν ὦ βλάστημα, σελασφόρον, ἀστεροφεγγές,

κικλήσκων λίτομαί σε κεκραμένον εὔδιον εἶναι.

Απόδοσις: Μαρίας Αν. Βέργου:

Ω, εσύ που έχεις του Διός το υψιμέλαθρο[1] πάντοτε αμετακίνητο[2] κράτος

μέρισμα[3] των άστρων και του ηλίου και της σελήνης

πανδαμάτωρ, πυρίπνοε[4], έναυσμα[5] για όλους τους ζώντες,

υψιφανή Αιθέρα, κόσμου στοιχείο[6] άριστο,

ω, αγλαό[7] βλάστημα[8], φωτοφόρο[9], αστεροφεγγές,

καλώντας σε ικετεύω να είσαι κεκραμένος[10] λαμπρός[11].

ΠΗΓΗ: arxeion-politismou

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] ὑψιμέλαθρος: ψηλά οικοδομημένος, ψηλός.

[2] ἀτειρής: στερεός, ακαταπόνητος, σκληρός, άκαμπτος.

[3] μέρισμα: μέρος, τμήμα.

[4] πυρίπνους: αυτός που πνέει, φυσά το πυρ, την φωτιά.

[5] ἔναυσμα: πνοή, στοιχείο που δίνει ζωή.

[6] Τα λοιπά τέσσερα στοιχεία είναι ο αήρ, το ύδωρ, η γη και το πυρ. Το άριστον στοιχείον, το πέμπτο, είναι ο αιθήρ, η πεμπτουσία.

[7] ἀγλαός: λαμπρός, φαεινός, ευγενής.

[8] βλάστημα: γέννημα.

[9] σελασφόρος: φωτοφόρος, λαμπροφόρος, που φέρει το φως.

[10] κεκραμένος: μτχ παρακειμένου ρήματος κεράννυμι αναμιγνύω, συνενώνω, συνδυάζω, γεμίζω το ποτήρι και δίνω σε κάποιον να πιει, > κερνώ, κρασί.

[11] εὔδιος: γαλήνιος, καθαρός, λαμπρός, ήπιος, εύχαρις.

Ορφικός Ύμνος του Αιθέρος, της πεμπτουσίας του Διός, που ελίσσει και εμπεριέχει τα θεία σώματα Ορφικός Ύμνος του Αιθέρος, της πεμπτουσίας του Διός, που ελίσσει και εμπεριέχει τα θεία σώματα Reviewed by Αρχαία Ελληνικά on Πέμπτη, Ιανουαρίου 13, 2022 Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.