γράφει ο Χείλων
Ο Ιουστίνος Β’ (Φλάβιος Ιουστίνος ο νεότερος, 520 – 5 Οκτωβρίου 578) ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας από το 565 έως το 574.
Βιογραφικό – στέψη
Ο Ιουστίνος γεννήθηκε το 520 μ.Χ. από την Βιγιλαντία αδελφή του Ιουστινιανού και τον Δουλκίσιμο ή Δουλκίδιο και αδέλφια του ήταν ο Μαρκέλλος και η Πραιέκτα. Σε ηλικία 32 ετών έλαβε από τον Ιουστινιανό το αξίωμα του Κουροπαλάτη που σήμαινε Άρχοντας του παλατιού και χρίστηκε διάδοχος του θρόνου μετά το γάμο του με τη Αίλια Σοφία μία από τις ανιψιές της Θεοδώρας με την οποία απέκτησε μία κόρη την Αραβία. Η εγκυρότητα ορισμού του Ιουστίνου ως διαδόχου του Ιουστινιανού είναι αμφισβητούμενη, αφού μόνο ο ευνούχος Καλλίνικος ως Πραιπόσιτος του Ευσεβεστάτου Κοιτώνος/Praepositus sacri cubiculi ήταν παρών στις τελευταίες στιγμές του αυτοκράτορα όταν ανακοίνωσε ότι ο Ιουστίνος ο γιος της Βιγιλαντίας θα αναλάμβανε τον θρόνο.
Η ανακοίνωση ήταν απαραίτητη επειδή υπήρχε ένας άλλος ανιψιός και υποψήφιος για το θρόνο, ο συνονόματος Ιουστίνος γιος του Γερμανού που ήταν εξάδελφος του Ιουστινιανού. Οι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν ότι ο Καλλίνικος μπορεί να επινόησε τα τελευταία λόγια του Ιουστινιανού για να εξασφαλίσει τη διαδοχή του πολιτικού του συμμάχου. Όπως παρατήρησε ο ιστορικός Ρόμπερτ Μπράουνινγκ: «Όταν έφτασε το τέλος ο Ιουστινιανός έκανε την επιλογή ή ο Καλλίνικος το έκανε γι’ αυτόν; Μόνο ο Καλλίνικος γνωρίζει». Σε κάθε περίπτωση, ο Καλλίνικος άρχισε να ενημερώνει όσους εμπλέκονταν στη διαδοχή, αρχής γενομένης με τα μέλη της Βυζαντινής Συγκλήτου.
Στη συνέχεια ενημέρωσαν από κοινού τον Ιουστίνο και την Βιγιλαντία, προσφέροντας το θρόνο. Ο Ιουστίνος δέχτηκε μετά την παραδοσιακή συμβολική επίδειξη απροθυμίας και με τη σύζυγό του Σοφία, συνοδεύτηκε στο Μεγάλο Παλάτι της Κωνσταντινούπολης. Οι Εξκουβίτορες απέκλεισαν τις εισόδους του παλατιού κατά τη διάρκεια της νύχτας και νωρίς το πρωί, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Σχολαστικός, τον έστεψε νέο Αύγουστο. Τότε ανακοινώθηκαν δημόσια ο θάνατος του Ιουστινιανού και η διαδοχή του Ιουστίνου στον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης.
Τόσο ο Πατριάρχης όσο και ο Δομέστικος των Εξκουβιτόρων Τιβέριος, είχαν πρόσφατα διοριστεί, με τον Ιουστίνο να έχει διαδραματίσει ρόλο στον διορισμό, ως Κουροπαλάτης του Ιουστινιανού. Η προθυμία τους να προωθήσουν στο θρόνο τον προστάτη και σύμμαχο τους δεν αποτελεί έκπληξη.
Σόλιδος του Ιουστίνου Β΄ που κόπηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου περ. 570 Byzantium565, CC BY-SA 4.0, via Wikimedia Commons
Θητεία
Ο Ιουστίνος έγινε αμέσως δημοφιλής, επιδεικνύοντας τη γενναιοδωρία του στον Ιππόδρομο, όταν εξόφλησε με δικά του χρήματα τα αναγκαστικά δάνεια που είχε επιβάλει ο Ιουστινιανός. Κάνει εκ νέου επίδειξη της γενναιοδωρίας του εορτάζοντας με μεγαλοπρέπεια την υπατεία του παραχωρώντας γενική έκπτωση των καθυστερούμενων φόρων, ενώ η σύζυγός του Σοφία, αναλαμβάνει να εξοφλήσει η ίδια διάφορα χρέη. Κατά τα φαινόμενα, η προσωπική περιουσία των νέων ηγεμόνων έρχεται να συγκαλύψει τις προηγούμενες απαιτήσεις ή υπερβολές του Ιουστινιανού, στον οποίο ο Προκόπιος καταλογίζει ότι είχε ανάρμοστα πλουτίσει το στέμμα.
Την 1 Ιανουαρίου 566, γίνεται Ύπατος, αναβιώνοντας έτσι μια θέση που ο Ιουστινιανός είχε διακόψει από το 541. Ο Ιουστίνος και η Σοφία αρχικά υποσχέθηκαν να συμφιλιωθούν με τον ομώνυμο εξάδελφο και αντίπαλο του θρόνου, Ιουστίνο (πλήρες όνομα=Φλάβιος Μαρκιανός Πέτρος Θεόδωρος Βαλεντίνος Ρουστίκιος Βοραΐδης Γερμανός Ιουστίνος) αλλά τον δολοφόνησαν λίγο αργότερα στην Αλεξάνδρεια και σύμφωνα με αντίπαλη πηγή, το αυτοκρατορικό ζεύγος κλώτσησε το κομμένο κεφάλι του.
Σύνορα του Βυζαντίου με την Περσία το 565 επί βασιλείας Ιουστίνου Β’ Cplakidas, CC BY-SA 3.0, via Wikimedia Commons
Εξωτερική πολιτική
Αντιμέτωπος με ένα άδειο θησαυροφυλάκιο, ο Ιουστίνος σταμάτησε την πρακτική του Ιουστινιανού να εξαγοράζει πιθανούς εχθρούς. Αμέσως μετά την ενθρόνισή του, διέκοψε την καταβολή επιδοτήσεων στους Άβαρους, τερματίζοντας την ανακωχή που υπήρχε από το 558. Αφού συνεργάστηκαν Άβαροι και Λομβαρδοί για να καταστρέψουν τους Γέπιδες, από τους οποίους ο Ιουστίνος είχε αποκτήσει το φρούριο του Δούναβη στο Σίρμιο, η πίεση των Αβάρων ανάγκασε τους Λομβαρδούς να μεταναστεύσουν στη Δύση και το 568 εισέβαλαν στην Ιταλία υπό τον βασιλιά τους Αλβοΐνο/Alboin. Γρήγορα κατέκλυσαν την κοιλάδα του Πάδου και μέσα σε λίγα χρόνια είχαν κατακτήσει σχεδόν όλη τη χώρα. Οι Άβαροι εν τω μεταξύ το 573 ή το 574 διέσχισαν το Δούναβη, όταν η προσοχή της Αυτοκρατορίας ήταν στραμμένη στα Περσικά σύνορα. Ηρέμησαν με την καταβολή 60.000 αργυρών νομισμάτων από τον διάδοχο του Ιουστίνου Τιβέριο.
Τα βόρεια και ανατολικά σύνορα ήταν στο επίκεντρο της πολιτικής του Ιουστίνου. Το 572 η άρνησή του να αποτίνει φόρο τιμής στους Πέρσες σε συνδυασμό με τις προσεγγίσεις προς τους Τούρκους οδήγησε σε πόλεμο με την Αυτοκρατορία των Σασσανιδών. Μετά από δύο καταστροφικές εκστρατείες, στις οποίες οι Πέρσες υπό τον Χοσρόη I κατέκλυσαν τη Συρία και κατέλαβαν το στρατηγικά σημαντικό οχυρό της Δάρας, ο Ιουστίνος παραφρόνησε.
Λίγο μετά το λαθρεμπόριο αυγών μεταξοσκώληκα στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία μέσω Κίνας από Νεστοριανούς Χριστιανούς μοναχούς, ο Βυζαντινός ιστορικός του 6ου αιώνα Μένανδρος Προτήκτωρ γράφει για το πώς οι Σογδιανοί επιχείρησαν να καθιερώσουν άμεσο εμπόριο Κινεζικού μεταξιού με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Αφού συμμάχησε με τον βασιλέα Χοσρόη I για να νικήσει την Αυτοκρατορία των Εφθαλιτών (ή Λευκοί Ούννοι) ο Ιστάμι/Istämi, ηγέτης του Δυτικού Τουρκικού Χαγανάτου, προσεγγίστηκε από Σογδιανούς εμπόρους που ζητούσαν άδεια ακρόασης με τον βασιλιά Χοσρόη όσον αφορά στο προνόμιο να ταξιδεύουν μέσω Περσικών εδαφών για εμπόριο με τους Βυζαντινούς.
Ο Ιστάμι αρνήθηκε αρχικά, αλλά όταν τελικά ενέκρινε το αίτημα και έστειλε την αντιπροσωπεία στον Πέρση βασιλιά, ο τελευταίος τους δηλητηρίασε. Ο Μανιάχ/Maniah, ένας Σογδιανός διπλωμάτης, έπεισε τον Ιστάμι να στείλει μια αντιπροσωπεία απευθείας στην Κωνσταντινούπολη, η οποία έφτασε το 568 και προσέφερε όχι μόνο μετάξι ως δώρο στον Ιουστίνο, αλλά πρότεινε επίσης συμμαχία εναντίον των Περσών. Ο Ιουστίνος συμφώνησε και έστειλε πρεσβεία στο Τουρκικό Χαγανάτο, εξασφαλίζοντας το άμεσο εμπόριο μεταξιού που επιθυμούσαν οι Σογδιανοί.
Ο Σταυρός του Ιουστίνου Β’ (γνωστός και ως Crux Vaticana/Σταυρός του Βατικανού) είναι ένας πομπικός σταυρός του 6ου αιώνα που φυλάσσεται στο Θησαυροφυλάκιο της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου, στην πόλη του Βατικανού. Αποτελεί ένα από τα παλαιότερα σωζόμενα διεκδικούμενα κειμήλια του Τιμίου Σταυρού, αν όχι το παλαιότερο. Είναι ένας σταυρός, από άργυρο και χρυσό στολισμένος με πολύτιμες πέτρες, που δόθηκε στους κατοίκους της Ρώμης από τον Αυτοκράτορα της Ανατολικής Ρωμαϊκής (Βυζαντινής) Αυτοκρατορίας, Ιουστίνο Β’ και την σύζυγό του, αυτοκράτειρα Σοφία. Gfawkes05, CC BY-SA 4.0 https://creativecommons.org/licenses/by-sa/4.0>, via Wikimedia Commons
Το 569, ο Ιουστίνος και η Σοφία έστειλαν το κειμήλιο του Crux Vaticana/Σταυρός του Βατικανού στη πριγκίπισσα Ραδεγούνδη, η οποία ίδρυσε στο Πουατιέ το Αβαείο του Τιμίου Σταυρού για να το στεγάσει. Η εκδήλωση υμνήθηκε στη Σημαία του Βασιλέα/Vexilla Regis του Βενάντιου Φορτουνάτου/Venantius Fortunatus. Έχει επίσης καταγραφεί αποστολή κειμηλίων στον Πάπα Ιωάννη Γ’ (βασίλεψε 561-574) σε μια προσπάθεια βελτίωσης των σχέσεων – ο Σταυρός πολύ πιθανόν να χρονολογείται περί το 568 ή το 569. Παλαιότεροι μελετητές πίστευαν, κυρίως με κριτήριο το αυτοκρατορικό διάδημα, ότι δωρητές ήταν ο Ιουστίνος Α’ (βασ. 518-27) και η αυτοκράτειρα Ευφημία, αλλά αυτή η άποψη μάλλον απορρίπτεται.
Το 1937, ο ιστορικός Τσαρλς Πρεβιτέ – Όρτον περιέγραψε τον Ιουστίνο ως «έναν άκαμπτο άνθρωπο, θαμπωμένο από την δόξα του προκατόχου του, στον οποίο έλαχε το καθήκον να οδηγήσει μια εξαντλημένη και κακοπληρωμένη Αυτοκρατορία εν μέσω πρωτοφανούς κρίσης και μετακινήσεις λαών…….Στις εξωτερικές υποθέσεις τήρησε τη στάση του ανίκητου, αδιάλλακτου Ρωμαίου και μετά τις καταστροφές που προκάλεσε η έλλειψη ρεαλισμού, αναίρεσε τους λόγους του. Ήταν οι ξένες δυνάμεις τις οποίες υποτίμησε και ήλπιζε να μπλοφάρει επιδεικνύοντας αδιαλλαξία, διότι γνώριζε καλά την απελπιστική κατάσταση των οικονομικών και του στρατού και την ανάγκη συμφιλίωσης με τους Μονοφυσίτες».
Η αυτοκρατορία βρέθηκε σε κρίση μετά την απώλεια των ανατολικών συνόρων στους Πέρσες, μία επιδημία βουβωνικής πανώλης που ξέσπασε στην Κωνσταντινούπολη και την επιδεινούμενη παραφροσύνη του αυτοκράτορα. Εκείνη την περίοδο η αυτοκράτειρα Σοφία βγήκε μπροστά και στράφηκε στον Τιβέριο ο οποίος χρίστηκε Καίσαρας και κυβέρνησε από κοινού με την ανοχή της Σοφίας. Στα θρησκευτικά ζητήματα, η αντιπαλότητα μεταξύ Χαλκηδόνιων και Μονοφυσιτών εντάθηκε καθώς οι Μονοφυσίτες είχαν πλέον δικούς τους ιερείς και Επισκόπους. Η Σοφία και ο Ιουστίνος ήταν Μονοφυσίτες αλλά είχαν γίνει Ορθόδοξοι χάριν της Αυτοκρατορίας, με αποτέλεσμα να διώξουν τους Μονοφυσίτες παρακινούμενοι από τον πατριάρχη Ιωάννη Σχολαστικό.
Κέρμα 100 νούμμων του Ιουστίνου Β’ που κόπηκε στην Καρχηδόνα.
Διαδοχή και θάνατος
Μετά το 572, ο Ιουστίνος εκδήλωνε κρίσεις παραφροσύνης. Ο Ιωάννης της Εφέσου, του οποίου η Μονοφυσιτική αίρεση υπέστη διώξεις, παραθέτει μια γλαφυρή περιγραφή της παράνοιας του Ιουστίνου, στην οποία συμπεριφερόταν σαν άγριο ζώο, καθόταν σε κινούμενο θρόνο και απαιτούσε να παίζεται μουσική μέρα και νύχτα. Το 574, μετά από πρόταση της αυτοκράτειρας Σοφίας, υιοθέτησε τον στρατηγό Τιβέριο ως γιο και κληρονόμο του και στη συνέχεια αποσύρθηκε υπέρ του. Στις 7 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με τον Θεοφυλάκτο Σιμοκάττη, ο Ιουστίνος σε μια στιγμή πνευματικής διαύγειας εκφώνησε την παρακάτω ομιλία καθώς όριζε ως Καίσαρα τον Τιβέριο:
«Βλέπεις τα σύμβολα της υπέρτατης δύναμης. Πρόκειται να τα δεχτείς, όχι από το χέρι μου, αλλά από το χέρι του Θεού. Τίμησέ τα και θα αποκομίσεις τιμή. Σεβάσου την αυτοκράτειρα & μητέρα σου, τώρα είσαι γιος της, ενώ πριν ήσουν υπηρέτης της. Μην αποζητάς αιματοχυσίες, να απόσχεις από την εκδίκηση, να αποφεύγεις τις ενέργειες με τις οποίες προκάλεσα το δημόσιο μίσος και να συμβουλεύεσαι την εμπειρία και όχι το παράδειγμα, του προκατόχου σου. Ως άνθρωπος, έχω αμαρτήσει. Ως αμαρτωλός, ακόμη και σε αυτή τη ζωή, τιμωρήθηκα αυστηρά, αλλά αυτοί οι υπηρέτες (υποδεικνύοντας τους υπουργούς του) οι οποίοι καταχράστηκαν την εμπιστοσύνη μου και αναζωπύρωσαν τα πάθη μου, θα εμφανιστούν μαζί μου ενώπιον του δικαστηρίου του Χριστού.
Εγώ θαμπώθηκα από το μεγαλείο του στέμματος, εσύ να είσαι σοφός και σεμνός, θυμήσου τι ήσουν και τι είσαι. Βλέπεις γύρω μας τους υπηκόους και τα παιδιά σου, με την εξουσία σου δείξε τους την τρυφερότητα του γονέα. Αγάπησε τους ανθρώπους σου όπως τον εαυτό σου, καλλιέργησε την αγάπη, διατήρησε την πειθαρχία του στρατού, προστάτευσε την περιουσία των πλουσίων, ανακούφισε τις ανάγκες των φτωχών».
Τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 26 Σεπτεμβρίου 578, όρισε τον Τιβέριο ως Αύγουστο. Ο Ιουστίνος πέθανε εννέα ημέρες αργότερα, στις 5 Οκτωβρίου 578 σε ηλικία 58 ετών, βασιλεύοντας επί 13 χρόνια.
Αξιολόγηση
Οι ιστορικοί «κακομεταχειρίστηκαν» τον Ιουστίνο. Ο Άρνολντ Χιου Μάρτιν Τζόουνς αναφέρεται στη «μεγαλομανή και ανεύθυνη εξωτερική πολιτική» του και αποδίδει τη δίωξη των Μονοφυσιτών σε ένα ξέσπασμα χαρακτήρα. Ο Βασίλιεφ τον αποκαλεί «αδύναμο και άτεκνο» αξιομνημόνευτο κυρίως για τον συγκινητικό και αξιολύπητο λόγο που έβγαλε όταν διόρισε Καίσαρα τον Τιβέριο. Λίγοι ιστορικοί, με αξιοσημείωτη εξαίρεση τον Άβεριλ Κάμερον, τον έχουν πάρει σοβαρά και αυτοί αναγνωρίζουν ότι δεν υπάρχουν πολλά υπέρ του. Στις μέρες του, ήταν αντιδημοφιλής. Ο Ιωάννης της Εφέσου τον αντιμετώπισε με αγένεια και είναι δικαιολογημένος, διότι υπέφερε από τον διωγμό του Ιουστίνου στους Μονοφυσίτες, ενώ ούτε ο Ευάγριος ο Ποντικός ο οποίος ήταν ορθόδοξος υπήρξε επιεικής.
Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η εξωτερική πολιτική του Ιουστίνου, η οποία ξεκίνησε με την ανάληψη της εξουσίας, δεν απέφερε αξιοσημείωτα αποτελέσματα. Ήταν της άποψης ότι «ένας Ρωμαίος αυτοκράτορας δεν πρέπει να δωροδοκεί τους βάρβαρους για να διατηρήσει την ειρήνη, αλλά να επιβάλλει τη θέλησή του με τη βία των όπλων». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτή ήταν μια πολύ πιο δημοφιλής πολιτική στην Κωνσταντινούπολη από αυτή του προκατόχου του. Ούτε μπορούμε να ισχυριστούμε ότι μια πολιτική κατευνασμού θα είχε αποφέρει καλύτερα αποτελέσματα. Ωστόσο, γεγονός είναι ότι η αυτοκρατορία, με το ανθρώπινο δυναμικό της αποδυναμωμένο όπως ήταν από την πανούκλα, δεν είχε τη στρατιωτική δύναμη να διατηρήσει μια φιλοπόλεμη πολιτική και έπρεπε να επιστρέψει στην πολιτική του Ιουστινιανού να χρησιμοποιεί χρυσό για να χειραγωγεί τους εχθρούς του στα σύνορα.
Ο Ιουστίνος Β’ και η Σοφία απεικονίζονται σε νόμισμα. wikipedia public domain
Ωστόσο, ο Ιουστίνος αντιμετώπισε με επιδεξιότητα την οικονομική κρίση μετά το θάνατο του Ιουστινιανού, αν και είναι συζητήσιμο το κατά πόσο σοβαρή ήταν η κρίση. Αποκατέστησε μια υγιή ισορροπία στο αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο και χάρη στη δημοσιονομική σύνεση του Ιουστίνου και της Σοφίας, υπήρξαν διαθέσιμοι πόροι με τους οποίους ο Τιβέριος ανασυγκρότησε τις ένοπλες δυνάμεις μετά την απώλεια της Δάρας. Γι’ αυτό ίσως η Σοφία αξίζει τα ίδια αν όχι περισσότερα εύσημα από τον Ιουστίνο, διότι επεδίωκε να διατηρήσει αποθέματα στο θησαυροφυλάκιο και επέπληξε τον Τιβέριο τόσο όταν ήταν ο Καίσαρας όσο και αργότερα, όταν έγινε αυτοκράτορας μετά το θάνατο του Ιουστίνου, για τις πολυτελείς δαπάνες του. Ωστόσο, η ανταμοιβή του Ιουστίνου για τη δημοσιονομική του σύνεση του ήταν η φήμη για απληστία.
Ωστόσο, όπως ο Ιουστινιανός πριν από αυτόν, ήταν δημιουργικός. «Όντας ευσεβής», όπως έγραψε ο Θεοφάνης, «στόλισε τις εκκλησίες που έχτισε ο Ιουστινιανός, δηλαδή τη Μεγάλη Εκκλησία, τους Αγίους Αποστόλους και άλλες εκκλησίες και μοναστήρια, παρέχοντάς τους πλήρη έσοδα». Ο Θεοφάνης καταγράφει επίσης την κατασκευή του παλατιού Σοφιαναί πέρα από το Βόσπορο, το παλάτι Δεύτερον στη γη που κατείχε προτού γίνει αυτοκράτορας, μια εκκλησία αφιερωμένη στους Αγίους Πέτρο και Παύλο, μια άλλη εκκλησία των Αγίων Αποστόλων «στο Τρίκογχο» και μια μετατροπή στην εκκλησία της Παναγίας των Βλαχερνών που την έκανε σταυροειδή. Ο Θεοφάνης αναφέρει επίσης επισκευές στο υδραγωγείο του Ουάλη και σε εκκλησία κοντά στην Αγία Σοφία, αφιερωμένη στον Θεοτόκο. Η λατρεία της Παναγίας κυριάρχησε στη θρησκευτική προοπτική της Κωνσταντινούπολης και ήταν η προστάτιδα της πόλης.
Πηγές – βιβλιογραφία
https://en.wikipedia.org/wiki/Justin_II
https://byzantium.gr/gremperors.html
Georg Ostrogorsky «Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους» Εκδόσεις Βασιλόπουλος Αθήνα 1978
Frank E. Wozniak «Η Βυζαντινή Διπλωματία και οι Πόλεμοι Λομβαρδών – Γέπιδων» Balkan Studies (1979)
Δεν υπάρχουν σχόλια: