Θάργηλος Άρτος: Η βασιλόπιτα των αρχαίων Ελλήνων

Η αναζήτηση για τις ρίζες του εθίμου της βασιλόπιτας, μας οδηγεί πίσω, στην αρχαιότητα, στις προσφορές άρτου ή και μελιπήκτων των αρχαίων ημών προγόνων, προς τους θεούς, κατά τη διάρκεια εορτών...

Το κόψιμο της βασιλόπιτας είναι από τα ελάχιστα αρχέγονα έθιμα που επιβιώνουν. Οι Λαογράφοι αναζητούν τη ρίζα του εθίμου στην αρχαιοελληνική παράδοση. Οι Αρχαίοι Έλληνες προσέφεραν στους θεούς σε κάθε μεγάλη καμπή του χρόνου ή της ζωής τους «εορταστικούς άρτους».

Κάθε Αθηναίος στρατιώτης, πριν ξεκινήσει για τον πόλεμο, αφιέρωνε στον Άρη, το θεό του πολέμου, τρία ψωμάκια. Ένα για να πάει καλά, ένα για να νικήσει και το τρίτο για να γυρίσει γερός και αρτιμελής.

Οι κυνηγοί, για να έχουν πλούσιο κυνήγι αφιέρωναν παρόμοια ψωμάκια στη θεά Άρτεμη, την προστάτιδα του κυνηγιού.

Οι θεριστάδες της γης αφιέρωναν αρτίδια στη θεά Δήμητρα, που τα ονόμαζαν «θαλύσια αρτίδια» στη γιορτή της συγκομιδής και απλώς «άρτους» ή «πλακούντες» στη γιορτή των Θεσμοφορίων1. Ο λαογράφος Φίλιππος Βρεττάκος στο βιβλίο του “Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των” αναφέρει:

«Οἱ πρόγονοί μας εἰς τὴν ἀρχαιότητα, κατὰ τὰς μεγάλας ἀγροτικὰς ἑορτάς, προσέφερον εὶς τοὺς θεούς, ὡς ἀπ΄ ἀρχήν, ἕναν ἄρτον. Ἐπὶ παραδείγματι κατὰ τὴν ἑορτὴν τοῦ θερισμοῦ, ποὺ ἐλέγετο Θαλύσια2 καὶ ἦτο ἀφιερωμένη εἰς τὴν Δήμητραν, κατασκευάζετο ἀπὸ τὸ νέον σιτάρι ἕνας μεγάλος ἑορταστικὸς ἄρτος (ἕνα καρβέλι), ποὺ ἐλέγετο «Θαλύσιος ἄρτος», κατὰ δὲ τὴν πρὸς τιμὴν τοῦ Ἀπόλλωνος ἑορτήν, τῶν Θαργηλιῶν, ἐψήνετο, κατὰ τὸ ἔθιμον, ὁ «θάργηλος ἄρτος».

Τα Θαργήλια γιορτάζονταν την 16η και την 7η ημέρα του μηνός Θαργηλιώνος προς τιμή του Απόλλωνος Δηλίου στην Αθήνα, τη Μίλητο, τη Δήλο και πολλές άλλες Ιωνικές πόλεις. Η γιορτή άρχιζε με θυσία μιας άμναδος και ενός κριού. Ακολουθούσε πομπή και μετά μουσικοί αγώνες από κυκλικό χορό, όπου ο νικητής έπαιρνε ως βραβείο τρίποδα, τον οποίο αφιέρωνε στο «Πύθιον» Ιερό του Θεού που είχε ιδρυθεί από τον Πεισίστρατο.

Στη συνέχεια τα παιδιά τοποθετούσαν στις εξώθυρες των οικιών τους την «ειρεσιώνη» δηλαδή κλαδί ελιάς παγκάρπου. Προσφέρονταν θυσίες και καρποί, ενώ από τους πρώτους ώριμους σπόρους ζύμωναν τον άρτο «Θάργηλο».

Επίσης υπάρχουν αναφορές ότι παρόμοιοι άρτοι δίνονταν και κατά την διάρκεια της Αρχαιοελληνικής εορτής των «Κρονίων4» και αργότερα των ρωμαϊκών «Σατουρναλίων5».Οι Ρωμαίοι υιοθέτησαν τις συνήθειες των Αρχαίων Ελλήνων.

Στα Σατουρνάλια, γιορτή των Ρωμαίων αφιερωμένη στο θεό Σατούρνου, ο οποίος αντιστοιχεί στον Ελληνικό θεό Κρόνο και τον θεωρούσαν θεό της γονιμότητας, καθιέρωσαν τυπικές θυσίες και διάφορα έθιμα, όπως την ανταλλαγή μικρών δώρων, υπαίθριες αγορές και τυχερά παιχνίδια ακόμα και για τους δούλους.

Ανάμεσα στα έθιμα της γιορτής ήταν και η συνήθεια να ζυμώνουν πλακούντες, που στη συνέχεια τους έτρωγαν, για να πάρουν δύναμη. Οι πλακούντες ήταν οι μακρινοί πρόγονοι των πιτών και των κέικ. Η ζύμη τους ήταν παρόμοια με τη ζύμη των ψωμιών, αλλά ήταν εμπλουτισμένη με γάλα, λίπος, μυρωδικά, μπαχαρικά κ.α. Οι Ρωμαίοι είναι οι πρώτοι που καθιέρωσαν στους πλακούντες εκείνους το μεταλλικό νόμισμα για υγεία και καλή χρονιά.

Πρόσθεταν μάλιστα και μικρό κομμάτι πάπυρο, που αν τύχαινε σε δούλο του σπιτιού, του χάριζαν την ελευθερία. Τα επόμενα χρόνια παρέλαβαν οι Φράγκοι το έθιμο, οι οποίοι το διέδωσαν, αν και υπάρχει η αναφορά ότι για πολλούς αιώνες δεν τοποθετούνταν νόμισμα αλλά ένα φασόλι μέσα στη πίτα και αυτός που το έβρισκε, ανακηρυσσόταν ο «Βασιλιά της βραδιάς» ή «Φασουλοβασιλιάς».

1.Θεσμοφόρια

Γυναικεία γιορτή, αφιερωμένη στη Δήμητρα και την Κόρη (Περσεφόνη), που γιορταζόταν σε πολλές πόλεις του ελληνικού χώρου. Στην Αθήνα, η γιορτή γινόταν τον μήνα Πυανεψιώνα (περί τα τέλη Οκτωβρίου).

Σχετιζόταν με τη γιορτή των Σκιροφορίων, κατά την οποία πετούσαν χοιρίδια, ομοιώματα φιδιών και ανδρικών γεννητικών οργάνων σε χάσματα μέσα στο έδαφος. Λίγους μήνες αργότερα, στα Θεσμοφόρια, μετέφεραν αυτά τα ιερά αντικείμενα, τους «θεσμούς» όπως ονομάζονταν, στο βωμό της Δήμητρας στο Θεσμοφόριο, για να χρησιμοποιηθούν σ’ ένα τελετουργικό με γονιμικό περιεχόμενο. Η ομάδα των γυναικών που αναλάμβανε το τελετουργικό ονομαζόταν «αντλήτριαι» (γιατί αντλούσε τα ιερά αντικείμενα από τα χάσματα) και τα μέλη της θα έπρεπε να απέχουν για τρεις τουλάχιστον ημέρες από σεξουαλική συνεύρεση.

Το εθιμοτυπικό κρατούσε τρεις ημέρες:

Πρώτη ημέρα («Άνοδος»)

Οι γυναίκες ανέβαιναν στο Θεσμοφόριο (πιθανόν κοντά στο Ελευσίνιο, στη βόρεια κλιτύ του βράχου της Ακρόπολης), όπου και κατασκήνωναν.

Δεύτερη ημέρα (Νηστεία)

Οι γυναίκες νήστευαν καθισμένες στο έδαφος, ενώ συνήθιζαν να μιλούν χυδαία η μία στην άλλη ή και να χτυπά η μία την άλλη με ένα είδος μαστιγίου.

Τρίτη ημέρα («Καλλιγένεια»)

Γιόρταζαν την τεκνοποίηση και προσεύχονταν για την καλή τύχη των οικογενειών τους. Στη γιορτή αυτή αναφέρεται και η κωμωδία του Αριστοφάνη «Θεσμοφοριάζουσες».

2.Θαλύσια

Τα Θαλύσια ήταν αρχαία ελληνική αγροτική γιορτή που πραγματοποιούταν σε διάφορες περιοχές της Αρχαίας Ελλάδας. Κατά την τελετή, προσφέρονταν οι απαρχές των δημητριακών στον τιμώμενο θεό.

Τα Θαλύσια παλαιότερα γίνονταν προς τιμήν της θεάς Άρτεμης, κατά τον Όμηρο, η οποία κατά το μύθο τιμώρησε τον Οινέα που ξέχασε να της προσφέρει θυσία και έστειλε στην Καλυδώνα ένα φοβερό αγριογούρουνο, τον περίφημο Καλυδώνιο Κάπρο. Η γιορτή αργότερα αφιερωνόταν στη Δήμητρα και στο Διόνυσο.

3.Θαργήλια

Κοινή εορτή προς τιμή του Απόλλωνα και της Άρτεμης στην αρχαία Αθήνα, που διαρκούσε δύο μέρες. Γιορταζόταν την 6η και 7η του μηνός Θαργηλιώνος (τις πρώτες ημέρες του τρίτου δεκαημέρου του Μαΐου) και περιλάμβανε δύο εκδηλώσεις: την περιφορά των «φαρμακών», με την οποία εξασφαλιζόταν ο εξαγνισμός της πόλης και την προσφορά των «θαργηλίων άρτων», με την οποία εκφραζόταν η ευγνωμοσύνη των Αθηναίων προς τα δύο τέκνα της Λητούς για την καρποφορία της γης. Η θάργηλος, που έδωσε το όνομα τόσο στη γιορτή, όσο και στον αντίστοιχο μήνα, ήταν μια μικρή ποσότητα δημητριακών από τους πρώτους καρπούς της χρονιάς, τις επονομαζόμενες «απαρχές».

Την πρώτη ημέρα των Θαργηλίων (6η του Θαργηλιώνος), η πόλη καθαριζόταν με τελετουργικό τρόπο, υπό τη σκέπη του θεού της κάθαρσης Απόλλωνα. Μέσα στη χρονιά που είχε προηγηθεί διάφορα μιάσματα είχαν συσσωρευτεί στο σώμα της πόλης (αδικίες, φόνοι και άλλα κακουργήματα) και ήταν καιρός αυτά να απομακρυνθούν, προκειμένου να μην προκαλέσουν οι πολίτες τη «μήνιν» (οργή) κάποιου θεού (θεομηνία).

Αυτός ο τελετουργικός καθαρμός γινόταν με τον ακόλουθο τρόπο: Στους δρόμους της πόλης και την Αγορά τριγύριζαν δύο άνδρες, ήδη καταδικασμένοι σε θάνατο, που είχαν κρεμασμένη στο λαιμό από μια αρμαθιά ξερά σύκα, μαύρα ο ένας, άσπρα ο άλλος, για την απαλλαγή των ανδρών και των γυναικών αντίστοιχα από τα μιάσματα.

Ως «φαρμακοί» επιλέγονταν οι φαυλότεροι των εγκληματιών, με το σκεπτικό ότι τέτοιου είδους άτομα θα συγκέντρωναν πάνω τους όλα τα κακά, που είχαν γίνει μέσα στην πόλη την τελευταία χρονιά. Γίνονταν, έτσι, η προσωποποίηση της γιατρειάς, γι’ αυτό και ονομάζονταν «φαρμακοί» (από τη λέξη φάρμακο). Η πίστη στο ότι βοηθούσαν την πόλη να καθαρθεί από τα μιάσματα φαίνεται και από το ότι τους έλεγαν και «καθάρματα» (η λέξη χρησιμοποιήθηκε κατόπιν συνεκδοχικά για κάθε αχρείο άνθρωπο).

Στη συνέχεια, μετά την περιφορά στην πόλη, οι «φαρμακοί» οδηγούνταν έξω από αυτήν (ενώ παράλληλα τους μαστίγωναν), όπου, είτε απλώς απομακρύνονταν από τα σύνορά της, είτε ρίχνονταν στη θάλασσα (το πιο πιθανό ήταν να τους θανάτωναν, μια και ήταν ήδη βαρυποινίτες). Μ’ αυτό τον τρόπο, το κακό αποσειόταν από τους ώμους της πόλης.

Τη δεύτερη ημέρα της γιορτής (7η του Θαργηλιώνος), μετά την περιφορά των «φαρμακών» και την ολοκλήρωση του καθαρμού της πόλης, μπορούσαν πλέον οι πολίτες να προσφέρουν τη θάργηλο στα παιδιά της Λητώς. Οι καρποί αλέθονταν και ζυμώνονταν, ώστε να παρασκευαστεί ο «θάργηλος άρτος». Ο σκοπός της προσφοράς πριν από την ωρίμανση των καρπών ήθελε να δηλώσει την προσμονή για μια καλή συγκομιδή, αλλά και την ευγνωμοσύνη για τη μέχρι τότε καλή εξέλιξη της καρποφορίας.

4.Κρόνια

Γιορτή της Αρχαίας Αθήνας, που γινόταν την 12η του μηνός Εκατομβαιώνος (τέλη Ιουλίου). Ήταν αφιερωμένη στον Κρόνο, που θα πρέπει αρχικά να ταυτιζόταν με το θεό που προστάτευε τη συγκομιδή των δημητριακών (στη μυθολογία επι­βίωσε ως πατέρας του Δία). Η αρχική σημασία της γιορτής αυτής φαίνεται και από την παλιά ονομασία του μήνα αυτού ως Κρονιών.

Η γιορτή του Κρόνου σήμαινε το τέλος των αγροτικών εργασιών και τότε παρετίθετο ένα δείπνο από τη σοδειά, στο οποίο συμμετείχαν όσοι δούλεψαν στα χω­ράφια. Με την αστικοποίηση της Αθήνας, το εθιμοτυπικό της γιορτής περιορίστηκε στο μέρος όπου οι δούλοι γίνονταν για μία ημέρα ελεύθεροι να γιορτάσουν κι αυτοί όπως οι κύριοί τους, με τους οποίους συνέτρωγαν στα τραπέζια. Μάλι­στα, ορισμένοι δούλοι το παρατραβούσαν όσον αφορά την ποσότητα του φαγη­τού και του κρασιού που κατανάλωναν, φτάνοντας έτσι σε μεγάλη κραιπάλη.

Εκτός από την Αθήνα, τα Κρόνια γιορτάζονταν σε πολλές πόλεις του αρχαίου κόσμου: Ολυμπία, Θήβα, Σάμος, Ρόδος, Κρήτη, Μαγνησία επί του Μαιάνδρου (Μικρά Ασία), Αλεξάνδρεια, Κυρήνη, Καρχηδόνα, Σικελία και Ιταλία.

5.Σατουρνάλια

Ρωμαϊκή εορτή προς τιμήν του θεού Σατούρνου (Saturnus), ο οποίος ταυτίζεται με τον ελληνικό θεό Κρόνο και αντιστοιχεί με την ελληνική γιορτή των Κρονίων. Ο Κρόνος ήταν ο θεός της σποράς και τον τιμούσαν μετά τη λήξη της περιόδου της σποράς του σίτου. Ο εορτασμός άρχιζε κάθε χρόνο στις 17 Δεκεμβρίου και διαρκούσε επτά ημέρες. Πολλά από τα έθιμα των Σατουρναλίων επιζούν μέχρι σήμερα.

Οι εορταστικές εκδηλώσεις των Σατουρναλίων ξεκινούσαν με θυσία που ο δήμος προσέφερε στον θεό και τελούσε μπροστά στο ναό του. Μετά τη θυσία ακολουθούσε κοινό γεύμα για όλους τους πολίτες, με δημόσια δαπάνη. Κατά την ημέρα αυτή, αλλά και τις τρεις επόμενες, τα δικαστήρια και τα σχολεία παρέμεναν κλειστά.

Για να μνημονευθεί, μάλιστα, η εποχή του χρυσού αιώνα της βασιλείας του Κρόνου (προτού τον εκθρονίσει ο γιος του Ζευς), κατά την οποία μεταξύ των ανθρώπων επικρατούσαν ευδαιμονία και ελευθερία, επέτρεπαν στους δούλους να συμπεριφέρονται ως ελεύθεροι. Οι ρωμαίοι οικοδεσπότες αντάλλασσαν τους ρόλους με τους δούλους τους και προσέφεραν σ’ αυτούς κάθε εξυπηρέτηση. Κατά τις ημέρες των Σατουρναλίων αναστελλόταν η απαγόρευση των τυχερών παιχνιδιών. Οργανώνονταν πλούσια συμπόσια, σε καθένα από τα οποία εκλεγόταν από τους συνδαιτημόνες ένας βασιλιάς (saturnalicius princeps), στα προστάγματα του οποίου όφειλαν να υπακούουν όλοι οι συμπότες.

Κατά την 21η και την 22α Δεκεμβρίου γινόταν αγορά, στην οποία πωλούσαν αγαλματίδια που ονομάζονταν σιγιλάρια (sigillaria). Σύμφωνα με το έθιμο, οι εορτάζοντες έπρεπε να αγοράζουν τέτοια αγαλματάκια και να τα προσφέρουν στους γνωστούς και φίλους τους, ευχόμενοι «Bona Saturnalia». Οι πλούσιοι μοίραζαν στους φτωχούς γενναία χρηματικά βοηθήματα. Μεταξύ των δώρων ήταν και λαμπάδες, επειδή, όπως πίστευαν, το φως τους ενίσχυε το φως τού ηλίου, το οποίο ελαττωνόταν την εποχή αυτή.

Τα Σατουρνάλια διατηρήθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων, μέχρι τον 5ο μ.Χ. αιώνα, οπότε καταργήθηκαν υπό την επίδραση του Χριστιανισμού. Ωστόσο, πολλά από τα έθιμά τους (ανταλλαγή δώρων, γλέντια, χαρτοπαιξία κ.ο.κ.) διατηρήθηκαν και μεταβιβάστηκαν στον εορτασμό της Πρωτοχρονιάς. Τις περισσότερες πληροφορίες για τις τελετές των Σατουρναλίων μνημονεύει ο Λατίνος συγγραφέας του 5ου μΧ αιώνα Μακρόβιος στο έργο του «Saturnalia».

Πηγή: ΒΙΚΤΩΡ ΣΑΜΠΩ, https://www.facebook.com/kelsostelemachos/posts/339184041365642

Θάργηλος Άρτος: Η βασιλόπιτα των αρχαίων Ελλήνων Θάργηλος Άρτος: Η βασιλόπιτα των αρχαίων Ελλήνων Reviewed by Αρχαία Ελληνικά on Σάββατο, Ιανουαρίου 01, 2022 Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.