Χαρά Νάστου
Έκτορας
“Μες στην ψυχή και μες στο νου αυτό το καλοξέρω: θα έρθει η μοίρα να χαθεί η ιερή μας Τροία κι ο Πρίαμος ο δυνατός κι όλος ο λαός του. Κι όμως τόσο δε νοιάζομαι για τον καημό των Τρώων, για της Εκάβης τον καημό, του Πρίαμου του ρήγα ούτε των αδερφών μου. όσο για σένα, σαν κάποιος χαλκοαρματωμένος σκλαβώνοντάς σε πίσω του σε σέρνει δακρυσμένη' στο Άργος όντας σ' αργαλειό μιας ξένης θα υφαίνεις, νερό θα φέρνεις, δυνατή θα σε βαραίνει ανάγκη”. (Ιλιάδα ραψ. Ζ)
Μ' αυτό τον προφητικό λόγο του Έκτορα προς την Ανδρομάχη, ο οποίος καθαρά οραματίζεται τη δουλεία της και την άκρα ταπείνωσή της, θα μπούμε, Μυθολόγοι, στο δύσβατο δρόμο της ζωής της Ανδρομάχης, της Τρωαδίτισσας, που η μοίρα δε στάθηκε καλή απέναντί της, παρά μόνο ως προς την καταγωγή. Βασιλοπούλα ήταν και μάλιστα η μονάκριβη κόρη του αντρείου Ηετίωνα, όπως μας πληροφορεί ο Όμηρος, από τον οποίον κυρίως η ηρωίδα πέρασε στη γνώση μας:
“Εκεί μπροστά του τρέχοντας ήρθε η Ανδρομάχη, του αντρείου Ηετίωνα η ακριβή η κόρη, που ήταν Κιλίκων ρήγας στη δασωμένη Πλάκο στην υποπλάκια Θήβα και είχε τότε δώσει στον Έκτορα τον δυνατό την κόρη του γυναίκα. Στάθηκε αντίκρυ του λοιπόν κι η βάγια από κοντά της τ' αθώο μωρό παιδί τους στην αγκαλιά κρατώντας, του Έκτορα ακριβό γιο, τον όμοιο μ' αστέρι”. (Ιλιάδα ραψ. Ζ)
Η ειδυλλιακή ζωή της έχει ανατραπεί τραγικά από τον πόλεμο, το δεκαετή Τρωικό, στο βωμό του οποίου θυσιάζεται όλη η οικογένειά της. Έμεινε με τον Έκτορα και το παιδί τους. Ως πότε όμως...
Ο πόλεμος αυτός που έριξε ψυχές πολλών παλικαριών στον Άδη, συνεχίζεται με τον άντρα της να σηκώνει το κύριο βάρος του... Φοβάται, διαισθάνεται το κακό να την αγγίζει, γι' αυτό και τον ικετεύει να μην εκτίθεται σ' αποκοτιές:
“ Η ορμή σου το θάνατο, άμοιρε, θα σου φέρει' το μωρό σου δεν συμπονάς, την άμοιρη εμένα
Δεν θα έχω άλλη ζεστασιά, αν τώρα συ πεθάνεις, μα βάσανα' και δε μου ζουν πατέρας και μητέρα. Σκότωσε τον πατέρα μου ο άξιος Αχιλλέας
Εφτά στο σπίτι αδερφούς είχα' την ίδια μέρα όλοι στον Άδη τράβηξαν' ο άξιος Αχιλλέας τους σκότωσε όλους. Τη μάνα που βασίλευε στη δασωμένη Πλάκο, αφού την έφερε εδώ με τ' άλλα λάφυρά του, τη λευτέρωσε παίρνοντας λύτρα πολλά για εκείνη, μα η τοξεύτρα Άρτεμη τη σκότωσε στο σπίτι. Για μένα είσαι, Έκτορα, και μάνα και πατέρας και αδερφός και δυνατός της κλίνης σύντροφός μου. Έλα τώρα, σπλαχνίσου μας και μείνε εδώ στον πύργο το γιο μην κάνεις ορφανό και χήρα τη γυναίκα”. (ΙλιάδαΡαψ.Ζ)
Το ηρωικό ιδεώδες, που βάζει την τιμή της πατρίδας στην κορφή, υπερισχύει και ο Έκτορας μάχεται πρώτα γι αυτήν. Αποχωρεί γιατί γι' αυτόν ένα είναι το καλό σημάδι, ο αγώνας για την πατρίδα:
“Εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης”
Έτσι οι φόβοι της Ανδρομάχης βγαίνουν αληθινοί και η τραγική ηρωίδα της επικής ποίησης περνά με το σκληρό ριζικό της στην όχθη της δραματικής, εμπνέοντας τον ρεαλιστή δραματουργό Ευριπίδη.
Η “Ανδρομάχη”, είναι μια τραγωδία που εξυψώνει τη φρόνηση αυτής της Τρωαδίτισσας, ρίχνοντας φως στη άθλια, ως σκλάβα, ζωή της. Οδεύει προς την ντροπή με τα χέρια της άδεια, με τον κόρφο της να λαχταρά τ΄αγκάλιασμα του μικρού της γιου, που αυτός που τη σέρνει στη σκλαβιά συναίνεσε στο κατακρήμνισμά του. Δεν ξέρει τι την περιμένει, πού την οδηγούν... Είναι αναγκασμένη ν' ακολουθήσει τη μοίρα της σκλαβιάς και τους όρους που θέτει ο νικητής, αφού κανείς δεν υπάρχει να την υπερασπιστεί, προπάντων αυτός που οραματίστηκε αυτή της την κατάντια.
Βρισκόμαστε στη μετατρωική περίοδο και τόπος μας είναι το Θετίδειο, κοντά στη Φάρσαλο, μα τα περισσότερα πρόσωπα του έργου δεν είναι από εκεί. Η Ερμιόνη, γυναίκα του Νεοπτόλεμου, όπως και ο πατέρας της Μενέλαος από τη Σπάρτη, ο Ορέστης από το Άργος, η Αντρομάχη από την Τροία. Μόνο ο γέρο Πηλέας ο πατέρας του Αχιλλέα είναι ντόπιος, βασιλιάς στη Φάρσαλο, όπως και οι Φθιώτισσες γυναίκες του χορού. Βασιλιάς του τόπου είναι ο Νεοπτόλεμος και η Αντρομάχη κινείται πια ως παλλακίδα στην αυλή του. Είναι παλλακίδα του γιου του ανθρώπου που φόνευσε τον πατέρα της, τ' αδέλφια της, τον άντρα της και υπομένει στωικά τη μοίρα της, να συμβιώνει με το γιο του ολετήρα της. Και το χειρότερο;
Του χαρίζει κι ένα γιο, το Μολοσσό, προκαλώντας το μίσος και φθόνο της νόμιμης γυναίκας του, της Ερμιόνης, της κόρης του Μενέλαου και της Ελένης. Η Ερμιόνη, που είναι στείρα και δε θα έχει τη χαρά της γέννησης ενός διαδόχου, είναι τόσο εξαγριωμένη, ώστε ν' απεργάζεται την εξόντωση της Ανδ ρομάχης και του γιου της.
Το σχέδιό της το διευκολύνει η απουσία του Νεοπτόλεμου στους Δελφούς. Ο ποιητής αντιπαραθέτει μέσα από τη σύγκρουση των δυο γυναικών τους δυο διαφορετικούς κονωνικά και πολιτισμικά κόσμους και προβάλλει την ανωτερότητα μιας δούλας έναντι της Σπαρτιάτισσας Ερμιόνης:
Ερμιόνη: Γυναίκα σκλάβα, κουρσεμένη με το σπαθί, απ' το σπίτι αυτό γυρεύεις να με διώξεις, και συ η κυρά να γίνεις! Τα μάγια σου τον άντρα μου έχουν κάμει να με μισεί, απ' τα μάγια σου άκαρπα έτσι τα σπλάχνα μου μαραίνονται' οι γυναίκες απ' την πέρα στεριά τρανές τεχνίτρες είναι σ' αυτά. Σε τόση έχεις φθάσει αναισθησία, ω δόλια, που με το γιο εκεινού που έχει σκοτώσει τον άντρα σου το αντέχεις να πλαγιάζεις, παιδιά με το φονιά να κάνεις. Μα όλοι οι βάρβαροι τέτοιοι έιναι.
Ερμιόνη: Κοπέλα μου, για πες μου, ποια έχω βάση για να σπάσω το νόμιμό σου γάμο; Πιο αδύνατη απ' την Τροία μην είναι η Σπάρτη; Μη ξεπερνά την τύχη σου η δική μου; Η ελεύθερη με βλέπεις; Σαν ποιο πράμα θα μου δώσει το θάρρος να θελήσω να σου πάρω τη θέση της αφέντρας; Νέο σφριγηλό κορμί; Τα πλούτη; οι φίλοι; Παιδιά να κάμω αντίς για σε, για να' χω άθλιους να σέρνω σκλάβους πίσωθέ μου; Ποιος θα δεχτεί, παιδιά αν εσύ δεν κάμεις, δικό μου ν' ανεβεί στης Φθίας το θρόνο;
Δε φταιν δικά μου μάγια, αν την αγάπη δεν έχεις του άντρα σου' άξια εσύ δε θα' σαι να του γλυκαίνεις τη ζωή. Μάγια είναι κι αυτά, κυρά μου, οι αρετές μας' κι όχι μονάχα η ομορφιά.
Η Αντρομάχη κερδίζει σ' αυτό τον αγώνα λόγου, ήτοι η Τροία(Ανατολικός κόσμος) τη Σπάρτη(Δυτικός κόσμος), δείχνοντας και διδάσκοντας σύνεση κια αυτογνωσία. Είναι φανερή η θέση του ποιητή, να μειώσει τη Σπάρτη σε μια εποχή, αυτή του Πελοποννησιακού Πολέμου, που αποτελεί το μεγάλο αντίπαλο της Αθήνας.
Η ζηλιάρα Ερμιόνη είναι Σπαρτιάτισσα, αλλά κι ο άσπλαχνος και άκαρδος πατέρας της, ο Μενέλαος, που, έχοντας γυναίκα τη Σπαρτιάτισσα Ελένη, ζεί στη Σπάρτη. Αυτόν καλεί, να τη βοηθήσει στην εξόντωση της Ανδρομάχης και του γιου της. Το σχέδιο ματαιώνεται την τελευταία στιγμή, όταν ειδοποιημένος ο Πηλέας, παππούς του Νεοπτόλεμου, φθάνει και γίνεται ο σωτήρας των δύο κατατρεγμένων, παίρνοντάς τους μαζί του στη Φάρσαλο, όπου βασιλεύει.
Ο Μενέλαος αποχωρεί στη Σπάρτη ταπεινωμένος, αφήνοντας απροστάτευτη την κόρη του, που περιέρχεται σε κατάσταση πανικού για την τύχη της. Όταν επιστρέψει ο Νεοπτόλεμος και μάθει τι πήγε να κάνει, το ξέρει πως θα την τιμωρήσει, πράγμα που την οδηγεί σε απόγνωση.
Έτσι από το σημείο αυτό, που σταματά η τραγωδία της Αντρομάχης, ξεφυτρώνει η δεύτερη τραγωδία, της Ερμιόνης, που την τελευταία στιγμή τη συγκρατούν άνθρωποι του παλατιού από απόπειρα αυτοκτονίας.
Ο από μηχανής θεός της Ερμιόνης είναι ο ξάδελφός της Ορέστης, στον οποίον την είχαν τάξει, πριν τη δώσουν στο Νεοπτόλεμο, και ο οποίος πάντα την αγαπά. Πριν πάει στη Δωδώνη, περνά την κρίσιμη αυτή στιγμή από τη Φθία. Ακούγοντας τα καθέκαστα, την παίρνει μαζί του, για να ζήσουν ευτυχείς!
Και η περιπέτεια έχει συνέχεια, αφού, με την άρση του αδιεξόδου της Ερμιόνης, ξεπηδά η τρίτη τραγωδία: “Ο θάνατοςτου Νεοπτόλεμου”.
Ο λαμπρός νέος, ο γιος του Αχιλλέα, μεταφέρεται νεκρός στη σκηνή, δολοφονημένος από τους κατοίκους των Δελφών, θύμα μιας καλοστημένης παγίδας του αντιζήλου του, του Ορέστη. Τον θρηνεί ο παππούς του, ο ευγενικός Πηλέας, που επιστρέφει, όταν πληροφορείται το φευγιό της Ερμιόνης.
Η λύση αυτής της “τριπλής” τραγωδίας έρχεται από τη γιαγιά του Νεοπτόλεμου και σύζυγο του Πηλέα, τη Θέτιδα. Είναι ο από μηχανής θεός, που προλέγει το μέλλον:
Η βάρβαρη Ανδρομάχη θα πάει στην Ήπειρο, όπου θα ιδρύσει τη δυναστεία των Μολοσσών, αφού αποδεικνύεται ανώτερη στο ήθος από τη Λάκαινα Ερμιόνη και από το Μενέλαο, που ηττήθηκε ολοσχερώς από τον αδύναμο, μα συνετό γέροντα Πηλέα.
Ο Ευριπίδης δείχνει ολοφάνερα το αντισπαρτιατικό του πνεύμα, όταν αναβαθμίζει και αμείβει την Ανδρομάχη της ανατολικής όχθης και την ανακηρύσσει ιδρύτρια μιας δυναστείας ελληνικής, αφού ο Μολοσσός, ο γιος της, έχει πατέρα τον Έλληνα Νεοπτόλεμο, το γιο του Αχιλλέα, τον εγγονό του Πηλέα και της Θέτιδας. ΄Εχει εύγλωττες πολιτικές αιχμές το έργο, που σε κάνουν να προσέξεις περισσότερο τα πολεμικά γεγονότα της εποχής αυτής, το πολιτικό κλίμα σ' αυτόν τον εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα σε Αθηναίους και Σπαρτιάτες.
Ο Ευριπίδης, που σε όλα τα έργα του σχεδόν απαξιώνει το βαρβαρικό στοιχείο, εδώ το καταξιώνει, γιατί το μήνυμά του απευθύνεται στην έχθρα μεταξύ της Αθηναϊκής και Σπαρτιατικής πολιτείας, βασική αιτία αυτής της μακρόχρονης σύκγρουσης των δύο πόλεων κρατών. Η τραγωδία του διδάσκεται στην πιο κρίσιμη εποχή της πατρίδας του.
Η αυλαία στις τρεις ενσωματωμένες, θα λέγαμε, τραγωδίες πέφτει, με τον Αθηναίο θεατή να νοιώθει έντονα την αδυναμία της Σπάρτης, που τη βλέπει εγκλωβισμένη στη φθονερή Ερμιόνη και στο λεονταρίζοντα Μενέλαο, ανίκανο να νικήσει ακόμα κι ένα γέροντα. Ενθαρρύνεται υπό αυτό το πρίσμα σ΄αυτή την αναμέτρηση, ότι θα τα καταφέρει να συντρίψει τον αντίπαλο, κάνοντας μεγαλεπήβολα επεκτατικά σχέδια! Η τέχνη του λόγου τον παρασέρνει πολύ μακρύτερα απ' ό,τι ήθελε να τον στείλει ο ποιητής, που απέβλεπε μόνο στην εμψύχωση!
Έτσι ο Αθηναίος κάνει τη μεγάλη αποκοτιά, να φθάσει ως τη Σικελία, να την κατακτήσει. Από εδώ αρχίζει μια άλλη πραγματική τραγωδία, γνωστή σε όλους, η αρχή της πτώσης της Αθήνας, που παραδίδεται χωρίς τείχη και στόλο στον εχθρό που απομείωσε η υπερηφάνεια του Αθηναίου ποιητή μας.
Πηγή: https://www.facebook.com/TheMythologists/photos/a.266687670100436/3859296754172825/
Δεν υπάρχουν σχόλια: