Ο Γερμανός αγαπά πολύ το κρασί και την χώρα μας.
Το ταξίδι ενός οινοποιού από τη Λειψία στη Θάσο: «Έγινα αρχαιολόγος κρασιού στo… Καζαβίτι»!
Η ιστορία του Γερμανού Αλεξάντερ Χέερ ο οποίος «βαφτίζει» το αρχαίο Ελληνικό κρασί του στα νερά του Αιγαίου
Ο Ήλιος δύει αργά αργά στον ορίζοντα, στο νησί της Θάσου και ο Άλεξ με την Όντρει, καθισμένοι στο μπαλκόνι της ταβέρνας «Γιάννης» στο Καζαβίτι, χαζεύουν το ηλιοβασίλεμα και συζητούν για το τί μπορεί να συνοδεύσει τα κρασιά που έχουν ανοίξει μπροστά τους.
Ο Αλεξάντερ Χέερ είναι Γερμανός Οινοποιός και η Όντρει, είναι Βελγίδα σεφ και εκπαιδευτής καταδύσεων, στην σχολή καταδύσεων CAT που βρίσκεται στον Πρίνο. Τα μπουκάλια με τα κρασιά που βρίσκονται μπροστά τους, είναι τα κρασιά που φτιάχνει ο Αλεξάντερ, στον αμπελώνα που έχει δημιουργήσει στο Καζαβίτι. Είναι όλα ιδιαίτερα κρασιά, από τοπικές ελληνικές ποικιλίες σταφυλιών και ανάμεσα σε αυτά, ξεχωρίζει το κρασί Aquanautic.
Πριν σας διηγηθούμε την ιστορία πίσω από το Aquanautic, υπάρχει η ιστορία του Άλεξ, που έχει μεγάλο ενδιαφέρον. «Μου αρέσουν τα κρασιά που παλαιώνουν στο υπόγειο και αφηγούνται την ιστορία του οινοποιού που το έφτιαξε. Γυναίκα ή άντρας» απαντά ο ίδιος όσον αφορά το ποια κρασιά αρέσουν στον ίδιο. Τα κρασιά του Άλεξ, αφηγούνται την ιστορία του, όμως μέχρι να τα δοκιμάσετε, ας σας τον συστήσουμε εμείς.
Από τη Λειψία στη Θάσο, αναζητώντας το παρθένο
«Γεννήθηκα στην Λειψία, και μεγάλωσα με βιβλία αρχαιολογίας, βοτανολογίας, εντομολογίας και γεωλογίας» λέει και συνεχίζει: «Με ενδιέφερε να κάνω μια κλασική χειρωνακτική εργασία για να αυξήσω τις γνώσεις μου στην συνέχεια, με βαθύτερες σπουδές στη θεωρία. Ήθελα να δημιουργήσω κάτι με χειροτεχνικό τρόπο. Οι γονείς μου, είναι γραφίστες και τυπογράφοι, οπότε ήθελα σε ότι θα έκανα, να συνδυάσω τις βασικές γνώσεις, με την δημιουργικότητα. Ξεκίνησα την μαθητεία μου ως οινοποιός, το 2000 με τον κλασσικό τρόπο οινοποίησης, σε θεωρία και πράξη για τρία χρόνια. Στόχος μου ήταν να σπουδάσω στο Πανεπιστήμιο του Geisenheim ως διπλωματούχος μηχανικός οινολογίας μέχρι το 2008. Εκείνη την περίοδο, νοίκιασα κάποιους αμπελώνες στην περιοχή του Rheingau και άρχισα να εξασκώ τις δεξιότητές μου με τις ποικιλίες Pinot Noir και Riesling. Από το 2004 παράγω βιολογικά κρασιά στη Γερμανία σε μικρές ποσότητες. Ως στόχο, έχω να δουλεύω με βιώσιμο τρόπο σε συνύπαρξη με τη φύση και προστατεύοντας το περιβάλλον».
Ο Άλεξ, ξεκίνησε με έναν κλασικό ρομαντικό τρόπο, την ενασχόλησή του με το κρασί, σαφώς επηρεασμένος από τη δουλειά των τυπογράφων γονιών του. Ο τρόπος που προσεγγίζει την οινοποίηση αλλά και ο ενθουσιασμός του, αποτυπώνονται στο τελικό αποτέλεσμα. Τα κρασιά του Άλεξ, λένε την ιστορία του και το πως έφτασε κάποια στιγμή στην Θάσο.
«Έχω μια φίλη, η οποία είναι ειδική στο κρασί και την γαστρονομία. Ζει στο Μόναχο και δουλεύει ως σύμβουλος σε εστιατόρια αλλά δημοσιεύει και κριτικές στον Τύπο. Εκείνη, με έφερε σε επαφή με κάποιον στο Μόναχο, του οποίου ο πατέρας άρχισε να αγοράζει σπίτια σε ένα μικρό νησί της Ελλάδας, την Θάσο. Ήθελε να αναβιώσει ένα εγκαταλελειμμένο χωριό που ονομαζόταν Καζαβίτι και ως Διδάκτωρ Βιολογίας και Εθνολογίας ανακάλυψε κάποια πολύ παλιά υποκείμενα αμπελιών, στις κοιλάδες της περιοχής. Έψαχνε για έναν επαγγελματία οινοποιό, προκειμένου να τον φέρει σε επαφή με τους ντόπιους. Όταν μου είπε για την προσπάθεια αυτή, της απάντησα, πως η Ελλάδα είναι ωραία και αγαπώ τη μυθολογία από τα επτά μου χρόνια, αλλά θα επιθυμούσα να προστατεύσω τα αυτόχθονα αμπέλια στα υψίπεδα της Πορτογαλίας αν ήταν ποτέ να πάω σε μια ξένη χώρα για να ασχοληθώ με την οινοποίηση. Επικοινώνησε δύο φορές μαζί μου, τον Οκτώβριο του 2011 και τελικά, έστειλα ένα mail στον ηλικιωμένο Γερμανό κύριο, που είχε ερωτευθεί το Καζαβίτι, από τις αρχές της δεκαετίας του 70. Μου απάντησε αμέσως και για τους επόμενους τρεις μήνες, σκεφτόμουν τι έπρεπε να κάνω. Τελικά τον Φεβρουάριο του 2012, αποφάσισα με τρείς φίλους και μαθητευόμενους μου, να ταξιδέψω στο Καζαβίτι. Ξεκινήσαμε με το αυτοκίνητο και τον Μάρτιο φτάσαμε στην Θάσο. Έκανα συμβόλαια με δύο ιδιοκτήτες δύο εντελώς εγκαταλελειμμένων αμπελώνων, τα αμπέλια των οποίων, φαγώνονταν από τα κατσίκια, εδώ και πενήντα περίπου χρόνια. Ανέλυσα το έδαφος και συνειδητοποίησα ότι δεν είχε πέσει ποτέ φυτοφάρμακο ή ζιζανιοκτόνο. Ήταν ένα δώρο. Ανακάλυψα παρθένο χώμα. Έτσι αποφάσισα να μείνω».
Το σπίτι του Κρασιού «Καζαβίτι»
Το χωριό Καζαβίτι, βρίσκεται σε υψόμετρο 390 μέτρων και τέσσερα χιλιόμετρα μακριά από τον Πρίνο. Έχει μακρά ιστορία όσον αφορά την αμπελουργία και το κρασί, αφού κατοικήθηκε από το 4ο πχ αιώνα και έχουν βρεθεί στην περιοχή, κομμάτια από αμφορείς, με τους οποίους κουβαλούσαν το κρασί. Και το όνομα του χωριού, παραπέμπει στο κρασί. Στο σπίτι του κρασιού, αφού Κάζα στα λατινικά είναι το σπίτι και Βίτους σημαίνει κρασί. Όλη η περιοχή γύρω από το χωριό, στις πλαγιές που το αγκαλιάζουν, παλιότερα υπήρχαν αμπελώνες. Τα αμπέλια ήταν φυτεμένα σε κλίμακες, με πέτρινες πεζούλες να συγκρατούν το χώμα. Εντυπωσιακές και δύσκολες κατασκευές, που έχουν εγκαταλειφθεί πλέον.
«Εδώ στο Καζαβίτι, είμαι πολύ ευχαριστημένος» λέει ο Άλεξ και συνεχίζει: «Γνώρισα ανθρώπους, που μου άνοιξαν τις πόρτες τους. Οι άνθρωποι εδώ ήταν πολύ θετικοί απέναντι σε αυτό που θέλησα να κάνω και από την πρώτη στιγμή ήταν εξυπηρετικοί. Πολλοί Γερμανοί και άλλοι ξένοι φίλοι μου, που με επισκέπτονται στο Καζαβίτι την τελευταία δεκαετία, μου λένε ότι είχα μεγάλη τύχη που βρήκα αυτό το μέρος. Νιώθω να ταυτίζομαι με τους αρχαίους αμπελώνες. Ταυτίζομαι περισσότερο εδώ, από ότι στην Γερμανία, την Πορτογαλία την Σλοβενία ή την Νέα Υόρκη. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχεις πολλές πιθανότητες στην ζωή σου να έχεις αυτές τις επιλογές που έχω εδώ. Η φιλοσοφία μου είναι να ρισκάρω. Δεν έχει σημασία πόσο άβολα είναι στην αρχή. Έγινα αρχαιολόγος κρασιού και μπόρεσα να κάνω τις δικές μου επιστημονικές αναλύσεις ενός κρυμμένου θησαυρού. Τελικά, ήταν μια καλή απόφαση να μετακομίσω και να δημιουργήσω φήμη σε δύσκολες στιγμές κάτω από δύσκολες οικονομικές συνθήκες, τότε που ξεκινούσε η οικονομική κρίση, το 2008. Ως Σάξωνας, νιώθω πλέον ως ένας Ευρωπαίος πιο κοντά στην Ανατολή. βρήκα την ταυτότητά μου σε αυτό το νησί».
Το αρχαίο ελληνικό κρασί του Άλεξ «βαφτίζεται» στην θάλασσα
Ένα κρασί που ξεχωρίζει από αυτά που οινοποιεί ο Άλεξ, είναι το Aquanautic. Το κρασί της θάλασσας, το οποίο περικλείει μέσα του, ολόκληρη την Θάσο. Περικλείει τις πλαγιές και τα παρθένα εδάφη του νησιού, περικλείει την θάλασσα που την αγκαλιάζει, περικλείει τις αρχαιοελληνικές ποικιλίες σταφυλιών, την ιστορία του νησιού και την παράδοση επάνω στο κρασί, αλλά και τον αρχαιοελληνικό τρόπο οινοποίησης, τον οποίο ανακάλυψε ο Αλεξ, στις επισκέψεις που πραγματοποίησε στο αρχαιολογικό μουσείο του Λιμένα. Το κρασί της Θάσου, στην αρχαία Ελλάδα, θεωρούνταν ένα από τα καλύτερα κρασιά μαζί με αυτό που παρήγαγε η Χίος. Από τον 5ο μέχρι τον 2ο αιώνα προ Χριστού, το κρασί της Θάσου αναφέρεται ως ένα από τα καλύτερα, το οποίο απαγορευόταν να το νερώσουν και μάλιστα τον 5ο αιώνα, υπήρχε νόμος σύμφωνα με τον οποίο επιβάλλονταν πρόστιμο σε όποιον νέρωνε το κρασί της Θάσου. Σε ένα γεωπονικό εγχειρίδιο του 10ου αιώνα, αναφέρεται η τεχνική που χρησιμοποιούσαν για την παραγωγή του κρασιού στην Θάσο, όπου τα σταφύλια αρχικά έμεναν στον ήλιο για πέντε ημέρες και μετά τα έβαζαν μέσα σε θαλασσινή άλμη. Τέλος τα έβαζαν μέσα σε πιθάρια, μέχρι την άνοιξη. Ο Άλεξ, στην δημιουργία του Aquanautic, χρησιμοποιεί και τις παλιές ελληνικές ποικιλίες σταφυλιών, και το θαλασσινό νερό και τα πιθάρια.
«Μετά από χρόνια έρευνας σε μουσεία της Ελλάδας, συνάντησα, διάφορες συνταγές λαξευμένες σε πέτρα ή τεκμηριωμένες με άλλους τρόπους» λέει ο Άλεξ και συνεχίζει: «Αυτές οι πηγές ήταν η ευκαιρία για το ταξίδι μου πίσω στο χρόνο. Προκειμένου να εξερευνήσουμε όχι μόνο τις παλιές ξεχασμένες ποικιλίες σταφυλιών, αλλά και τις οδηγίες για το πώς να φτιάξουμε κρασί. Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν πλέον πραγματικοί δάσκαλοι αυτού του αρχαίου στυλ, εργαστήκαμε σύμφωνα με την καλή επαγγελματική πρακτική και τα τρέχοντα πρότυπα υγιεινής. Η ιστορία ξεκινά στο μουσείο Λιμένα Θάσου το 2013, όπου βρήκα τον παλαιότερο νόμο για το κρασί που εκτίθεται. Τον μετέφρασα και εκεί αποκαλύπτονται μερικές ιδιαιτερότητες ενός παλιού στυλ. Του να στεγνώνουμε εκ των προτέρων τα σταφύλια στον ήλιο και στη συνέχεια να τα εμποτίζουμε σε αλατόνερο για 20 μέρες και να τα ζυμώνουμε ξανά με φρέσκα σταφύλια. Αυτή η τεχνική είναι τουλάχιστον 2.500 ετών. Στη συνέχεια της έρευνας μου, συνάντησα και νέες πηγές στο μουσείο της Χίου. Σε αυτό το νησί, μάλλον πήγαν ένα βήμα παραπέρα και βύθιζαν τα σταφύλια για αρκετές μέρες σε βάθος περίπου 12 μέτρων κοντά στην ακτή. Το 2019 επικοινώνησα με την σχολή καταδύσεων που υπάρχει στον Πρίνο. Ήταν όλοι τους επαγγελματίες δύτες, με τουλάχιστον 600 καταδύσεις τον χρόνο στα νερά γύρω από τη Θάσο. Τους ρώτησα, αν υπάρχει η πιθανότητα για την ύπαρξη σημείων, όπου θα μπορούσα να βυθίσω στα σταφύλια, με καλές συνθήκες νερού και δίχως τον κίνδυνο να τα παρασύρουν τα ρεύματα. Μου απάντησαν ότι υπάρχουν τέτοια σημεία, όμως μου είπαν ότι πριν σου τα δείξουμε, θα πρέπει να εκπαιδευτείς στην κατάδυση προκειμένου να μπορείς να επιθεωρείς τα σταφύλια που θα βυθίσεις από μόνος σου. Ήμουν κολυμβητής, όμως ποτέ δεν σκέφτηκα να ασχοληθώ με την κατάδυση. Σκέφτηκα για λίγο την πρόταση τους και τελικά τους είπα: «ας το κάνουμε». Έτσι δημιουργήθηκε το κρασί Aquanautic”.
To Aquanautic, είναι ένα πολύ ιδιαίτερο κρασί. Ο Άλεξ την πρώτη χρονιά το κράτησε στον βυθό για 6 ημέρες. Το καλοκαίρι που μας πέρασε, το άφησε για 2 ημέρες στο βυθό. Βούτηξα μαζί τους όταν εκείνος με την Όντρει, κατέβασαν τα κοφίνια με τα σταφύλια στα 12 μέτρα βάθος και τα ασφάλισαν με άγκυρες. Το ίδιο βράδυ, δοκίμασα το περσινό Aquanautic στην Ταβέρνα στο Καζαβίτι. Είχε πολύ ωραίο άρωμα και ωραίο χρώμα. Η γεύση του ήταν ιδιαίτερη και αρκετά αλμυρή. Όσο δοκίμαζα, ο Άλεξ με την Όντρει συνέχιζαν να ανταλλάσσουν απόψεις, όσον αφορά το πιο φαγητό ταιριάζει με το κάθε κρασί. Δίχως να είμαι ειδικός στα κρασιά, ήμουν σίγουρος, ότι το Aquanautic, δεν ταιριάζει με κανένα φαγητό. Ταιριάζει με αναμνήσεις από το καλοκαίρι στο Αιγαίο.
Όταν το ξαναδοκίμασα τρεις μήνες μετά, στη Θεσσαλονίκη, ήμουν σίγουρος για την άποψή μου. Δεν ξέρω αν ποτέ το Aquanautic καταφέρει να συγκεντρώσει φανατικούς θαυμαστές, όμως σίγουρα διηγείται την ιστορία της Θάσου και του Αιγαίου. Ο Άλεξ, ο Γερμανός οινοποιός, που μετά από δέκα χρόνια στην Ελλάδα, νιώθει πλέον πιο κοντά στην Ανατολή, συνεχίζει να δημιουργεί κρασιά που λένε ιστορίες, στο σπίτι του κρασιού στην Θάσο (Καζαβίτι).
«Κάντε το κρασί όσο πιο αυθεντικό γίνεται» δηλώνει ο Άλεξ και παρότι Γερμανός, προσπαθεί να πει την ιστορία του αρχαίου ελληνικού κρασιού, με τον πιο αυθεντικό τρόπο.
Πηγή: humanstories.gr, kavalapost
Δεν υπάρχουν σχόλια: