Κεραμεικός, δηλαδή ο κεραμέας (τεχνίτης), η αλλιώς η ίδια η τέχνη της κεραμικής ή κεραμευτικής. Η ονομασία, που χρησιμοποιείται και για τη σύγχρονη συνοικία της Αθήνας, προήλθε από τον ήρωα Κέραμο, γιο του Διονύσου και της Αριάδνης, προστάτη των κεραμέων, οι οποίοι είχαν εγκαταστήσει εκεί τα εργαστήριά τους. Βρισκόταν βορειοδυτικά της πόλης, στην κοιλάδα που διέσχιζε ο Ηριδανός.
Ο Ηριδανός ήταν ποτάμι της Αρχαίας Αθήνας, συγκεκριμένα παραπόταμος του Ιλισού. Πήγαζε από τον Λυκαβηττό και διέσχιζε την αρχαία πόλη των Αθηνών από ανατολικά προς στα δυτικά. Σήμερα είναι ορατή μόνο η κοίτη του ποταμού, πλάτους δύο μέτρων, στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού (δίπλα στην Ιερά Πύλη), η οποία διασχίζει τον χώρο των ανασκαφών (νεκρόπολη Κεραμεικού).
Από τον 11ο αι. π.Χ. και για περίπου 1.500 χρόνια, η περιοχή χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφείο. Στον ανεσκαμμένο χώρο, σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση ένα μεγάλο τμήμα του οχυρωματικού περιβόλου του άστεως με δύο από τις σημαντικότερες πύλες του. Πολλά από τα ταφικά μνημεία που είχαν ανεγερθεί κατά μήκος των οδών αυτών διατηρούνται ακόμα στη θέση τους. Οι αρχαιότεροι τάφοι του χώρου χρονολογούνται στην Εποχή του χαλκού.
Σ΄ αυτόν τον χώρο και προς την οδό Ακαδημίας Πλάτωνα που πέρναγε δίπλα (βόρεια) από τον σημερινό ναό της Αγίας Τριάδας είχε δημιουργηθεί το «Δημόσιο Σήμα» όπου ήταν ο χώρος ταφής των επιφανών Αθηναίων καθώς και των «πεσόντων εν πολέμω», με χαρακτήρα στρατιωτικού κοιμητηρίου.
Σήμερα ο επισκέπτης του χώρου βαδίζει ακριβώς στο ίδιο επίπεδο που περπατούσαν οι Αθηναίοι στη κλασική εποχή.
Κατά την κατασκευή του σταθμού «Κεραμεικός» του μετρό βρέθηκαν περίπου 1.000 τάφοι του 4ου και του 5ου αιώνα π.Χ., στον αποκαλούμενο λάκκο της πανούκλας.
Ο Θουκυδίδης περιέγραψε τον πανικό που προκλήθηκε από την πανούκλα, πιθανώς επιδημίας τυφοειδούς πυρετού η οποία έπληξε την πόλη το 430 π.Χ. Η επιδημία διήρκεσε δύο χρόνια και εκτιμάται πως σκότωσε το ένα τρίτο του πληθυσμού. Έγραψε πως άψυχα σώματα είχαν εγκαταλειφθεί σε ναούς και δρόμους, ώστε στη συνέχεια να συλλεχθούν και να θαφτούν βιαστικά. Η ασθένεια επανεμφανίστηκε τον χειμώνα του 427 π.Χ.
Εκτός όμως του Διπύλου υπήρχε ακόμη μια μικρότερη πύλη η Ιερά πύλη, νοτιοδυτικά του Διπύλου που ανήκε στις Κεραμεικές Πύλες του τείχους επίσης οχυρωμένη την οποία ο Βίλελμ Ντέρπφελντ θεωρούσε ως άνοιγμα για τα νερά του αρχαίου χειμάρρου Ηριδανού.
Ο Ηριδανός
Όλοι οι επιτύμβιοι στήλοι και επιτύμβια σήματα που φέρονται ως αναστηλώσεις στον αρχαιολογικό χώρο είναι πιστά αντίγραφα πρωτοτύπων που φυλάσσονται και εκτίθενται στο Μουσείο του Κεραμεικού.
Τμήματα γης δόθηκαν στις πλούσιες οικογένειες για να χτίσουν εκεί τους ταφικούς περιβόλους τους, τους οποίους διακοσμούσαν με ταφικά σήματα, σε ανάμνηση των χαμένων μελών τους.
Οι οικογενειακοί ταφικοί περίβολοι ήταν ορθογώνια κτίσματα με πολυγωνική ή ισόδομη τοιχοποιία και περιέκλειαν τάφους μιας οικογένειας. Ο μαρμάρινος γλυπτός διάκοσμός τους παρουσίαζε πλούτο και ποικιλία μορφών: επιτύμβιες στήλες, ανάγλυφες ή γραπτές, μαρμάρινα αγγεία, κίονες, πεσσοί, τράπεζες και διάφορα ζώα (σκύλοι, λιοντάρια, ταύροι).
Σημαντικό τμήμα του τείχους αυτού διασχίζει τον σημερινό αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού, με κατεύθυνση βορρά προς νότο, σε μήκος περίπου 200 μέτρων που αποτελεί και το καλύτερα σήμερα διατηρημένο τμήμα του. Το Θεμιστόκλειο τείχος είχε ολική περίμετρο περίπου 6.500 μ. και διέθετε τουλάχιστον 13 πύλες.
Από τις περιγραφές του Θουκυδίδη έμειναν γνωστά τα ιστορικά εκείνα γεγονότα που υποχρέωσαν τους Αθηναίους στη βιαστική ανέγερσή του, μετά την αποχώρηση των Περσών και προ του Σπαρτιατικού κινδύνου. Η βάση του τείχους αυτού είναι λίθινη ενώ κατά το υπόλοιπο ύψος ήταν κατασκευασμένο με μεγάλους πλίνθους.
Στον Κεραμεικό αποκαλύφθηκαν και διασώζονται οι δύο από τις πύλες του, το «Δίπυλο» και η «Ιερά Πύλη».
Εκεί κοντά, δίπλα στον κεντρικό πεσσό της πόλης, αφιέρωσαν οι Αθηναίοι έναν κυκλικό βωμό στον Έρκειο Δία, προστάτη της οικίας, στον Ερμή και στον Ακάμαντα, επώνυμο ήρωα της φυλής στην οποία ανήκε ο δήμος της περιοχής.
Όπως και σε άλλες ελληνικές πόλεις έτσι και στην Αθήνα τα νεκροταφεία βρίσκονταν έξω από τα τείχη, κατά μήκος των μεγάλων οδικών αρτηριών που συνέδεαν την πόλη με τους διάφορους δήμους της Αττικής.
Κατά τις λεπτομερείς περιγραφές του χώρου αυτού από τον Παυσανία αμέσως μετά την εσωτερική πύλη του Διπύλου ήταν το Πομπείο και πολλά άλλα κτίσματα, ναοί, στοές, δημόσια ιδρύματα τα οποία βρίσκονταν στην Αρχαία Αγορά η οποία και αποτελούσε και το μεγαλύτερο και σπουδαιότερο τμήμα του Έσω Κεραμεικού, τόσο ώστε το όνομα Κεραμεικός πολλές φορές στα κείμενα να ταυτίζεται με την Αρχαία Αγορά.
Το νεκροταφείο είχε διάφορες ονομασίες, όπως Δημόσιον Σήμα, Πολυάνδριον, Το Μνήμα. Επίσης γνωστό ότι εκεί, τελούνταν οι ετήσιες επίσημες τελετές προς τιμήν των νεκρών.
Ο μόνος αναγνωρισμένος τάφος που έχει ανασκαφεί είναι ο τάφος των Λακεδαιμονίων που έπεσαν στον Πειραιά το 403 π.Χ., όταν έλαβαν μέρος στις εσωτερικές διαμάχες των Αθηναίων. Το μνημείο είναι μια απλή ορθογώνια κατασκευή, με λαξευτούς πωρόλιθους και επίστεψη μαρμάρινων πλακών, όπου είχαν αναγραφεί τα ονόματα των νεκρών. Στη μία πλάκα που σώθηκε αναφέρονται τα ονόματα Χαίρων και Θίβρακος, πολέμαρχοι.
Όταν ο Παυσανίας περιηγήθηκε την Αθήνα, το μνημείο ήταν σκεπασμένο. Επειδή όμως το αναφέρει ο Ξενοφώντας (Ελληνικά Β’ 4,33), έγινε δυνατή η ταύτισή του. Λίγα μέτρα βορειότερα βρίσκεται δεύτερος δημόσιος τάφος· δεν έχει ανασκαφεί όμως ολόκληρος και έτσι δεν έχει ταυτιστεί ακόμα με ένα ιστορικό γεγονός.
Ο χώρος του νεκροταφείου οργανώθηκε σε νέες βάσεις. Τμήματα γης δόθηκαν στις πλούσιες οικογένειες για να χτίσουν εκεί τους ταφικούς περιβόλους τους, τους οποίους διακοσμούσαν με ταφικά σήματα, σε ανάμνηση των χαμένων μελών τους.
Το μουσείο
“Το Αρχαιολογικό Μουσείο του Κεραμεικού στεγάζει εκθέματα, σχεδόν αποκλειστικά ταφικού χαρακτήρα, που προέρχονται από τις ανασκαφές του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού, εκτάσεως 38.500 τ.μ.
Εσωτερικά υπάρχουν τέσσερις εκθεσιακοί χώροι που περιβάλλουν το στεγασμένο αίθριο, διαμορφωμένο με ελιές και δάφνες ως μικρός εσωτερικός κήπος. Στον πρώτο χώρο και το αίθριο φιλοξενούνται τα έργα της γλυπτικής, που καλύπτουν όλες τις εποχές της αρχαιότητας, ενώ στις υπόλοιπες τρεις αίθουσες εκτίθεται κεραμική και άλλα ευρήματα που προέρχονται κυρίως, από την νεκρόπολη του Κεραμεικού.
Πίσω από τους εκθεσιακούς χώρους βρίσκονται αποθηκευτικοί χώροι και το εργαστήριο συντήρησης. Εκδοτήριο και πωλητήριο συναντά κανείς στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου στην οδό Ερμού.”
Το Μουσείο αυτό χαρακτηρίζεται ως το αποκλειστικότερο και πλουσιότερο, κυρίως σε εκθέματα ταφικού χαρακτήρα, που θεωρούνται τα καλύτερα του είδους απ' όλα τα εκτιθέμενα στην ελληνική επικράτεια.
Πληροφορίες:el.wikipedia.org, memorylifemagazine
Δεν υπάρχουν σχόλια: