Ο ζωγράφος Απελλής ο Εφέσιος, έπεσε θύμα ολέθριας συκοφαντίας. Είχε συκοφαντηθεί από τον ανταγωνιστή του, Αντίφιλο, ότι συμμετείχε στη συνομωσία του Θεοδότα και της Τύρου κατά του Πτολεμαίου, βασιλιά της Αιγύπτου. Ο Απελλής δεν γνώριζε τον Θεοδότα ούτε είχε πάει ποτέ στην Τύρο. Ο Αντίφιλος, κατήγγειλε στον Πτολεμαίο ότι κάποιος είδε τον Απελλή στην Φοινίκη να συντρώγει με τον Θεοδότα και σε όλο το δείπνο του μιλούσε μυστικά στο αυτί.
Ισχυρίστηκε πως η αποστασία της Τύρου ήταν αποτέλεσμα συμβουλής του Απελλή. Ο Πτολεμαίος ταράχτηκε τόσο πολύ από τη διαβολή ώστε δεν σκέφτηκε ούτε το πιο λογικό: ότι ο διαβάλλων ήταν ανταγωνιστής του Απελλή που τον ζήλευε και φθονούσε την δόξα του. Επιπλέον, ο Πτολεμαίος δεν σκέφτηκε πως ο Απελλής δεν είχε κανένα λόγο να συνομωτήσει κατά του Πτολεμαίου, αφου ήταν ευεργέτημένος από αυτόν και έχαιρε γενικής εκτίμησης. Έτσι αμέσως εξεμάνη και άρχισε να φωνάζει κραυγάζοντας κατάρες για τον αχάριστο, τον επίβουλο και συνομώτη. Και ευτυχώς, που κάποιος από τους παρόντες, αγανακτώντας με την αναισχυντία του Αντίφιλου, επενέβει και συνέτισε τον Πτολεμαίο διαφορετικά θα είχε σκοτώσει τον Απελλή. Ο Πτολεμαίος συνήλθε, και ντράπηκε τόσο πολύ με αυτά που έγιναν, ώστε δώρισε στον Απελλή 100 τάλαντα και τον Αντίφιλο τον έκανε δούλο του. Ο Απελλής, αναπαρέστησε την συκοφαντία, μεταφέροντας το προσωπικό του βίωμα σε ένα διάσημο πίνακα που όμως δεν διασώθηκε.
Ο Ιταλός ζωγράφος Σάντρο Μποτιτσέλι φιλοτέχνησε τον πίνακα"Συκοφαντία" το 1494-5. Σήμερα βρίσκεται στη συλλογή του μουσείου Ουφίτσι στη Φλωρεντία. Ο Μποτιτσέλι άντλησε το θέμα του από τον πίνακα του Απελλή, όπως το περιγράφει ο Λουκιανός στο έργο του: “Περί του μη ραδίως (εύκολα) πιστεύειν διαβολή”. Η περιγραφή του Λουκιανού, μιας και το πρωτότυπο δε διασώθηκε, είναι πάντως αρκούντως κατατοπιστική. Στον δικό του πίνακα, ο αναγεννησιακός ζωγράφος διατήρησε το σκηνικό και τις μορφές από την περιγραφή του Λουκιανού και δημιούργησε ένα περίτεχνα στολισμένο αρχιτεκτονικό φόντο. Στα δεξιά απεικονίζεται καθιστός σε υπερυψωμένο θρόνο, μέσα σε ανοικτή αίθουσα διακοσμημένη με γλυπτά, ένας βασιλιάς, με μεγάλα γαϊδουρίσια αυτιά, τείνοντας το χέρι του στη Συκοφαντία, που φαίνεται να πλησιάζει.
Δίπλα στο βασιλιά βρίσκονται δύο γυναίκες, οι αλληγορικές απεικονίσεις της Άγνοιας και της Υποψίας, που με ζήλο ψιθυρίζουν φήμες στα μεγάλα (ευήκοα στην καχυποψία) αυτιά του βασιλιά, πράγμα που υπονοεί την ανοησία του (γαϊδουρινά αυτιά). Η Συκοφαντία, πλησιάζοντας από τα αριστερά, είναι μια πολύ όμορφη γυναίκα, που έχει ωστόσο μία θερμή αύρα που υπονοεί την απάτη και την παρόρμηση. Στο αριστερό της χέρι κρατά έναν αναμμένο δαυλό (που τα φέρνει όλα στο “φως”), ενώ με το δεξί έλκει έναν νέο από τα μαλλιά. Εκείνος τείνει τα χέρια στους ουρανούς και επικαλείται τους θεούς να καταθέσουν τη μαρτυρία τους υπέρ της αθωότητάς του. Το δρόμο στη Συκοφαντία δείχνει ένας άντρας με διαπεραστικά μάτια, μα χλωμός, παραμορφωμένος, και ρουφηγμένος σαν από μακροχρόνια ασθένεια. Πρόκειται για το Φθόνο. Δυο κοπέλες, προσωποποιήσεις της Μοχθηρίας και της Απάτης, ενθαρρύνουν τη Συκοφαντία, προσθέτοντας πινελιές στην ομορφιά της.
Ακολουθώντας με πένθιμη αμφίεση, με μαύρα πέπλα και ξέπλεκα μαλλιά, έρχεται η Μετάνοια. Κοιτά δακρυσμένη πίσω της, περιμένοντας με μια έκφραση ντροπής το πλησίασμα της Αλήθειας. Η Αλήθεια, γυμνή, δείχνει προς τα ουράνια. Η γύμνια της Αλήθειας τη συσχετίζει με τον αθώο νεαρό, του οποίου τα ενωμένα χέρια επικαλούνται επίσης μια ανώτερη δύναμη. Η Αλήθεια θυμίζει το κλασικό μοτίβο απεικόνισης της Αφροδίτης, καθώς και αυτές που ο ίδιος ο καλλιτέχνης έχει δημιουργήσει. Είναι πανέμορφη, σε αντιδιαστολή με την προσωποποίηση της Μετάνοιας, που είναι μια ηλικιωμένη, χτυπημένη από τη θλίψη γυναίκα, με τριμμένα ρούχα. Είναι γυμνή, καθώς δεν έχει να κρύψει τίποτα και η έκφραση του προσώπου της, όπως και η στάση του σώματός της, επικαλούνται την ουράνια δικαιοσύνη.
-Τα Μεγάλα Μουσεία του Κόσμου, εκδ. Φυτράκης, 1969 Πάντων δεινότατον η διαβολή.
Πηγή: ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΠΟΙ ΡΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια: