Οι παλαιότεροι συνήθιζαν να λένε πως «όταν τρως κάστανα, ξεχνάς τα βάσανα» όταν ήθελαν να τονίσουν τις ευεργετικές ιδιότητες του νόστιμου αυτού καρπού. Γνωστά από την αρχαιότητα, ήταν εκλεκτή τροφή για Θεούς και ανθρώπους, και αποτέλεσαν «το ψωμί», την καθημερινή τροφή των ορεινών πληθυσμών της Ευρώπης κατά τη διάρκεια του χειμώνα πριν από κάποιες δεκαετίες. Ιδιαίτερα δημοφιλή κατά την περίοδο των Χριστουγέννων, αποτελούν συστατικό πολλών εορταστικών συνταγών.
Το κάστανο ανήκει στην οικογένεια Castanea Sativa και ευδοκιμεί σε δασικές περιοχές της Κίνας, της Ιαπωνίας, της Ευρώπης και Β. Αμερικής. Στην Ελλάδα φύονται κυρίως στη Θεσσαλία, στην Μακεδονία και στις ορεινές περιοχές της Κρήτης, της Πελοποννήσου και της Λέσβου. Η καστανιά είναι πολύ μεγάλο φυλλοβόλο δένδρο που χαρακτηρίζεται ερμαφρόδιτο γιατί φέρει αρσενικά και θηλυκά άνθη στο ίδιο δέντρο. Αρχίζει να αποδίδει καρπό έπειτα από 5-6 χρόνια από τη φύτευσή της. Κάθε δένδρο μπορεί να αποδώσει 20 έως 50 κιλά. Τα κάστανα μεγαλώνουν πάνω στο δένδρο, μέσα σε ένα αγκάθινο κέλυφος και όταν ωριμάσουν, το κέλυφος σκίζεται και τα κάστανα πέφτουν στη γη, όπου και συλλέγονται. Ονομαστές είναι οι ποικιλίες του Πηλίου και της Κρήτης.
Στο εμπόριο βρίσκουμε συνήθως δυο είδη κάστανου: τα αγριοκάστανα και τα μαρόνια που είναι γλυκά και χονδρά. Το αγριοκάστανα ευδοκιμούν σε ψυχρά κλίματα ενώ τα μαρόνια είναι προϊόν καλλιέργειας που προορίζεται για την παρασκευή διάφορων προϊόντων όπως μαρόν γλασέ, μαρμελάδων, γλυκών και αλευριού. Κάθε χρόνο, τον μήνα Οκτώβριο διοργανώνεται με επιτυχία η «Γιορτή του Κάστανου» σε διάφορους δήμους της χώρας, όπου οι κάτοικοι έχουν την δυνατότητα να γευτούν παραδοσιακές συνταγές με κάστανο. Χρησιμοποιούνται στη μαγειρική και τη ζαχαροπλαστική σε διάφορες συνταγές εμπλουτίζοντάς τις με τη γήινη, γλυκιά γεύση τους και γίνονται και αλεύρι, κυρίως σε διάφορες περιοχές της Ασίας. Στη βόρεια Ιταλία και στην κεντρική Γαλλία είναι πολύ διαδεδομένο το ψωμί από καστανάλευρο.
Η καστανιά λέγεται και «αρτόδενδρο» και έχει καταγωγή από την Ωκεανία. Τα κάστανα χρονολογούνται από τους προϊστορικούς χρόνους και αποτέλεσαν από τις πρώτες τροφές του ανθρώπου. Ο Θεόφραστος αναφέρει καλλιέργεια καστανιάς τον 3ο π.Χ. αιώνα και οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν τα κάστανα ανώτερη τροφή από τα καρύδια, τα αμύγδαλα και τα φουντούκια. Στην αρχαιότητα ήταν γνωστά με διάφορα ονόματα όπως «Διός βάλανοι», «Ευβοϊκά κάρυα», «λόπιμα» ή «Σαρδιαναί βάλανοι», αποτελούσαν ένα εκλεκτό συμπλήρωμα στη διατροφή, ή και σε κάποιες περιπτώσεις. ένα πλήρες φαγητό. Τόσο στο Βυζάντιο όσο και αργότερα στον Μεσαίωνα, αποτέλεσαν τη βασική τροφή των φτωχών λαών της Ευρώπης σε περιόδους λοιμών και όχι μόνο.
Στις ορεινές περιοχές της Ιταλίας, της Γαλλίας και της Ισπανίας όπου δεν ευδοκιμούσαν τα δημητριακά, τα κάστανα ήταν για πολλούς αιώνες, η βασική τροφή των αγροτών. Τα έβραζαν, τα ξέραιναν και τα άλεθαν σε αλεύρι και έφτιαχναν ένα είδος θρεπτικού χυλού. Όταν η πατάτα και το καλαμπόκι έκαναν την εμφάνισή τους από το Νέο Κόσμο τον 19ο αιώνα και οι εμπορικές ανταλλαγές αυξήθηκαν, τα κάστανα δεν ήταν πια το ψωμί των φτωχών, η καλλιέργειά τους υποχώρησε και από βασικό έγιναν συμπληρωματικό τρόφιμο στην Ευρώπη.
Πηγή: itrofi
Δεν υπάρχουν σχόλια: